Ὁ Ἅγιος Νικηφόρος, ὁ Ὁμολογητής, γεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη, τὸ 758 μ.Χ., ἀπὸ περιφανεῖς καὶ εὐσεβεῖς γονεῖς, τὸ βασιλικὸ γραμματέα καὶ νοτάριο Θεόδωρο καὶ τὴν Εἰρήνη. Ὁ πατέρας του ἐξορίσθηκε ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Κωνσταντίνο Ε’ τὸν Κοπρώνυμο (741 – 775 μ.Χ.) στὰ Μύλασσα τῆς Καρίας καὶ μετὰ στὴ Νίκαια, ὅπου μετὰ ἑξαετία ἀπέθανε, διότι ἦταν ὑπέρμαχος τῶν ἱερῶν εἰκόνων.

Ὁ Νικηφόρος εἶχε καλὴ ἐκπαίδευση καὶ ἐχρημάτισε βασιλικὸς γραμματέας, ἀλλὰ ἐπειδὴ εἶχε κλίση στὴ μοναχικὴ πολιτεία, ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἀποσύρθηκε σὲ κάποιο λόφο ἀπέναντι τοῦ Θρακικοῦ Βοσπόρου, ὅπου μαζὶ μὲ ἄλλους μοναχοὺς διήνυε τὴν ὁδὸ τῆς ἀσκήσεως.

Γενόμενος γνωστὸς γιὰ τὶς ἀρετές του στὴν Κωνσταντινούπολη, προσκλήθηκε καὶ ἀνέλαβε τὴ διεύθυνση κάποιου πτωχοκομείου τῆς πόλεως. Ὅταν ἐκοιμήθηκε ὁ Ἅγιος Ταράσιος († 25 Φεβρουαρίου), ὑπὸ τοῦ αὐτοκράτορος Νικηφόρου Α’ τοῦ Λογοθέτου (803 – 811 μ.Χ.), μὲ τὴν ψῆφο τοῦ κλήρου καὶ τοῦ λαοῦ, ἐξελέγη, στὶς 5 Ἀπριλίου 806 μ.Χ., Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως καὶ ἐχειροτονήθηκε στὶς 12 τοῦ ἰδίου μηνὸς κατὰ τὴν ἡμέρα τοῦ Ἁγίου Πάσχα.

Ὅσο ζοῦσε ὁ βασιλεὺς Νικηφόρος καὶ οἱ διάδοχοί του Σταυράκιος (811 μ.Χ.) καὶ Μιχαὴλ Α’ ὁ Ραγκαβὲς (811 – 813 μ.Χ.), ἡ πατριαρχεία τοῦ Ἁγίου Νικηφόρου ἦταν ὁμαλὴ καὶ ἀπερίσπαστη. Ὄταν ὅμως αὐτοκράτορας ἔγινε ὁ Λέων Ε’ ὁ Ἀρμένιος (813 – 820 μ.Χ.), ὁ ὁποῖος ἦταν εἰκονομάχος, ὁ Ἅγιος Νικηφόρος ἦταν ἀντίπαλος καὶ ἀτρόμητος ἐπιτιμητὴς τῆς βασιλικῆς ἀσέβειας. Ὁ Πατριάρχης παρέλαβε τὸν Ὅσιο Θεοφύλακτο Νικομηδείας, τὸν Ἅγιο Αἰμιλιανὸ Κυζίκου, τὸν Ἅγιο Εὐθύμιο Σαρδέων, τὸν Εὐδόξιο Ἀμορίου, τὸν Ἅγιο Μιχαὴλ Συνάδων καὶ τὸν Ἅγιο Ἰωσὴφ Θεσσαλονίκης, καὶ ἐπῆγε στὸ παλάτι, γιὰ νὰ ἐλέγξει τὸν αὐτοκράτορα καὶ νὰ τὸν βοηθήσει νὰ ἐπιστρέψει στὴν ὀρθὴ πίστη. Ὁ αὐτοκράτορας ἔμενε ἀμετάπειστος καὶ τοὺς κατεδίκασε ὄλους σὲ ἐξορία. Ὁ Πατριάρχης Νικηφόρος ἐξορίσθηκε ἀρχικὰ στὴ Χρυσούπολη καὶ στὴ συνέχεια στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Θεοδώρου κοντὰ στὸν Ἀκρίτα. Ἐκεῖ συνδέθηκε περισσότερο μὲ τὸν Ἅγιο Θεόδωρο τὸν Στουδίτη, ποὺ ἦταν καὶ αὐτὸς ἐξορισμένος.

Ὄταν μετὰ ἀπὸ λίγο, δολοφονηθέντος τοῦ αὐτοκράτορος Λέοντος, ἔγινε βασιλέας ὁ Μιχαὴλ Β’ ὁ Τραυλὸς (820 – 829 μ.Χ.), ὁ Ἅγιος Νικηφόρος ἐπανῆλθε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἐζήτησε τὴν ἀποκατάστασή του. Ὁ αὐτοκράτορας Μιχαὴλ ἐδέχθηκε τὴν πρόταση αὐτή, ἀλλ’ ὑπὸ τὸν ὅρο ὁ Ἅγιος νὰ ἀναγνωρίσει τὴν ὑφιστάμενη ἐκκλησιαστικὴ τάξη καὶ νὰ μὴν κινήσει τὸ θέμα τῆς ἀναστηλώσεως τῶν ἱερῶν εἰκόνων. Ὁ Ἅγιος ἀπέκρουσε τὸν ὅρο αὐτὸ καὶ ἐπροτίμησε τὴν ἐξορία, ὅπου καὶ ἀπέθανε τὸ 829 μ.Χ.

Ὁ Ἅγιος Νικηφόρος ὁ Ὁμολογητὴς εἶναι ἐπίσημος στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας, ὄχι μόνο διότι μὲ ἐνθουσιασμὸ καὶ ἱερὸ ζῆλο ἐπολέμησε τοὺς εἰκονομάχους, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴ σπάνια αὐτοῦ συγγραφικὴ ἱκανότητα. Ἐπισημότερα τῶν συγγραμμάτων του εἶναι ἡ «Σύντομος Ἱστορία», τὸ «Χρονολογικὸν σύντομον», ἡ «Στιχομετρία»«Λόγοι ἀντιρρητικοί»«Ἐπιστολαί», καὶ διάφοροι ἐκκλησιαστικοὶ κανόνες.

Ἡ μεγάλη συμβολὴ τοῦ Ἁγίου Νικηφόρου στὴν ὑπερίσχυση καὶ ἐπικράτηση τῶν Ὀρθοδόξων ἀπόψεων ἔγκειται στὴν ὑπ’ αὐτοῦ συστηματικὴ ἀνασκευὴ καὶ ἀναίρεση τῶν εἰκονοκλαστικῶν θέσεων καὶ μάλιστα καὶ τῶν ἀναφερομένων στὸ Χριστολογικὸ δόγμα.

Οἱ εἰκονομάχοι, ἀθετήσαντες τὴν τιμὴ τῶν ἱερῶν εἰκόνων, ἀπέβαλαν εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς καὶ τὶς εἰκόνες τῶν Ἀγγέλων. Ὁ Ἅγιος Νικηφόρος ἀπέδειξε μὲ βάση τὴν Παλαιὰ Διαθήκη ὅτι οἱ Ἀγγελικὲς δυνάμεις, ἂν καὶ ἀσώματοι, ἄυλοι καὶ (σχετικῶς) ἀπεριόριστοι, εἰκονίζονται καὶ οἱ εἰκόνες προσαγορεύονται διὰ τοῦ ὀνόματος τῶν ἀρχετύπων, διὰ τοῦ ὁποίου μεταβιβάζονται σὲ αὐτὲς ἡ χάρη καὶ ἡ εὐλογία ἐκείνων, τῶν ὁποίων καὶ μεταλαμβάνουν οἱ ἀξίως τιμῶντες αὐτές. Ἔτσι, κατὰ τὸν ἱερὸ Πατέρα, οἱ εἰκόνες τῶν Ἀγγέλων δὲν εἶναι ἄψυχα, ἀναίσθητα, ἀπὸ ἄψυχη καὶ ἄλογη ὕλη, ἐπιτεύγματα ἀνθρωπίνων χειρῶν, δὲν εἶναι εἴδωλα, ἀλλὰ τῶν ἐπουρανίων Δυνάμεων «ἀφομοιώματα τίμια καὶ ἅγια»«ἱερὰ ἀπεικάσματα καὶ ἀπεικονίσματα», τὴν κατασκευὴ τῶν ὁποίων «Θεός ἐστιν ὁ προστάττων, Θεὸς ὁ κελεύων».
Ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τὴν ἀνακομιδὴ τοῦ ἱεροῦ λειψάνου αὐτοῦ στὶς 13 Μαρτίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Νίκην ἤνεγκε, τῇ Ἐκκλησίᾳ, ἡ σὴ ἔνθεος, ὁμολογία, Νικηφόρε Ἱεράρχα θεόληπτε· τὴν γὰρ Εἰκόνα τοῦ Λόγου σεβόμενος, ὑπερορίᾳ ἀδίκως ὡμίλησας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τὸν τὴν νίκης στέφανον, ὦ Νικηφόρε, οὐρανόθεν ἔνδοξε, ὡς εἰληφὼς παρὰ Θεοῦ, σῶζε τοὺς πίστει τιμῶντάς σε, ὡς Ἱεράρχην Χριστοῦ καὶ Διδάσκαλον.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Ἐκκλησίας ἔμπνους εἰκών, καὶ Εἰκονομάχων, καθαιρέτης ὁ ἰσχυρός· χαίροις θεοσδότων, δογμάτων ὁ προστάτης, θεόφρον Νικηφόρε, πίστεως ἔρεισμα.

Ἡ Ἁγία Βλανδίνη ἡ Μάρτυς

Ἡ Ἁγία Μάρτυς Βλανδίνα ἔζησε κατὰ τὸν 2ο αἰώνα μ.Χ. στὴ Γαλλία καὶ ἦταν δούλη. Ἡ μνήμη της ἀναφέρεται ἀπὸ τὸν ἱστορικὸ Εὐσέβιο. Ἐπειδὴ ἦταν Χριστιανή, τὴν συνέλαβαν καὶ ἀφοῦ τὴν ἐβασάνισαν σκληρά, τὴν ἔδεσαν ἐπάνω σὲ ἕνα σταυρὸ μέσα στὸ ἀμφιθέατρο. Ἐκεῖ ἡ Ἁγία προσευχήθηκε μεγαλοφώνως καὶ ἔδωσε ἔτσι δύναμη καὶ θάρρος στοὺς ἄλλους Χριστιανούς. Ἐτελειώθηκε μαρτυρικά, τὸ 177 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Μάρκου Αὐρηλίου (161 – 180 μ.Χ.), στὴ Λυὼν τῆς Γαλλίας καὶ τὸ ἱερὸ λείψανό της ἀποτεφρώθηκε ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Φωτεινὸς καὶ Σάνκτιος οἱ Ἱερομάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς 

Οἱ Ἅγιοι Ἱερομάρτυρες Φωτεινός, ποὺ ἦταν Ἐπίσκοπος, καὶ Σάνκτιος ὁ διάκονος, ὡς καὶ οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Βέτιος, Ἐπάγαθος, Ποντικός, Βιβλίδης, Ἄτταλος, Ἀλέξανδρος καὶ Ματούρος, ἐτελειώθηκαν μαρτυρικά, μαζὶ μὲ ἄλλους Μάρτυρες, τὸ 177 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Μάρκου Αὐρηλίου (161 – 180 μ.Χ.), στὴ Λυὼν τῆς Γαλλίας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Ἀλκιβιάδης ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἀλκιβιάδης ἔζησε τὸν 2ο αἰώνα μ.Χ. στὴ Γαλλία. Ἐπειδὴ ἦταν Χριστιανὸς συνελήφθη καὶ ἐτελειώθηκε μαρτυρικά, τὸ 177 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Μάρκου Αὐρηλίου (161 – 180 μ.Χ.), στὴν πόλη τῆς Λυὼν τῆς Γαλλίας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἔρασμος ὁ Ἱερομάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ μαρτυρήσαντες

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἔρασμος ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τῶν αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.) καὶ Μαξιμιανοῦ (285 – 305 μ.Χ.) καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας.

Ἀπὸ μικρὴ ἡλικία ἀγάπησε τὴν ἄσκηση καὶ τὴ μοναχικὴ πολιτεία καὶ ἀργότερα ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἀπὸ ἀποστολικὸ ζῆλο κινούμενος περιερχόταν διάφορα μέρη καὶ ἐκήρυττε τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ τελώντας πλῆθος θαυμάτων καὶ προσελκύοντας πολλοὺς εἰδωλολάτρες στὴν ἀληθινὴ πίστη. Ἐκήρυξε στὴ Θράκη, τὴ Μακεδονία καὶ στὴν πόλη τῶν Λυχνιδῶν τῆς Ἀχρίδος. Γιὰ τὴν ἀποστολικὴ δράση αὐτοῦ καταγγέλθηκε στὸν αὐτοκράτορα Μαξιμιανό, ποὺ διέτριβε στὴν Ἑρμούπολη τοῦ Ἰλλυρικοῦ, καὶ ἀρνηθεὶς νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα ἐβασανίσθηκε καὶ ἐκλείσθηκε στὴ φυλακή. Ὅταν ὁ αὐτοκράτορας ἐκάλεσε καὶ πάλι τὸν Ἅγιο Ἔρασμο ἐνώπιόν του, τὸν ἐρώτησε ποιὸς εἶναι ὁ Θεός του καὶ γιατὶ Τὸν προσκυνᾶ. Ἀλλὰ ἐπειδὴ ὁ Ἅγιος ἐσιωποῦσε, ὁ τύραννος ὀργίσθηκε καὶ διέταξε νὰ τὸν κτυπήσουν. Ὁ Ἅγιος ἐρώτησε τὸ βασιλέα, γιατὶ τὸν κτυποῦν. Ὁ τύραννος τοῦ ἀποκρίθηκε ὅτι τὸν ἐκτύπησε, γιατὶ δὲν θυσιάζει στοὺς θεούς. Τότε ὁ Ἅγιος ἐζήτησε νὰ τοῦ δείξει ὁ βασιλέας ποιοὺς θεοὺς νὰ προσκυνήσει. Ἐκεῖνος τότε ἐνόμισε ὅτι ὁ Ἅγιος ἤθελε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα καὶ τὸν ὁδήγησε στὸ ναὸ τοῦ Δία δείχνοντάς του τὸ εἴδωλό του, τὸ ὁποῖο ἦταν χάλκινο, δώδεκα μέτρα ὕψος καὶ ἕξι μέτρα πλάτος. Τότε ὁ Ἅγιος ἔστρεψε πρὸς αὐτὸ βλοσυρὸ τὸ βλέμμα. Καὶ τὸ θαῦμα ἔγινε! Τὸ εἴδωλο ἀμέσως ἔπεσε καὶ ἔγινε κομμάτια. Ἀπὸ τὸ εἴδωλο, λέγει τὸ Συναξάρι, ἐξῆλθε ἕνας δράκοντας. Ὁ αὐτοκράτορας ἐφοβήθηκε καὶ τὸ πλῆθος προσέπεσε στὰ πόδια τοῦ Μάρτυρος καὶ πολλοὶ ἐπίστεψαν στὸν Χριστό. Ἦσαν δὲ οἱ βαπτισθέντες περὶ τοὺς 20.000. Οἱ στρατιῶτες συνέλαβαν καὶ πάλι τὸν Ἅγιο καὶ τὸν ὁδήγησαν ἐνώπιον τοῦ αὐτοκράτορος μαζὶ μὲ τοὺς πιστοὺς ποὺ ἐβαπτίσθηκαν. Ὁ ἡγεμόνας ἔδωσε ἐντολὴ οἱ 20.000 Χριστιανοὶ ποὺ ἐπίστεψαν στὸν Χριστὸ νὰ ἀποκεφαλισθοῦν καὶ ὁ Ἅγιος νὰ ἐνδυθεῖ μὲ πυρακτωμένο χαλκό. Ὅμως ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ μετέβαλε τὸ πυρακτωμένο χαλκὸ σὲ ψυχρὸ μέταλλο. Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ὁ Ἅγιος ὁδηγήθηκε καὶ πάλι στὴ φυλακή, ἀπὸ τὴν ὁποία ἐλυτρώθηκε, ὅπως ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ἀπὸ τὴ φυλακὴ τοῦ Ἡρώδου. Ἄγγελος Κυρίου τὸν ἐλευθέρωσε καὶ τὸν ὁδήγησε στὴν Καμπανία, στὴν πόλη ποὺ ὀνομαζόταν Φρυμός, γιὰ νὰ κηρύξει καὶ ἐκεῖ τὸ λόγο τοῦ Εὐαγγελίου. Γι’ αὐτὸ καὶ θεωρεῖται Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Φόρμι τῆς Ἰταλίας.

Λίγο πρὶν τὴν κοίμησή του ὁ Ἅγιος Ἔρασμος ἐπέστρεψε στὴ Χερμελία τῆς Ἀχρίδος. Προαισθανόμενος τὸ τέλος του, προσκύνησε τρεῖς φορὲς κατὰ ἀνατολὰς καὶ παρεκάλεσε τὸν Θεὸ νὰ χαρίζει ἄφεση ἁμαρτιῶν καὶ ζωὴν αἰώνια σὲ ἐκείνους ποὺ θὰ ἐπικαλοῦνταν τὸ ὄνομά του καὶ θὰ ἐτελοῦσαν τὴ μνήμη του. Ὁ Ἅγιος Θεὸς ἄκουσε τὴν παράκλησή του καὶ ἀμέσως ἀκούσθηκε φωνὴ ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ποὺ ἔλεγε: «Ἔτσι, ὅπως προσευχήθηκες, θὰ γίνει». Μόλις ὁ Ἅγιος ἄκουσε αὐτό, ἡ ψυχή του ἐγέμισε χαρά. Κατόπιν ἔστρεψε τὰ μάτια του στὸν οὐρανό, ὅπου εἶδε ὑπέρλαμπρο στεφάνι νὰ κατέρχεται ἐπ’ αὐτὸ καὶ τάγματα Ἀγγέλων, χοροὺς Προφητῶν καὶ Ἀποστόλων, πλῆθος Μαρτύρων καὶ τάξεις Δικαίων, ποὺ ἔρχονταν νὰ τὸν προϋπαντήσουν. Ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς του ἀνεφώνησε: «Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, δέξαι τὸ πνεῦμά μου». Ἔτσι ὁ Ἅγιος Ἔρασμος ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 303 μ.Χ., καὶ ἐκληρονόμησε τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Ἅγιος Ἔρασμος θεωρεῖται προστάτης τῶν ἀσθενῶν ποὺ πάσχουν ἀπὸ στομαχικὲς ἀσθένειες καὶ κολικό.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἅγιοι δισμύριοι Μάρτυρες

Πρόκειται γιὰ τοὺς Μάρτυρες ποὺ ἤθλησαν μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Ἔρασμο († 2 Ἰουνίου) στὴν Ἑρμούπολη τοῦ Ἰλλυρικοῦ. Στὴν ἱερὰ μονὴ Θεοτοκίου Ἄρτης φυλάσσονται ἱερὰ λείψανα τῶν Ἁγίων δισμυρίων Μαρτύρων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἅγιοι Μαρκελλίνος καὶ Πέτρος οἱ Ἱερομάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Ἱερομάρτυρες Μαρκελλίνος καὶ Πέτρος ἐμαρτύρησαν, τὸ 304 μ.Χ.), κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.). Ναὸς αὐτῶν ἀνοικοδομήθηκε ἀπὸ τὸν Μεγάλο Κωνσταντίνο στὴ Ρώμη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι 38 Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες ἐτελειώθησαν μαρτυρικά, ἀφοῦ τοὺς ἐνέκλεισαν σὲ λουτρὸ καὶ ἐσφράγισαν τὴ θύρα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ἁγία Μητέρα καὶ τὰ τρία τέκνα αὐτῆς

Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες ἐτελειώθησαν διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Εὐγένιος Ἐπίσκοπος Ρώμης 

Ὁ Ἅγιος Εὐγένιος, Ἐπίσκοπος Ρώμης, ἐγεννήθηκε στὴ Ρώμη καὶ ἦταν υἱὸς τοῦ Ρουφινιανοῦ. Ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ρώμης ἀπὸ τὸν κλῆρο καὶ τὸν λαὸ στὶς 10 Αὐγούστου 654 μ.Χ. καὶ διαδέχθηκε τὸν Πάπα Μαρτίνο Α’, τὸν ὁποῖο ὁ αὐτοκράτορας Κώνστας Β’ (642 – 668 μ.Χ.), ἐπειδὴ δὲν ὑπέγραψε κείμενο διὰ τοῦ ὁποίου ἀπαγορευόταν νὰ ὁμιλεῖ περὶ μιᾶς ἢ δύο ἐν Χριστῷ θελήσεων, τὸν συνέλαβε, τὸ 653 μ.Χ., καὶ τὸν ἐξόρισε ἀσθενὴ καὶ κλινήρη στὴ Χερσώνα, ὅπου καὶ ἀπέθανε. Ὅταν ἐστάλη ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, ὑπὸ τοῦ Πατριάρχου Πύρρου, ἔκθεσις πίστεως, στὴν ὁποία συνιστᾶτο ἀντὶ μιᾶς ἢ δύο θελήσεων ἐν Χριστῷ, ἡ παραδοχὴ τριῶν θελήσεων, ὁ Εὐγένιος ἦταν ἕτοιμος νὰ ἀποδεχθεῖ αὐτήν, ἀλλ’ ὁ λαὸς καὶ ὁ κλῆρος τῆς Ρώμης ἀντιστάθηκε καὶ ἀπαγόρευσε σὲ αὐτὸν τὴ Θεία Λειτουργία. Ἔτσι δὲν συμφώνησε μὲ τὸ κείμενο τῆς ἐπιστολῆς καὶ ἐτήρησε σθεναρὴ στάση κατὰ τῆς αἱρέσεως τοῦ Μονοθελητισμοῦ μὲ ἀποτέλεσμα ὁ αὐτοκράτορας νὰ ὀργισθεῖ ἐναντίον του. Αὐτὸ ὅμως δὲν ἐπτόησε τὸν Ἅγιο, ὁ ὁποῖος ἀγωνίσθηκε ὑπὲρ τῆς πατρώας εὐσέβειας καὶ τὴ διδασκαλία τῆς Δ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
Ὁ Ἅγιος Εὐγένιος διακρίθηκε γιὰ τὴν ὁσιότητα τοῦ βίου του, τὴν εὐγένεια καὶ τὴ φιλανθρωπία καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 657 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ἀδάλγιος τῆς Νοβάρα 

Ὁ Ὅσιος Ἀδάλγιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἰρλανδία καὶ ἔζησε κατὰ τὸν 7ο αἰώνα μ.Χ. Ἦταν μαθητὴς τοῦ Ὁσίου Φουρσᾶ († 16 Ἰανουαρίου), ὁ ὁποῖος ἦταν Ἀπόστολος τῆς Πικαρδίας. Ὁ Ὅσιος, ἀφοῦ ἀσκήτεψε θεοφιλῶς καὶ ἔζησε θεοφιλῶς, ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 686 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Βοδφανὸς ἐξ Οὐαλίας 

Ὁ Ὅσιος Βοδφανὸς καταγόταν ἀπὸ τὴν Οὐαλία καὶ ἔζησε τὸν 7ο αἰώνα μ.Χ. Ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Μαρίνος τοῦ Βαάνου 

Ὁ Ἅγιος Μαρίνος, ὁ Βαάνης, εἶναι ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστὲς καὶ στὰ Μηναῖα. Ἀναφέρεται στὸ Βυζαντινὸν Ἑορτολόγιον. Κατ’ αὐτὸ ὁ Ἅγιος ἐγεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη ἀπὸ γονεῖς ἐνάρετους καὶ ἐπιφανεῖς, τὸ δρουγγάριο Νικηφόρο καὶ τὴ Μαρία. Ἀφοῦ ἀνατράφηκε μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου, ἀσπάσθηκε τὸ μοναχικὸ βίο καὶ ἐκάρη μοναχὸς ὑπὸ τοῦ ἀδελφοῦ του Συμεών, ὁ ὁποῖος γι’ αὐτὸ τὸ σκοπὸ ἦλθε στὴ Βιζύη τῆς Θράκης ἀπὸ τὴ μονὴ τοῦ Κυμηνᾶ.
Ὁ Ὅσιος Μαρίνος διακρίθηκε γιὰ τὴν αὐστηρὴ ἄσκηση καὶ τὴν ἐλεημοσύνη του. Ἐκοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη καὶ τὸ ἱερὸ λείψανό του «κατατίθεται εἰς τὴν μονὴν τῆς Θεοτόκου τὴν Τὰ Κορώνης ἐπονομαζομένην».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας πρίγκιπας τῆς Σουζδαλίας 

Ὁ Ἄγιος Ἀνδρέας ἔζησε τὸν 14ο αἰώνα μ.Χ. στὴ Ρωσία καὶ ἦταν υἱὸς τοῦ πρίγκιπος Κωνσταντίνου Βασίλεβιτς. Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ πατέρα του, τὸ 1355, ἔλαβε ἀπὸ τὸ χάνο Κανιμπέκα τὴν ἐξουσία τῆς Σουζδαλίας, τοῦ Νίζνϊι – Νόβγκοροντ καὶ τοῦ Γκοροντέκ. Σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση, παραιτήθηκε ἀπὸ τὸ θρόνο, τὸ 1359, ὑπὲρ τοῦ μικρότερου ἀδελφοῦ του Δημητρίου.
Ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας, ἀφοῦ ἔζησε μὲ εὐσέβεια, ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 1365.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Μεγαλομάρτυρας ὁ Νέος ὁ Τραπεζούντιος

Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Νεομάρτυρος Ἰωάννου τοῦ Τραπεζουντίου ἑορτάζεται, ἐπίσης, στὶς 12 Ἰουνίου. Σήμερα ἑορτάζεται ἡ ἀνάμνηση τοῦ θαύματος τῆς διασώσεως τῆς πόλεως τῆς Σουτσεάβα τῆς Ρουμανίας, στὴν ὁποία φυλάσσονται τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου, ἀπὸ τὴν πολιορκία τῶν Τατάρων, κατὰ τὸ 1622.
Κατὰ τὴν ἡμέρα αὐτή, ὅταν οἱ Τάταροι ἀπειλοῦσαν τὴ Σουτσεάβα, οἱ ἐφημέριοι τοῦ ναοῦ, στὸν ὁποῖο ἐφυλάσσονταν τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου, ἠθέλησαν, φοβούμενοι τὴν ἐπιδρομὴ τῶν βαρβάρων, νὰ μεταφέρουν τὴ λειψανοθήκη τοῦ Ἁγίου στὸ κάστρο. Ὅμως δὲν μποροῦσαν μὲ κανένα τρόπο νὰ μετακινήσουν τὴν λειψανοθήκη τοῦ Ἁγίου, ποὺ ἔγινε ἀσήκωτη. Τότε κατάλαβαν ὅτι αὐτὸ ἦταν θέλημα τοῦ Ἁγίου, ὁ ὁποῖος θὰ τοὺς ἐπροστάτευε. Ἀμέσως κληρικοὶ καὶ λαϊκοὶ ἄρχισαν νὰ προσεύχονται. Πράγματι! Μία καταρρακτώδης βροχὴ ἐμπόδισε τοὺς ἐπιδρομεῖς νὰ πολιορκήσουν τὴν πόλη καὶ νὰ εἰσβάλουν σὲ αὐτήν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Δημήτριος ὁ Νεομάρτυρας ὁ ἐκ Φιλαδελφείας

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Δημήτριος καταγόταν ἀπὸ τὴ Φιλαδέλφεια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ ἦταν υἱὸς κάποιου ἱερέως, ποὺ ὀνομαζόταν Δούκας. Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ πατρός του, σὲ ἡλικία δέκα τριῶν ἐτῶν, παρασύρθηκε ἀπὸ τὶς δελεαστικὲς ὑποσχέσεις τῶν Τούρκων, καί, ἀφοῦ ἀξόμωσε, ἀσπάσθηκε τὸ Μωαμεθανισμό. Ὑποστηριχθεὶς δὲ ὑπὸ τῶν νέων ὁμόθρήσκων του, τόσο προόδευσε, ὥστε συγκαταλεγόταν μεταξὺ τῶν πρώτων τῆς πόλεως, σὲ πλοῦτο καὶ ἀνδρεία. Ὅταν ὅμως ἔφθασε σὲ ἡλικία εἴκοσι πέντε ἐτῶν, ἄρχισαν νὰ γεννιοῦνται στὴν καρδιά του τύψεις, πόθος δὲ τὸν κατέλαβε νὰ ἐπανέλθει στὴν πατρώα Χριστιανικὴ πίστη. Κατόπιν τούτου μετέβη στὸν ἡγεμόνα τῆς Φιλαδελφείας καὶ μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία ἐδήλωσε σὲ αὐτὸν ὅτι μετὰ βδελυγμίας ἀπεκήρυσσε τὸ Μωαμεθανισμὸ καὶ ὅτι ἐπανερχόταν στὴ Χριστιανικὴ πίστη, τὴν ὁποία, παρασυρθείς, εἶχε ἀπαρνηθεῖ. Ὁ ἡγεμόνας, ἀφοῦ μάταια προσπάθησε νὰ μεταπείσει τὸν Δημήτριο, διέταξε τὴ σκληρὴ μαστίγωση αὐτοῦ καὶ τὸν ἐγκλεισμό του στὴ φυλακή. Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς φυλακίσεως τοῦ Δημητρίου, κατεβλήθησαν μεγάλες προσπάθειες ἀπὸ σημαίνοντες Τούρκους, γιὰ νὰ συγκρατήσουν αὐτὸν στὴ θρησκεία τους, πλὴν ὅμως ὅλες προσέκρουσαν στὴν κατηγορηματικὴ ἄρνηση τοῦ Νεομάρτυρος, ὁ ὁποῖος παρέμενε ἀκλόνητος στὴν ἀπόφασή του. Πρὸ τῆς ἐπιμονῆς του αὐτῆς, ὁ ἡγεμόνας διέταξε, τὸ 1657, τὴ θανάτωσή του. Παραλαβόντες τὸν Δημήτριο οἱ δήμιοι καὶ ὁ ὄχλος τὸν ὁδήγησαν στὸν τόπο τῆς ἐκτελέσεως, ὅπου, ἀφοῦ κατέσφαξαν καὶ κατατεμάχισαν αὐτὸν διὰ μαχαιρῶν, τὸν ἔριξαν ἐπὶ τῆς πυρᾶς. Περιεβλήθη ἔτσι τὸν ἀμαράντινο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Κωνσταντίνος ὁ Νεομάρτυρας ὁ ἐξ Ἀγαρηνῶν 

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Κωνσταντίνος ἐγεννήθηκε στὸ χωριὸ Ψιλομέτωπο τῆς Λέσβου ἀπὸ πατέρα Μωαμεθανὸ καὶ μητέρα Χριστιανή, ἡ ὁποία καὶ ἐγαλούχησε αὐτὸν μὲ τὰ νάματα τῆς Χριστιανικῆς πίστεως. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ πατέρα του, ἐγκατέλειψε τὴν πατρίδα του καὶ ἀφοῦ μετέβη στὴ Σκήτη τῶν Καυσοκαλυβίων τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἐβαπτίσθηκε καὶ ἔλαβε τὸ Χριστιανικὸ ὄνομα Κωνσταντίνος. Ἐπισκεφθεὶς κάποτε τὴ Σκήτη τοῦ Ἁγίου Προδρόμου καὶ ἀσπασθεὶς τὰ ἱερὰ λείψανα τῶν Νεομαρτύρων, ποὺ ἐφυλάσσονταν ἐκεῖ, τόσο ἐπηρεάσθηκε, ὥστε ἀμέσως τοῦ ἐγεννήθηκε ὁ πόθος νὰ μαρτυρήσει ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ.
Ὅταν ἐπέστρεψε στὴ Σκήτη τῶν Καυσοκαλυβίων, ἐκμυστηρεύθηκε τὸν πόθο του στὸν πνευματικό του, ὁ ὁποῖος, εὐχαρίστως, ἀφοῦ ἄκουσε τὴν ἀπόφαση τοῦ Κωνσταντίνου, ὑπέβαλε ἀμέσως αὐτὸν στὴν κατάλληλη προετοιμασία. Ὅταν αὐτὴ συντελέσθηκε, ὁ Κωνσταντίνος, συνοδευόμενος ὑπὸ τῶν εὐχῶν τοῦ πνευματικοῦ του καὶ τῶν συνασκητῶν του, ἀπῆλθε στὴν Ἀνατολή, πρὸς ἐκπλήρωση τοῦ διακαοῦς πόθου του. Ἀποβιβάσθηκε στὶς Κυδωνίες, ὅπου, κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἀναμονῆς πλοίου γιὰ τὴ Σμύρνη, ἐθεώρησε καλὸ νὰ ἐργασθεῖ σὲ κατάστημα τροφίμων. Ἐκεῖ ὅμως ἀναγνωρίσθηκε ἀπὸ κάποιον Τοῦρκο συμπολίτη του καὶ καταγγέλθηκε στὸν ἀγᾶ, ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ συνέλαβε αὐτόν, τὸν ἐρωτοῦσε περὶ τῆς ἀλήθειας ἢ μὴ τῶν καταγγελθέντων. Ὁ Κωνσταντίνος μὲ θάρρος ὁμολόγησε ὅτι ναὶ μὲν προηγουμένως ἦταν Μωαμεθανός, ἀλλά, ἐπειδὴ ἐφωτίσθηκε ἀπὸ τὸν Θεό, ἔγινε Χριστιανός, διότι ἐπείσθηκε ὅτι ἡ πίστη αὐτὴ εἶναι ἡ μόνη ἀληθινὴ καὶ ἄμωμη. Ἐξοργισθεὶς ὁ ἀγᾶς, ἀφοῦ ὑπέβαλε τὸν Κωνσταντίνο σὲ παντοειδὴ βασανιστήρια, τὸν ἀπέστειλε στὴν Κωνσταντινούπολη, γιὰ νὰ ληφθεῖ ἐκεῖ ἡ ὁριστικὴ ἀπόφαση περὶ αὐτοῦ. Ἀλλὰ καὶ ἐκεῖ ὁ Κωνσταντίνος παρέμεινε ἀκλόνητος στὴ Χριστιανικὴ ὁμολογία του καὶ ἀπέρριψε ὅλες τὶς γενόμενες σὲ αὐτὸν δελεαστικὲς προτάσεις. Κατόπιν τούτου, τὸ 1819, διατάχθηκε ἡ δι’ ἀπαγχονισμοῦ θανάτωσή του. Τὸ τίμιο λείψανο τοῦ Μάρτυρος, γιὰ νὰ μὴν παραληφθεῖ ἀπὸ τοὺς Χριστιανούς, ἐνταφιάσθηκε κρυφὰ στὸ Τουρκικὸ νεκροταφεῖο, μεταξὺ τῶν ἐκεῖ ἐνταφιασμένων Μωαμεθανῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Λέανδρος ὁ Μάρτυρας ὁ Ἠπειρώτης

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο καὶ τὸ Μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Λεάνδρου τοῦ Ἠπειρώτου. 
Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ «θαυμασιώτατος» Ἰουστίνος, κατὰ τὸν μαθητή του Τατιανό, ἐγεννήθηκε στὴ Φλαβία Νεάπολη τῆς Παλαιστίνης, στὶς ἀρχὲς τοῦ 2ου αἰῶνος μ.Χ., ἀπὸ γονεῖς Ἕλληνες εἰδωλολάτρες, τὸν Πρίσκο Βάκχιο, καὶ μητέρα, τῆς ὁποίας τὸ ὄνομα ἀγνοοῦμε. Ὁ Μεθόδιος Ὀλύμπου τὸν μνημονεύει ὡς ἄνδρα μὴ ἀπέχοντα πολὺ τῶν Ἀποστόλων οὔτε κατὰ τὸ χρόνο οὔτε κατὰ τὴν ἀρετή. Πράγματι δὲ ὁ χρόνος γεννήσεώς του δύναται νὰ τοποθετηθεῖ περὶ τὸ 110 μ.Χ., ἐφ’ ὅσον τὸ 135 μ.Χ., κατὰ τὴ συζήτηση πρὸς τὸν Τρύφωνα, παρουσιάζεται νὰ ἔχει περατώσει ἤδη τὶς φιλοσοφικές του σπουδὲς καὶ πρὸς τὸ τέλος τους νὰ ἔχει προσελκυσθεῖ στὴ Χριστιανικὴ πίστη.

Προικισμένος μὲ ἐξαιρετικὴ πνευματικὴ ἀνησυχία καὶ φιλομάθεια, ὁ νεαρὸς Ἰουστίνος ἀσχολήθηκε καὶ ἐμβάθυνε στὶς δοξασίες τῶν Στωικῶν, τῶν Ἐπικουρείων, τῶν Περιπατητικῶν, τῶν Πυθαγορείων καὶ τῶν Πλατωνικῶν φιλοσόφων. Μὲ ἀκόρεστη ἐπιθυμία, ἤθελε νὰ γνωρίσει ὁλόκληρη τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ εὕρει τὴν πραγματικὴ ἱκανοποίηση. Τότε ὁ Θεός, μὲ θαυμαστὴ ἐπέμβαση, τὸν ὁδήγησε στὶς πηγὲς τῆς ἀλήθειας, στὴ Χριστιανικὴ πίστη καὶ ζωή, τὸ 135 μ.Χ.

Καθὼς διηγεῖται ὁ ἴδιος, ὁ Θεὸς τὸν ἐφώτισε μὲ κάποιο Χριστιανὸ πρεσβύτη, «πρᾶον καὶ σεμνὸν τὸ ἦθος». Ὁ θαυμάσιος ἐκεῖνος γέροντας τοῦ ἀποκάλυψε πόσο πτωχὲς ἦταν οἱ θεωρίες τῶν ἀνθρώπων μπροστὰ στὴν πραγματικὴ ἀλήθεια, τὴν ὁποία διδάσκει ὁ Θεός.

Ὁ Ἰουστίνος ἀποφασίζει νὰ μελετήσει τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ νὰ ἐμβαθύνει στὸ θεῖο λόγο. Χωρὶς νὰ πάψει νὰ φιλοσοφεῖ καὶ νὰ φορεῖ φθαρμένο χιτώνα, τὸν τρίβωνα, ποὺ ἐφοροῦσαν οἱ φιλόσοφοι, καταλάμπεται ἀπὸ τὴ Χριστιανικὴ πίστη, «τὴν μόνην φιλοσοφίαν τὴν ἀληθῆ καὶ ἀσύμφορον», στὴν ὁποία ἀποφασίζει νὰ διαθέσει πλέον τὴν ὑπόλοιπη ζωή του.

Ὁ Ἰουστίνος ἁρματωμένος μὲ τὰ ὅπλα τὰ πνευματικά, ἀποφασίζει νὰ στήσει στὴ Ρώμη τὸ πνευματικό του στρατηγεῖο. Ἀπὸ ἐκεῖ ἐξαπλώνει σφοδρὲς ἐπιθέσεις κατὰ τῶν ἐχθρῶν τῆς πίστεως. Στὰ δύσκολα ἐκεῖνα χρόνια τῶν διωγμῶν, οἱ κατατρεγμένοι Χριστιανοὶ τῆς Ρώμης εὑρίσκουν στὸ πρόσωπό του τὸν ἔνθερμο ἀπολογητὴ καὶ ἀκούραστο ὑποστηρικτή. Ὁ Ἰουστίνος ἀπὸ τὴν ἀνεξάντλητη φαρέτρα του ἀντλεῖ ἀκαταμάχητα ἐπιχειρήματα, μὲ τὰ ὁποῖα ἀποστομώνει τοὺς φιλοσόφους, ποὺ διέβαλαν τὸν Χριστιανισμό. Τοὺς ἐλέγχει, γιατὶ κατηγοροῦν τὸν Χριστιανισμὸ χωρὶς νὰ τὸν γνωρίζουν.

Σημαντικότατο εἶναι καὶ τὸ ἔργο του «Διάλογος πρὸς Τρύφωνα», τὸ ὁποῖο περιέχει τὴ διήμερη θεολογικὴ συζήτηση ποὺ εἶχε μὲ τὸν Ἰουδαῖο Τρύφωνα, ὁ ὁποῖος εἶχε φύγει ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη λόγῳ τοῦ πολέμου (132 – 135 μ.Χ.) καὶ ἦταν ἐπισκέπτης στὴν πόλη ὅπου ἐσπούδαζε ὁ Ἰουστίνος. Ὅταν ἀντιλήφθηκε ὅτι κάτω ἀπὸ τὸ φιλοσοφικὸ ἔνδυμα τοῦ νεαροῦ Ἰουστίνου κρυβόταν ἕνας Χριστιανός, τὸν εἰρωνεύθηκε. Ἐπακολούθησε διήμερη συζήτηση, τῆς ὁποίας τὸ ὑποτιθέμενο περιεχόμενο περιελήφθηκε στὸ ἔργο «Διάλογος πρὸς Τρύφωνα». Δεδομένου ὅτι ὁ Τρύφων εἶχε ἀποφύγει «τὸ νῦν γενόμενον πόλεμον», ἡ συζήτηση πρέπει νὰ ἔγινε τὸ 136 μ.Χ.

Δὲν ἄργησαν ὅμως νὰ φανοῦν οἱ ἐναντίον τοῦ Ἁγίου ἀντιδράσεις. Οἱ φιλόσοφοι, ποὺ ἔχαναν συνεχῶς ἔδαφος καὶ οἱ ἄλλοι ἐχθροί του, τὸν διέβαλαν στὸν αὐτοκράτορα Μάρκο Αὐρήλιο (161 – 180 μ.Χ.). Ὁ Μάρτυς Ἰουστίνος ἐκφράζει τὴν ὑποψία ὅτι ἐπρόκειτο νὰ καταδοθεῖ στὶς πολιτικὲς ἀρχὲς ἀπὸ τὸν κυνικὸ φιλόσοφο καὶ μεγαλορρήμονα Κρήσκεντα, ὁ ὁποῖος ἐφθονοῦσε τὴν αὔξηση τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστιανοῦ διδασκάλου καὶ διέβλεπε κίνδυνο ἀπορροφήσεως τῶν μαθητῶν του ὑπὸ τοῦ Χριστιανισμοῦ.

Φαίνεται ὅτι, μετὰ τὸ μαρτύριο τοῦ Πτολεμαίου, μαθητοῦ του πιθανῶς, περὶ τὸ 160 μ.Χ., ἀνεχώρησε ἀπὸ τὴ Ρώμη ἀπὸ φόβο γιὰ τὴ σύλληψή του καὶ ὅτι ἐπέστρεψε ἐκεῖ ἀργότερα, ἀφοῦ ἤδη εἶχε κοπάσει ὁ θόρυβος, διότι κατὰ τὴν ἀνάκρισή του πρὸ τοῦ μαρτυρίου ἐδήλωσε ὅτι διέμεινε κατὰ δύο περιόδους στὴ Ρώμη. Ἀλλ’ ὁ Ἰουστίνος ἀποφασίζει νὰ ἀπολογηθεῖ γιὰ τὴ διωκόμενη πίστη στὸν αὐτοκράτορα καὶ τὴ Ρωμαϊκὴ σύγκλητο. Οἱ δύο του Ἀπολογίες ἀποτελοῦν πραγματικὰ διαμάντια τῆς Χριστιανικῆς Ἀπολογητικῆς.

Στὴν πρώτη Ἀπολογία του, τὴν ὁποία ἀπευθύνει στὸν αὐτοκράτορα Ἀντωνίνο, τὰ παιδιά του καὶ τὴ Ρωμαϊκὴ σύγκλητο, κάνει γνωστὸ τὸ τί πιστεύουν οἱ Χριστιανοί, ἀνασκευάζει τὶς ἐναντίον του κατηγορίες τῶν Ἐθνικῶν, περιγράφει τὸν τρόπο τῆς Χριστιανικῆς λατρείας καὶ προσπαθεῖ μὲ νηφαλιότητα, εὐγένεια καὶ χωρὶς ρητορικὰ σχήματα νὰ τοὺς πείσει νὰ σταματήσουν τοὺς διωγμούς. Ὁ ἱερὸς ἀπολογητής, ἀποδεικνύοντας ὅτι ἐβίωνε πλήρως τὴν ἐκκλησιαστικὴ λειτουργικὴ καὶ μυστηριακὴ ζωή, ἰδίως στὰ τελευταῖα κεφάλαια τῆς πρώτης Ἀπολογίας του, ἐξέρχεται ἀπὸ τὰ καθαρῶς ἀπολογητικὰ πλαίσια καὶ ὅρια καὶ μεταβάλλεται σὲ ἄριστο μυσταγωγὸ καὶ σὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς πρωτοπόρους σκαπανεῖς τῆς ἱστορίας τῆς θεολογίας τῆς Χριστιανικῆς λατρείας. Ὁ ἱερὸς Ἰουστίνος τόσο στὴ μνημονευθεῖσα Ἀπολογία του, ὅσο καὶ περιστατικὰ σὲ μερικὰ σημεῖα τοῦ λοιποῦ συγγραφικοῦ του ἔργου παρέχει ἀνεκτίμητες πληροφορίες περὶ τῆς Χριστιανικῆς λατρείας τῆς ἐποχῆς του, προβάλλοντας τὸν ἑορτασμὸ τῆς Κυριακῆς, ὡς καὶ τὴν τελεσιουργία καὶ συνοπτικὴ θεολογία τῶν ἱερῶν μυστηρίων τοῦ Βαπτίσματος καὶ τῆς Θείας Εὐχαριστίας.

Ἡ ἡμέρα τῆς Κυριακῆς θεωρεῖται ὡς πρώτη ἡμέρα τῆς καινῆς ἐν Χριστῷ κτίσεως. Ἡ Θεία Λειτουργία γίνεται ἡ ἐμψυχοῦσα τὴν διακονία ἐντελέχεια, ἐφ’ ὅσον κατὰ τὴ διάρκεια τῆς εὐχαριστιακῆς συνάξεως «οἱ εὐποροῦντες... καὶ βουλόμενοι κατὰ προαίρεσιν ἕκαστος τὴν ἑαυτοῦ ὃ βούλεται δίδωσι, καὶ τὸ συλλεγόμενον παρὰ τῷ προεστῶτι ἀποτίθεται, καὶ αὐτὸς ἐπικουρεῖ ὀρφανοῖς τε καὶ χήραις, καὶ τοῖς διὰ νόσον ἢ δι’ ἄλλην αἰτίαν λειπομένοις, καὶ τοῖς ἐν δεσμοῖς οὖσι, καὶ τοῖς παρεπιδήμοις οὖσι ξένοις, καὶ ἁπλῶς πᾶσι τοῖς ἐν χρείᾳ οὖσι κηδεμὼν γίνεται».

Ὅσον ἀφορᾶ στὸ Βάπτισμα, ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος πληροφορεῖ ὅτι «τοῦ ὑπὲρ ἀφέσεως ἁμαρτιῶν καὶ εἰς ἀναγέννησιν λουτροῦ» προηγεῖται κατήχηση. Ὡσαύτως τοῦ Βαπτίσματος προηγοῦντο προσευχὴ καὶ νηστεία τόσο τῶν βαπτιζομένων, ὅσο καὶ τῶν λοιπῶν πιστῶν.

Στὴ δεύτερη Ἀπολογία του, τὴν ὁποία ἀπευθύνει στὴ Ρωμαϊκὴ σύγκλητο, ἀποδεικνύει ὅτι οἱ Χριστιανοὶ διώκονται, ἐπειδὴ πιστεύουν στὴν ἀλήθεια καὶ ζοῦν ἐνάρετη ζωὴ καὶ ὄχι γιὰ κάτι ἀξιόποινο.

Ὅμως οἱ Ἀπολογίες τοῦ Μάρτυρος Ἰουστίνου δὲν μετέτρεψαν τοὺς εἰδωλολάτρες, καθ’ ὅσον ἐπὶ ἐπάρχου Ρώμης τοῦ Ἰουνίου Ρουστικοῦ (162 – 167 μ.Χ.), ἄλλοτε παιδαγωγοῦ τοῦ αὐτοκράτορος Μάρκου Αὐρηλίου, πιθανῶς τὸ 165 μ.Χ., ἀποκεφαλίσθηκε μαζὶ μὲ ὁμάδα μαθητῶν του.

Στὸ κοιμητήριο τῆς Πρισκίλλης εὑρέθηκε λίθος ἐνεπίγραφος ποὺ ἔφερε τὰ γράμματα ΜΧΟΥΣΤΙΝΟΣ, δηλαδὴ Μάρτυς Ἰουστίνος, ὁ ὁποῖος ἴσως ἐκάλυπτε τὸν τάφο τοῦ Ἁγίου.
Ὄχι μικρὸς ἀριθμὸς ἄλλων ἔργων τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Ἰουστίνου, μαρτυρουμένων ἀπὸ αὐτὸν τὸν ἴδιο ἢ ἀπὸ μεταγενέστερους συγγραφεῖς, ἔχουν χαθεῖ. Τὰ ἔργα αὐτὰ εἶναι: «Σύνταγμα κατὰ πασῶν τῶν αἱρέσεων»«Κατὰ Μαρκίωνος»«Περὶ ψυχῆς»«Πρὸς Ἔλληνας»«Ἔλεγχος πρὸς Ἕλληνας»«Περὶ μοναρχίας Θεοῦ»«Περὶ Ἀναστάσεως»«Ἑρμηνεία εἰς τὴν Ἀποκάλυψιν»«Ψάλτης»«Πρὸς Σοφιστὴν Εὐφράσιον περὶ προνοίας καὶ πίστεως»«Διάλογος πρὸς Κρήσκεντα»«Πρὸς Ἰουδαίους».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Φιλοσοφίας ταῖς ἀκτῖσιν ἐκλάμπων, θεογνωσίας ὑποφήτης ἐδείχθης, σοφῶς παραταξάμενος κατὰ τῶν δυσμενῶν· σὺ γὰρ ὡμολόγησας, ἀληθείας τὴν γνῶσιν, καὶ Μαρτύρων σύσκηνος, δι’ ἀθλήσεως ὤφθης· μεθ’ ὧν δυσώπει πάντοτε Χριστόν, ὦ Ἰουστῖνε, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Τὸν ἀληθῆ, τῆς εὐσεβείας κήρυκα, καὶ εὐκλεῆ, τῶν μυστηρίων ῥήτορα, Ἰουστῖνον τὸν φιλόσοφον, μετ’ ἐγκωμίων εὐφημήσωμεν· δυνάμει γὰρ σοφίας τε καὶ χάριτος, τὸν λόγον κατετράνωσε τῆς πίστεως, αἰτούμενος πᾶσι θείαν ἄφεσιν.

 

Μεγαλυνάριον.
Χάριτι σοφίας καταυγασθείς, ὡς αὐτοσοφίαν, ἐθεράπευσας τὸν Χριστόν, ὑπὲρ οὗ ἐνδόξως, ἀθλήσας Ἰουστῖνε, σὺν τούτῳ εἰς αἰῶνας, δοξάζῃ ἔνδοξε.

Οἱ Ἅγιοι Εὐέλπιστος, Ἱέρακας, Ἰουστίνος, Ἰούστος, Λιβεριανός, Παίωνας, Χαρίτων καὶ Χαρίτη οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες κατάγονταν ἀπὸ τὴ Ρώμη καὶ ἄθλησαν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Μάρκου Αὐρηλίου (161 – 180 μ.Χ.). Κατηγορηθέντες ὡς Χριστιανοὶ κατὰ τὸν τότε ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν κινηθέντα διωγμό, συνελήφθησαν καὶ ὁδηγήθηκαν ἐνώπιον τοῦ ἔπαρχου Ρουστικοῦ. Ὁμολόγησαν μὲ παρρησία τὸν Χριστὸ ὡς Ἀληθινὸ Θεὸ καὶ ὑπέμειναν τὰ σκληρὰ βασανιστήρια στὰ ὁποῖα ὑπεβλήθησαν. Ἀποκεφαλίσθηκαν, τὸ 166 μ.Χ., περιβληθέντες ἔτσι τὸν ἀμαράντινο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Νέων ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Νέων ἐτελειώθηκε δι’ ἀποκεφαλισμοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Πύρρος 

Ὁ Ἅγιος Πύρρος ἦταν Ἐπίσκοπος καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Θεσπέσιος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Θεσπέσιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Καππαδοκία καὶ ἄθλησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Ἀλεξάνδρου Σεβήρου (222 – 235 μ.Χ.). Διακρινόταν γιὰ τὸν ἔνθεο ζῆλο ὑπὲρ τῆς Χριστιανικῆς πίστεως καὶ τοὺς ἀγῶνες του ὑπὲρ αὐτῆς. Ἐκήρυττε τὸ θεῖο λόγο καὶ διαλεγόταν μὲ τοὺς εἰδωλολάτρες, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ὁδηγήσει πολλοὺς ἀπὸ αὐτοὺς στὴν ἀληθινὴ πίστη. Γιὰ τὴ θεοφιλὴ δράση του συνελήφθη καὶ ὁδηγήθηκε ἐνώπιον τοῦ ἄρχοντος Σιμπλικίου, ὁ ὁποῖος τὸν ἐξεβίαζε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα καὶ νὰ ἀπαρνηθεῖ τὸν Χριστό. Ὁ Ἅγιος Θεσπέσιος ἀρνήθηκε νὰ ὑπακούσει. Γι’ αὐτὸ τὸν κρέμασαν καὶ τοῦ καταξέσκισαν τὶς σάρκες καὶ στὴ συνέχεια τὸν ἔριξαν μέσα σὲ λέβητα μὲ καυτὴ πίσσα καὶ λάδι. Ὅμως, μὲ τὴ Θεία Χάρη, ὁ Ἅγιος ἐξῆλθε ἀβλαβὴς ἀπὸ τὸ μαρτύριο αὐτό, γενόμενος ἔτσι πρόξενος μεταστροφῆς πολλῶν παρευρισκομένων εἰδωλολατρῶν. Κατόπιν τούτου ὁ Σιμπλίκιος διέταξε τὴν μεταφορά του ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη καὶ τὴ δι’ ἀποκεφαλισμοῦ θανάτωσή του. Ἦταν τὸ 222 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Φελινὸς καὶ Γρατινιανὸς οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Φελινὸς καὶ Γρατινιανὸς ἦταν στρατιῶτες τοῦ Ρωμαϊκοῦ στρατοῦ καὶ ἐμαρτύρησαν στὴν πόλη Περούτζια τῆς Ἰταλίας, τὸ 250 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.). Τὰ ἱερὰ λείψανά τους μετεκομίσθησαν, τὸ 979 μ.Χ., στὴν πόλη Ἀρόνα κοντὰ στὸ Μιλάνο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Ἰσχυρίων ὁ Μάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἰσχυρίων καταγόταν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο καὶ ἦταν ἀξιωματικός. Ἐμαρτύρησε, τὸ 250 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.) μαζὶ μὲ πέντε ἀπὸ τοὺς στρατιῶτες του, ἐπειδὴ ὁμολόγησαν τὴν πίστη τους στὸν Χριστό. Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ, ἐπίσης, τὴν μνήμη του στὶς 22 Δεκεμβρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι δέκα χιλιάδες Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες ἐμαρτύρησαν στὴν Ἀντιόχεια ἐπὶ αὐτοκράτορος τῶν Ρωμαίων Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Ρεβεριανὸς καὶ Παῦλος οἱ Ἱερομάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς 

Οἱ Ἅγιοι Ἱερομάρτυρες Ρεβεριανὸς, ποὺ ἦταν Ἐπίσκοπος, καὶ Παῦλος ὁ πρεσβύτερος κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἰταλία καὶ ἔζησαν τὸν 3ο αἰώνα μ.Χ. Ἀπεστάλησαν γιὰ νὰ κηρύξουν τὸ Εὐαγγέλιο στὴ Γαλλία. Συνελήφθησαν στὴν περιοχὴ τοῦ Ἀουτοὺν καὶ ἐμαρτύρησαν, τὸ 272 μ.Χ., μαζὶ μὲ ἄλλους Χριστιανούς, ἐπὶ αὐτοκράτορος Αὐρηλιανοῦ (270 – 275 μ.Χ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Κρεσκεντιανὸς ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Κρεσκεντιανὸς ἦταν στρατιώτης καὶ ἐμαρτύρησε, τὸ 287 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.), στὴν πόλη Σάλντο τῆς Ἰταλίας, κοντὰ στὸ Καστέλλο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Φίρμος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Φίρμος ἄθλησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Μαξιμιανοῦ (286 – 305 μ.Χ.). Ἔνθερμος κήρυκας τῆς Χριστιανικῆς πίστεως, συνελήφθη στὴν Ἀνατολὴ καὶ ὁδηγήθηκε ἐνώπιον τοῦ ἔπαρχου Μάγου, ὁ ὁποῖος τὸν ἐπίεζε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Ὁ Ἅγιος, ἀφοῦ ἀρνήθηκε νὰ ὑπακούσει, ἐγυμνώθηκε καὶ ἐμαστιγώθηκε ἀνηλεῶς. Κατόπιν τὸν ἐκρέμασαν καὶ κατέκοψαν τὶς σάρκες του μὲ μάχαιρες. Ἐπιμένων καὶ παρὰ ταῦτα στὴν πίστη του, ἀφοῦ τοῦ συνέτριψαν τὰ ὀστὰ καὶ ἐξάρθρωσαν τὶς ἀρθρώσεις, μετὰ ἀπὸ ἄγριο λιθοβολισμό, ἐτελειώθηκε δι’ ἀποκεφαλισμοῦ, τὸ 299 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Πρόκλος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Πρόκλος ἦταν Ρωμαῖος ἀξιωματοῦχος καὶ ἐμαρτύρησε, τὸ 304 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Μαξιμιανοῦ (285 – 305 μ.Χ.), στὴν πόλη Μπολόνια τῆς Ἰταλίας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Σεκοῦνδος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Σεκοῦνδος ἄθλησε τὸ 304 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.), ἀφοῦ τὸν ἔριξαν στὸν ποταμὸ Τίβερη κοντὰ στὴν πόλη Ἀμέλια τῆς Οὐμβρίας τῆς Ἰταλίας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Γεράσιμος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυρας Γεράσιμος εἶναι ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές. Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται σὲ Κώδικα τῆς μονῆς Βλατέων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Φουρτουνάτος ὁ Θαυματουργός 

Ὁ Ἅγιος Φουρτουνάτος ἦταν πρεσβύτερος στὴν πόλη Τερριτὰ κοντὰ στὸ σπολέτο τῆς Ἰταλίας. Διακρίθηκε γιὰ τὴ φιλανθρωπία καὶ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας, τὸ ὁποῖο τοῦ ἐδώρισε ὁ Κύριος. Ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 400 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Καρπάσιος τῶν Λερίνων

Ὁ Ὅσιος Καρπάσιος ἔζησε στὴ Γαλλία τὸν 4ο καὶ 5ο αἰώνα μ.Χ. Ἀγάπησε τὸ μοναχικὸ βίο καὶ ἀσκήτεψε ὡς ἐρημίτης στὶς Λερίνους νήσους. Ἐκεῖ συνδέθηκε πνευματικὰ μὲ τὸν Ὅσιο Ὀνωράτο († 16 Ἰανουαρίου) καὶ τὸ μεγαλύτερο ἀδελφό του Ὅσιο Βενάνδιο († 30 Μαΐου). Μαζὶ ἐπισκέφθηκαν τὶς μοναστικὲς κοινότητες τῆς Ἀνατολῆς, γιὰ νὰ γνωρίσουν ἁγίους ἀσκητὲς καὶ νὰ διδαχθοῦν ἀπὸ τὸ βίο τους. Κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ προσκυνηματικοῦ ταξιδίου τους ὁ Ὅσιος Βενάνδιος ἀπέθανε στὴν Ἑλλάδα, ἐνῶ οἱ δύο Ὅσιοι ἐπέστρεψαν στὸ ἀσκητήριό τους. Ἐκεῖ ὁ Ὅσιος Ὀνωράτος ἵδρυσε μονή, στὴν ὁποία, μετὰ τὴν ἐκλογή του εἰς Ἐπίσκοπον, ἐγκατέστησε ἡγούμενο τὸν Ὅσιο Καρπάθιο.
Ὁ Ὅσιος Καρπάθιος, ἀφοῦ ἔζησε θεοφιλῶς, ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 430 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ρουαδανὸς τῆς Κορνουάλης 

Ὁ Ὅσιος Ρουαδανὸς καταγόταν ἀπὸ τὴ Βρετάνη καὶ ἔζησε τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ. Ἀσκήτεψε θεοφιλῶς στὴν περιοχὴ τοῦ Ταβίστοκ, τῆς Κορνουάλης καὶ τῆς Βρετάνης καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη στὴν πόλη Λοκρονὰν στὴ Βρετάνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Οὐϊστάνος ἐξ Ἀγγλίας

Ὁ Ἅγιος Οὐϊστάνος ἦταν υἱὸς τοῦ Βίμμουντ, υἱοῦ τοῦ βασιλέως τῆς Μερσία. Ὅταν ἐκοιμήθησαν ὁ πατέρας καὶ ὁ πάππος του, ὁ μικρὸς Οὐϊστάνος, ὑπὸ τὴν κηδεμονία τοῦ ἀδελφοῦ τοῦ πάππου του, ἀνῆλθε στὸ θρόνο. Ἐν τῷ μεταξὺ ὁ Ἅγιος ἐμεγάλωσε καὶ προέκοπτε σὲ χάρη καὶ σοφία Θεοῦ καὶ ἀγωνιζόταν νὰ τηρεῖ τὶς ἐντολὲς τοῦ Εὐαγγελίου. Ὅμως ὁ ἐπίτροπος τοῦ θρόνου Βερθούλφιος (840 – 852 μ.Χ.) συνωμότησε μαζὶ μὲ τὸν υἱό του κατὰ τοῦ Ἁγίου, γιὰ νὰ ἀπαλλαγοῦν ἀπὸ τὸ νόμιμο διάδοχο τοῦ θρόνου, καὶ τὸν ἐδολοφόνησαν, τὸ 849 μ.Χ., κατὰ τὴν στιγμὴ ποὺ ἐκεῖνος ἐπλησίαζε τὸν ἐξάδελφό του, γιὰ νὰ τὸν χαιρετήσει. Τὸ κατακρεουργηθὲν λείψανο τοῦ Ἁγίου ἐνταφιάσθηκε ἀπὸ τὴ μητέρα του μὲ εὐλάβεια καὶ πολλὰ θαύματα ἐτελέσθηκαν μὲ τὴ μεσιτεία του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ἀγαπητὸς ὁ Ἀνάργυρος καὶ Ἰαματικός

Ὁ Ὅσιος Ἀγαπητὸς ἔζησε στὴ Ρωσία περὶ τὸν 11ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἀσκήτεψε στὴ Μεγάλη Λαύρα τοῦ Κιέβου στὰ χρόνια τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου († 10 Ἰουλίου). Ὁ Ὅσιος πράγματι ἦταν ἀγαπητὸς στὸν Θεὸ καὶ ἔτσι τὸν ἀξίωσε τοῦ χαρίσματος τῆς θαυματουργίας. Ἡ φήμη του ἁπλώθηκε παντοῦ καὶ πλήθη πιστῶν ἔρχονταν στὸν Ὅσιο, γιὰ νὰ θεραπευθοῦν. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ τὸν ἀποκαλοῦσαν ἰατρό. Ἀνάμεσα στοὺς ἄλλους, ἐθεράπευσε καὶ τὸν πρίγκιπα τοῦ Τσέρνιγκωφ Βλαδίμηρο Βσεβολόντοβιτς, ὁ ὁποῖος ἀργότερα ἔγινε μεγάλος πρίγκιπας τοῦ Κιέβου μὲ τὴν ἐπωνυμία «Μονομάχος».
Ὁ Ὅσιος Ἀγαπητὸς ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη καὶ τὰ ἱερὰ λείψανά του φυλάσσονται στὸ Σπήλαιο τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Σίος ὁ Ὁσιομάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Σίος (Γκαρεγκέλι) ἔζησε στὴ Γεωργία τὸ 17ο καὶ 18ο αἰώνα μ.Χ. Ἀσκήτεψε θεοφιλῶς στὴν ἔρημο τοῦ Ὁσίου Δαβὶδ στὴν ἀνατολικὴ Γεωργία καὶ ἐτελειώθηκε μαρτυρικὰ ἀπὸ τοὺς Μουσουλμάνους τοῦ Καυκάσου, τὸ 1700.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Διονύσιος ὁ Θαυματουργός τοῦ Γλουσέτσκ 

Ὁ Ὅσιος Διονύσιος, κατὰ κόσμον Δημήτριος, ἐγεννήθηκε, πιθανὸν τὸ 1362, στὰ προάστια τῆς πόλεως Βολογκντὰ τῆς Ρωσίας. Ἀπὸ μικρὴ ἡλικία ἀγαποῦσε τὸ μοναχικὸ βίο. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ ἄφησε τὴν πατρικὴ οἰκία καὶ εἰσῆλθε, τὸ 1386/87, στὴ μονὴ Σπασοκαμένσκϊυ. Ἡγούμενος ἦταν ὁ Διονύσιος ὁ Ἕλλην, μετέπειτα Ἐπίσκοπος Ροστώβ († 1425). Ὁ νεαρὸς Δημήτριος μὲ δάκρυα στὰ μάτια παρεκάλεσε τὸν ἡγούμενο νὰ τὸν κάνει μοναχό. Ὁ ἡγούμενος Διονύσιος, βλέποντας τὸν ἔνθεο ζῆλο του, προχώρησε στὴ μοναχικὴ κουρὰ καὶ τοῦ ἔδωσε τὸ ὄνομα Διονύσιος, ἐνῶ τὸν ἐμπιστεύθηκε στὴν πνευματικὴ καθοδήγηση κάποιου ἐκ τῶν ἀδελφῶν τῆς μονῆς. Ἐκεῖ ἔζησε γιὰ ἐννέα χρόνια μὲ ὑπακοή, νηστεία καὶ ἀδιάλειπτη προσευχή, χωρὶς νὰ μειώσει ποτὲ τὴν ἄσκηση μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του.

Ἡ ταπεινοφροσύνη, ἡ ἄσκηση στὴν ἀγάπη καὶ ἡ ἐργατικότητά του ἔκαναν τὸν Ὅσιο Διονύσιο πολὺ ἀγαπητὸ μεταξὺ τῶν μοναχῶν, ποὺ τὸν ἐθεωροῦσαν ἄνθρωπο μὲ μεγάλο πνευματικὸ βάρος.

Ἀπὸ τὴ μονὴ ἔφυγε, μαζὶ μὲ τὸ μοναχὸ Παχώμιο, μετὰ ἀπὸ εὐλογία τοῦ ἡγουμένου, μὲ προορισμὸ τὴν ξεχασμένη κοινοβιακὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Λουκᾶ ἀναζητώντας τὴν ἡσυχία. Ὁ ἅγιος βίος καὶ ἡ πνευματικὴ σοφία τοῦ Ὁσίου Διονυσίου προσείλκυσαν πολὺ κόσμο. Ὁ Ὅσιος συμπεριφερόταν πρὸς ὅλους ὡς πραγματικὸς πατέρας. Κατεῖχε, ἐπίσης, τὸ χάρισμα τοῦ ἁγιογράφου, ἐνῶ παράλληλα ἐργαζόταν ὡς μαραγκὸς καὶ σιδηρουργὸς γιὰ τὶς ἀνάγκες τῆς μονῆς. Δὲν ἐπερνοῦσε λεπτὸ χωρὶς ἀσχολία καὶ ἔτρωγε μόνο ἐλάχιστη τροφή, ὅταν ἐξαντλοῦσε ὅλες του τὶς δυνάμεις. Τὸ 1396, ὁ Ὅσιος Διονύσιος ἐχειροτονήθηκε διάκονος καὶ πρεσβύτερος ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο τοῦ Ροστὼβ Γρηγόριο († 1416).

Ὅμως ὁ μοναχὸς Παχώμιος δὲν ἄντεξε τὴ σκληρὴ ἄσκηση καὶ γι’ αὐτὸ ἀναγκάσθηκε καὶ ὁ Ὅσιος Διονύσιος νὰ ἀγκαταλείψει τὸ μέρος ἐκεῖνο μαζί του. Ἐπῆγε ἀνατολικά, στὴ λίμνη Κουμπενσκόε, 15 χιλιόμετρα ἀπὸ τὴν ὄχθη τοῦ ποταμοῦ Γκλουσίκα. Ἐγκαταστάθηκε σὲ ἕνα ἀπομακρυσμένο μέρος τὸ ὁποῖο περιέβαλαν δένδρα. Στὸν τόπο αὐτὸ ὕψωσε τὸ σταυρὸ ποὺ μετέφερε ἀπὸ τὸν Ἅγιο Λουκᾶ καὶ ἀφοῦ κατασκεύασε ἕνα κελί, ἐξεκίνησε ἀπομονωμένος τὴ σκληρὴ ζωὴ τοῦ ἐρημίτου. Μὲ τὸν ἐρχομὸ ἑνὸς στάρετς καὶ μερικῶν ἄλλων ἀδελφῶν, οὁ ὁποῖοι ἐπιθυμοῦσαν νὰ μείνουν μαζί του, περὶ τὸ 1400, ἐδημιούργησε μία μικρὴ μοναχικὴ ἀδελφότητα. Ἐκαλλιεργήθηκε ἔτσι ἡ σκέψη νὰ κτιστεῖ ἕνα μοναστήρι. Μὲ τὴ βοήθεια τοῦ πρίγκιπος τῆς περιοχῆς, ὁ ὁποῖος ἦταν ὁ πατέρας τοῦ πρίγκιπος Ἰωάσαφ, ποὺ ἔγινε καὶ αὐτὸς μοναχός, ἐστάλησαν ἐργάτες καὶ ἐξεκίνησε ἡ οἰκοδόμηση τοῦ μοναστηριοῦ. Τὸ 1402, ὁ Ὅσιος Διονύσιος ἐπῆγε στὸ Ροστὼβ προκειμένου νὰ πάρει τὴν ἄδεια τοῦ Ἐπισκόπου Γρηγορίου γιὰ τὴν ἀνέγερση τῆς νέας μονῆς. Ὁ Ἐπίσκοπος συμβούλευσε τὸν Ὅσιο νὰ ἱδρύσει κοινόβια μονή, γιὰ νὰ μὴν ἔχουν προσωπικὴ περιουσία οἱ μοναχοὶ καὶ νὰ ζοῦν μὲ κοινοκτημοσύνη κατὰ τὸ πρότυπο τῶν Ἀποστόλων. Τὸ 1403, ἐτελείωσε ὁ ξύλινος ναὸς τοῦ μοναστηριοῦ, ὁ ὁποῖος ἦταν ἀφιερωμένος στὴ Κυρία Θεοτόκο.

Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη οἱ πατέρες τῆς μονῆς ἦταν περὶ τοὺς 15 καὶ ἐμόναζαν σύμφωνα μὲ τοὺς αὐστηροὺς κοινοβιακοὺς κανόνες τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Καθὼς αὐξανόταν σταδιακὰ ὁ ἀριθμὸς τῶν ἀδελφῶν τῆς μονῆς, τὸ 1412, ἐκτίσθηκε μία καινούργια ἐκκλησία, καὶ αὐτὴ ἀφιερωμένη στὴν Παναγία.

Ἡ ἀγάπη γιὰ τὴν ἐρημικὴ ζωὴ ἦταν ριζωμένη στὴν καρδιὰ τοῦ Ὁσίου Διονυσίου καὶ τὸν προκαλοῦσε νὰ ἐγκατασταθεῖ σὲ ἕνα ἀπομακρυσμένο καὶ κρυφὸ τόπο. Ἔτσι ἀπεφάσισε νὰ μεταβεῖ 4 χιλιόμετρα μακριὰ ἀπὸ τὴ μονὴ στὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Γλουσίκα, περιοχὴ ποὺ ἀργότερα ὀνομάστηκε Σονσοβέτς. Ἐκεῖ διέμενε σὲ ἄγνοια τῶν μοναχῶν, προσευχόμενος καὶ νηστεύοντας αὐστηρά. Μετὰ ἀπὸ μεγάλες πιέσεις τῶν ἄλλων μοναχῶν ὁ Ὅσιος Διονύσιος ἐπέστρεψε στὸ μοναστήρι, ἀλλὰ ἀποφάσισε νὰ κτίσει μικρὰ ἀσκηταριὰ στὴν περιοχὴ τοῦ Σονσοβὲτς γιὰ τοὺς μοναχοὺς ἐκείνους ποὺ ἐπιθυμοῦσαν νὰ ἀποσυρθοῦν στὴν ἔρημο. Τὸ 1419, ἐπῆγε ἐκ νέου στὸ Ροστὼβ προκειμένου νὰ πάρει τὴν εὐλογία τοῦ Ἐπισκόπου γιὰ τὸ νέο μοναστήρι. Ὁ Ἐπίσκοπος, ἀφοῦ τοῦ ἔδωσε τὴν εὐλογία του, τοῦ προσέφερε μία εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Βρεφοκρατούσας καὶ διάφορα ἄλλα σκεύη γιὰ τὸ ναό. Ἔτσι στὸ Σονσοβὲτς ἐκτίστηκε, τὸ 1420, μία ἐκκλησία ἀφιερωμένη στὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο. Γιὰ τὴν ἀνέγερση τοῦ μοναστηριοῦ, ὁ Ὅσιος Διονύσιος κατάφερε νὰ ἐξασφαλίσει τὴν οἰκονομικὴ βοήθεια τοῦ πρίγκιπος Γεωργίου, τοῦ ὁποίου διασώζονται τρεῖς ἐπιστολὲς περὶ τῶν δωρεῶν του. Περὶ τὸ 1422, ὁ Ὅσιος Διονύσιος ἐγκατέλειψε τὸ μοναστήρι τοῦ Γλουσίκα καὶ τὴν ἡγουμενία, γιὰ νὰ ζήσει ἀκόμη πιὸ ἀσκητικὰ μὲ μερικοὺς μοναχοὺς στὸ Σονσοβέτς.

Ἡ ἀγάπη πρὸς τοὺς πτωχοὺς καὶ ἡ ἐλεημοσύνη ἦταν ἰδιαίτερο χαρακτηριστικὸ τῆς πνευματικότητος τοῦ Ὁσίου Διονυσίου. Σὲ περιόδους πείνας πολλοὶ ἦσαν ἐκεῖνοι ποὺ κατέφευγαν στὸ μοναστήρι, γιὰ νὰ πάρουν λίγο ψωμὶ καὶ ὅ,τι ἄλλο μποροῦσε νὰ τοὺς διαθέσει. Διέθετε ἀκόμη καὶ τὸ ἰδικό του φαγητὸ στοὺς ἐνδεεῖς. Οἱ ἀδελφοὶ τῆς μονῆς κάποιες φορὲς δὲν κατανοοῦσαν αὐτὴ τὴ γενναιοδωρία τοῦ Ὁσίου Διονυσίου, ἡ ὁποία κάποιες φορὲς ἀπειλοῦσε νὰ ἐξαντλήσει ἀκόμη καὶ τὶς λιγοστὲς προμήθειες τῆς μονῆς.

Στὴ βιογραφία τοῦ Ὁσίου Διονυσίου καταγράφεται τὸ παρακάτω περιστατικό: «Ἕνας νέος μεταμφιέσθηκε σὲ ζητιάνο μὲ τὴν καθοδήγηση τῶν μοναχῶν. Αὐτὸς ἐπῆγε στὴν πόρτα τοῦ μοναστηριοῦ καὶ ἐζήτησε βοήθεια ἀπὸ τὸν Ὅσιο Διονύσιο. Ἐκεῖνος τοῦ ἔδωσε χρήματα, ἀλλὰ τὸ ἴδιο βράδυ οἱ μοναχοὶ ἀπεκάλυψαν στὸν Ὅσιο τί εἶχαν κάνει δίδοντάς του πίσω τὰ χρήματα ποὺ εἶχε δώσει στὸ νέο. Ὁ Ὅσιος, χωρὶς νὰ θυμώσει, τοὺς εἶπε ὅτι ἐφ’ ὅσον εἶναι ἐντολὴ τοῦ Κυρίου νὰ κάνουμε τὸ καλὸ θὰ πρέπει νὰ σταματήσουν νὰ τοῦ ὑποδεικνύουν νὰ πάψει νὰ εἶναι ἐλεήμων. Κατηχώντας τοὺς ἄλλους μοναχούς, ἔλεγε: «Παιδιά μου, μὴ φοβᾶσθε τοὺς κόπους ποὺ ἔχει ἡ ἔρημος καὶ μὴν ἀφήνετε τὴν ἄσκηση. Μέσα ἀπὸ πολλὲς δοκιμασίες θὰ φθάσουμε στὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ἐλευθερωθεῖτε μὲ τὴ νηστεία ἀπὸ κάθε χοϊκὸ καὶ φθαρτὸ πράγμα. Ἡ προσευχή μας πρέπει νὰ πηγάζει ἀπὸ τὴν καθαρὴ καρδιά μας καὶ θὰ πρέπει νὰ εἴμαστε ταπεινοί. Σχετικὰ μὲ τὴν ἐλεημοσύνη σᾶς ὑπενθυμίζω τὰ λόγια τοῦ Κυρίου: «Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες». Ἂς εἴμαστε ἐλεήμονες ἀπέναντι σὲ ὅλους καὶ ὁ Κύριος θὰ δείξει ἔλεος καὶ σὲ ἐμᾶς, διότι ἀγαπᾶ τὸν Θεὸ μόνον ὅποιος ἀγαπᾶ τὸν ἀδελφό του».

Ἑπτὰ χρόνια πρὶν τὴν κοίμησή του ὁ Ὅσιος ἔσκαψε τὸν τάφο του καὶ κάθε ἡμέρα τὸν ἐπισκεπτόταν. Μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο ἐκαλλιεργοῦσε στὴν καρδιά του τὴ μνήμη τοῦ θανάτου.
Ὁ Ὅσιος Διονύσιος ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 1437, σὲ ἡλικία ἑβδομήντα πέντε ἐτῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Σύναξις τῶν Ἁγίων Δαβίδ, Γαβριὴλ καὶ Παύλου Ὁσιομαρτύρων ἐκ Γεωργίας 

Ἡ μνήμη τῶν Ἁγίων Ὁσιομαρτύρων Δαβίδ, Γαβριὴλ καὶ Παύλου τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία στὶς 17 Μαρτίου, ὅπου καὶ ὁ βίος τους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Μνήμη θαύματος ἀπαλλαγῆς τῆς νήσου Λευκάδος ἐκ τῆς πανώλης 

Τὸ νησὶ τῆς Λευκάδος περὶ τὰ μέσα τοῦ 18ου αἰῶνος μ.Χ. ἐπέρασε μία μεγάλη δοκιμασία ἀπὸ τὸ λοιμὸ τῆς πανώλης. Μὲ βάση διάφορα στοιχεῖα, 1.800 κάτοικοι ἀφανίσθηκαν ἀπὸ τὴν «πανούκλα». Ἐπίσης ἡ Ἑνετικὴ φρουρὰ ἀποδεκατίσθηκε. Τὸ ἴδιο καὶ ὁλόκληροι οἰκισμοί, ὅπως τὰ Κολυβάτα τοῦ ὀρεινοῦ χωριοῦ Ἀλέξανδρος. Τὸν Αὔγουστο τοῦ 1743, ὁ Ἱερομόναχος Ματθαῖος μετέφερε στὴ Λευκάδα ἀπὸ τὴν ἱερὰ μονὴ Δουσίκου, κοντὰ στὰ Τρίκαλα, τὴν τίμια κάρα τοῦ Ἁγίου Βησσαρίωνος, Ἀρχιεπισκόπου Λαρίσης († 14 Σεπτεμβρίου). Μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Ἁγίου οἱ Λευκαδίτες ἐσώθησαν ἀπὸ τὴ φοβερὴ ἀσθένεια. Ἀνήγειραν μάλιστα ναὸ πρὸς τιμήν του στὸ χῶρο ὅπου εἶχε στηθεῖ προηγουμένως τὸ λοιμοκαθαρτήριο καὶ τὸν παρεχώρησαν ὡς μετόχι στὴ μονὴ Δουσίκου. Ἡ περιοχὴ ἐκείνη μέχρι σήμερα ὀνομάζεται «Ἁγία Κάρα».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὠφέλιμος Διήγησις γεωργοῦ τινος Μετρίου ὀνομαζομένου 

Στὴν πόλη Γαλατία τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ἐζοῦσε κάποιος γεωργός, ὁ ὁποῖος ὀνομαζόταν Μέτριος. Αὐτός, λοιπόν, ἔβλεπε τὴν οίκογένεια τοῦ γείτονά του, ποὺ εἶχε υἱούς, καὶ τοὺς προετοίμαζε, γιὰ νὰ γίνουν στελέχη τῆς βασιλικῆς αὐλῆς. Τότε ὁ Μέτριος μὲ παράπονο ἀπευθύνθηκε στὸν Θεὸ καὶ τὸν ἱκέτευσε νὰ τοῦ χαρίσει υἱό, γιὰ νὰ τὸν ἔχει ὡς καταφύγιο καὶ παρηγοριὰ στὰ γηρατειά του. Μετὰ τὴν προσευχή του μετέβη σὲ ἕνα πανηγύρι ποὺ ἐγινόταν μία φορὰ τὸν χρόνο στὴν Παφλαγονία. Κατὰ τὴν ἐπιστροφὴ ἐσταμάτησε, γιὰ νὰ ξεκουρασθεῖ καὶ νὰ ποτίσει τὸ ζῶο του, σὲ ἕνα δάσος. Ἐκεῖ εὑρῆκε ἕνα σακούλι, τὸ ὁποῖο περιεῖχε χίλια πεντακόσια χρυσὰ νομίσματα. Χωρὶς νὰ τὸ ἀνοίξει, τὸ ἐπῆρε καὶ τὸ ἐπῆγε στὴν οἰκία του. Τὸν ἑπόμενο χρόνο ὁ Μέτριος ξαναπῆγε στὴν πανήγυρη τῆς Παφλαγονίας. Κατὰ τὴν ἐπιστροφὴ καὶ πάλι ἐσταμάτησε στὸ δάσος καὶ παρατηροῦσε τοὺς διερχόμενους ἀπὸ ἐκεῖνο τὸν τόπο. Τότε ἐφάνηκε κάποιος, ὁ ὁποῖος ἔψαχνε κάτι καὶ ἦταν γεμάτος ἀπὸ θλίψη καὶ στενοχώρια. Ὁ Μέτριος τὸν ἐρώτησε τί ἔχει καὶ ὁ ἄνθρωπος τοῦ ἀπάντησε ὅτι ἦταν ἔμπορος καὶ πέρυσι εἶχε πουλήσει πολλὰ ἐμπορεύματα στὴν πανήγυρη, ἀλλὰ ἔχασε τὰ χρήματα ποὺ ἐκέρδισε. Τότε ὁ Μέτριος ἔβγαλε καὶ τοῦ παρέδωσε τὸ σακούλι μὲ τὰ νομίσματα. Ὁ ἔμπορος τὰ ἔχασε. Δὲν ἤξερε πῶς νὰ ἀντιδράσει. Ὁ Μέτριος τοῦ ἐξήγησε τί εἶχε συμβεῖ καὶ ἐκεῖνος, θέλοντας νὰ τὸν εὐχαριστήσει, ἔβγαλε καὶ τοῦ πρόσφερε πεντακόσια νομίσματα. Ὁ Μέτριος δὲν θέλησε νὰ στερήσει ἀπὸ τὸν ἔμπορο τὸν κόπο του καὶ ἀρνήθηκε. Ἔτσι, ἀφοῦ καὶ οἱ δύο ἐδόξασαν τὸ Ὄνομα τοῦ Θεοῦ, ἀποχωρίσθηκαν.

Τὸ ἴδιο βράδυ, ποὺ ὁ Μέτριος ἔπεσε νὰ κοιμηθεῖ, εἶδε στὸν ὕπνο του Ἄγγελο Κυρίου, ὁ ὁποῖος τοῦ ἔφερε τὸ χαρμόσυνο ἄγγελμα ὅτι θὰ ἀποκτήσει υἱό, θὰ τὸν ὀνομάσει Κωνσταντίνο καὶ θὰ φέρει τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ στὸν οἶκό του.

Πράγματι! Ἡ σύζυγος τοῦ Μετρίου ἔτεκε υἱό, τὸν ὁποῖο ἀνέθρεψε μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου καὶ τὸν ἀπέστειλε γιὰ σπουδὲς στὴν Κωνσταντινούπολη. Ὁ αὐτοκράτορας τοῦ ἔδωσε τὸν τίτλο τοῦ πατρικίου καὶ αὐτὸς μὲ τὴ σειρά του προσέφερε πολλὰ ἀγαθὰ στοὺς γονεῖς του.
Μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο ὁ Θεὸς ἀντάμειψε τὴν τιμιότητα καὶ τὸ ἦθος ἑνὸς ἁπλοῦ γεωργοῦ, τοῦ Μετρίου, ὁ ὁποῖος δὲν ὑπέκυψε στὸς πειρασμὸ τῆς φιλαργυρίας, ἀλλ’ ἐμπιστεύθηκε τὴ ζωή του στὸ θέλημα τοῦ Κυρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἑρμείας καταγόταν ἀπὸ τὰ Κόμανα τῆς Καππαδοκίας καὶ ἄθλησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Μάρκου Αὐρηλίου τοῦ Ἀντωνίνου (138 – 161 μ.Χ.). Ὑπηρετώντας ὡς στρατιώτης στὶς Ρωμαϊκὲς λεγεῶνες, κατὰ τὸ διωγμὸ ποὺ κινήθηκε τότε ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν, διεβλήθη καὶ αὐτὸς ὡς Χριστιανός, συνελήφθη δὲ καὶ ὁδηγήθηκε ἐνώπιον τοῦ δούκα Σεβαστιανοῦ, ἐξαναγκαζόμενος νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Ὁ Ἑρμείας ἀρνήθηκε νὰ ὑπακούσει καὶ ἐξ αἰτίας αὐτοῦ τοῦ συνέτριψαν τὶς σιαγόνες, τοῦ ἔγδαραν τὸ δέρμα τοῦ προσώπου, τοῦ ἔσπασαν τοὺς ὀδόντες καὶ τὸν ἔριξαν σὲ ἀναμμένο καμίνι.
Ἀφοῦ ἐξῆλθε ἀβλαβὴς ἀπὸ τὰ μαρτύρια αὐτά, ποτίστηκε μὲ ἰσχυρότατο δηλητήριο. Ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴ δοκιμασία αὐτὴ ἐξῆλθε ἀβλαβής, καὶ ἔγινε πρόξενος μεταστροφῆς πρὸς τὸν Χριστὸ τοῦ μάγου ποὺ τοῦ χορήγησε αὐτό. Γι’ αὐτὸ τὸν λόγο ὁ μάγος ἀποκεφαλίσθηκε, ὅπως καὶ πολλοὶ ἄλλοι εἰδωλολάτρες. Ὑποβλήθηκε σὲ σειρὰ νέων βασανιστηρίων, τέθηκε ἐντὸς ζέοντος ἐλαίου καὶ τυφλώθηκε, στὴ συνέχεια δὲ ἐπὶ τρεῖς ἡμέρες, ἀφοῦ κρεμάσθηκε σὲ δένδρο, τελειώθηκε διὰ ἀποκεφαλισμοῦ. Ἀξιώθηκε ἔτσι τοῦ μαρτυρικοῦ στεφάνου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Χριστῷ στρατευσάμενος, τῷ Βασιλεῖ τοῦ παντός, γενναίως διέκοψας, τὰς παρατάξεις ἐχθρῶν, Ἑρμεία πανένδοξε· σὺ γὰρ ἐγκαρτερήσας, πολυτρόποις αἰκίαις, ἤθλησας ἐν τῷ γήρᾳ, ὡς τοῦ Λόγου ὁπλίτης· ᾧ πρέσβευε Ἀθλοφόρε, σώζεσθαι ἅπαντας.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τοῦ Χριστοῦ τὸ ὄνομα, ὁμολογήσας εὐτόνως, καὶ σφοδρῶν κολάσεων, ὑπενεγκὼν τὰς ὀδύνας, ᾔσχυνας, τῶν παρανόμων τὰς ἐπινοίας· ἔδειξας, τῆς εὐσεβείας πᾶσι τὸ κράτος· διὰ τοῦτό σε Ἑρμεία, ὁ Ἀθλοθέτης Λόγος ἐδόξασε.

 

Μεγαλυνάριον.
Ὅπλοις ἀληθείας περιφραχθείς, κάθεῖλες τοῦ ψεύδους, Ἀθλοφόρε τὸν εὑρετήν, ἐν γήρᾳ νεάζον, ψυχῆς φρόνημα φέρων, καὶ ἤθλησας νομίμως, Ἑρμεία ἔνδοξε.

Ἡ Ἁγία Πετρονίλα ἡ Μάρτυς 

Ἡ Ἁγία Μάρτυς Πετρονίλα ἔζησε τὸν 1ο ἢ 3ο αἰώνα μ.Χ. Στὸ κοιμητήριο τῆς Δομιτίλλης, στὴ Ρώμη, ὑπάρχει μία νωπογραφία, ἡ ὁποία χρονολογεῖται ἀπὸ τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ., καὶ στὴν ὁποία ἀπεικονίζεται τὸ μαρτύριο τῆς Ἁγίας Πετρονίλης.

Ἡ Ἁγία καταγόταν ἀπὸ εὐγενὴ οἰκογένεια, ἦταν Χριστιανὴ καὶ ἀρνήθηκε νὰ νυμφευθεῖ ἕναν εὐγενή, ὀνομαζόμενο Φλάσσο, ἐπειδὴ ἤθελε νὰ ἀφιερωθεῖ στὸ Νυμφίο της Χριστό. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ συνελήφθη καὶ τελειώθηκε μαρτυρικά.
Ἡ παράδοση θεωρεῖ, λόγῳ τοῦ ὀνόματός της, ὅτι ἦταν θυγατέρα τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου ἢ ἀφοσιωμένη μαθήτρια τοῦ Ἀποστόλου, ποὺ τὸν βοηθούσε στὸ ἔργο του. Ὅμως ἡ παράδοση αὐτὴ ἀναφέρεται σὲ διάφορα βιβλία τῶν Γνωστικῶν τοῦ 6ου αἰώνος μ.Χ. καὶ οἱ περισσότεροι μελετητὲς - ἁγιολόγοι δὲν ἀποδέχονται τὴν ἄποψη αὐτή.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Κρήσκης ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Κρήσκης καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Σάρραρι τῆς Σαρδηνίας καὶ μαρτύρησε τὸ 130 μ.Χ., κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Ἀδριανοῦ (117 – 138 μ.Χ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Εὐσέβιος καὶ Χαράλαμπος οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Εὐσέβιος καὶ Χαράλαμπος κατάγονταν ἀπὸ τὴ Νικομήδεια καὶ εἶναι ἄγνωστο πότε μαρτύρησαν. Ἐπειδὴ ἦταν Χριστιανοὶ συνελήφθησαν καί, ἀρνούμενοι νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα, ὑπέστησαν μαζὶ μὲ τοὺς Ἁγίους Μάρτυρες Ρωμανό, Τελέτιο ἢ Μελέτιο καὶ Χριστίνα († 30 Μαΐου), τὸν ἐπὶ τῆς πυρᾶς μαρτυρικὸ θάνατο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Μάγος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος αὐτὸς Μάρτυς, τοῦ ὁποίου τὸ ὄνομα δὲν γνωρίζουμε, ἦταν ἐκεῖνος ποὺ ἔδωσε στὸν Ἅγιο Μάρτυρα Ἑρμεία τὸ ἰσχυρὸ δηλητήριο, ἀλλὰ βλέποντας τὴν ἀληθινὴ δύναμη τῆς πίστεως στὸν Χριστό, ὁμολόγησε τὸ Ὄνομα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ἔγινε Χριστιανός. Τελειώθηκε μαρτυρικὰ δι’ ἀποκεφαλισμοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἅγιοι πέντε Μάρτυρες ἐν Ἀσκαλώνι

Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ πέντε Μάρτυρες τελειώθηκαν μαρτυρικά, ἀφοῦ τοὺς ἔσυραν κατὰ γῆς μέχρι θανάτου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Κάνδιος, Κανδιανός, Κανδιανέλλη καὶ Πρῶτος οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Κάνδιος, Κανδιανός καὶ Κανδιανέλλη κατάγονταν ἀπὸ ἐπιφανὴ Ρωμαϊκὴ οἰκογένεια καὶ ἦσαν ἀδέλφια. Διδάσκαλος καὶ πνευματικὸς καθοδηγητής τους ἦταν ὁ Ἅγιος Πρῶτος. Ὅταν ἄρχισε, ἐπὶ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.), ὁ διωγμὸς κατὰ τῶν Χριστιανῶν, πούλησαν τὰ ὑπάρχοντά τους, μοίρασαν τὰ χρήματα στοὺς φτωχοὺς καὶ ἔφυγαν ἀπὸ τὴν πόλη. Ὅμως συνελήφθησαν καὶ ὁδηγήθηκαν ἐνώπιον τοῦ ἄρχοντος Δουλκιδίου. Ἐπειδὴ ἀρνήθηκαν νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα καὶ ὁμολόγησαν τὴν πίστη τους στὸν Χριστό, ἀποκεφαλίσθηκαν τὸ 304 μ.Χ.
Ἕνας εὐλαβὴς ἱερέας, ὁ Ζωΐλος, περισυνέλεξε τὰ ἱερὰ λείψανα αὐτῶν καὶ τὰ ἐνταφίασε μὲ εὐλάβεια.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Λουπικίνος Ἐπίσκοπος Βερόνας 

Ὁ Ἅγιος Λουπικίνος ἔζησε τὸν 5ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἦταν Ἐπίσκοπος Βερόνας. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Πασχάσιος 

Ὁ Ἅγιος Πασχάσιος ἔζησε τὸν 5ο καὶ 6ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἦταν διάκονος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης. Συνέγραψε πολλὰ θεολογικὰ ἔργα, τὰ ὁποία ὅμως δὲν διασώθηκαν. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 512 μ.Χ. καὶ ἀναφέρεται ἀπὸ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸν Διάλογο, Ἐπίσκοπο Ρώμης († 12 Μαρτίου).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Εὐστάθιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

Ὁ Ἅγιος Εὐστάθιος εἶναι ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστὲς καὶ τὰ Μηναῖα. Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται στὸ Βυζαντινὸν Ἑορτολόγιον. Κατ’ αὐτό, ὁ Ἅγιος ἦταν πρωτοπρεσβύτερος τοῦ παλατιοῦ καὶ ἀνῆλθε στὸν πατριαρχικὸ θρόνο τὸ 1019 καὶ διαδέχθηκε τὸν θανόντα Πατριάρχη Σέργιο Β’ (999 – 1019). Ἀφοῦ ποίμανε τὴν Ἐκκλησία θεοφιλῶς, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ Νοέμβριο ἢ Δεκέμβριο τοῦ 1025.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Φιλόθεος Μητροπολίτης Τομπόλσκ

Ὁ Ἅγιος Φιλόθεος γεννήθηκε τὸ 1650 ἀπὸ εὐγενὴ καὶ ἀριστοκρατικὴ οἰκογένεια τῆς Οὐκρανίας. Τελείωσε τὴ θεολογικὴ ἀκαδημία τοῦ Κιέβου καὶ νυμφεύθηκε. Λίγο ἀργότερα χειροτονήθηκε πρεσβύτερος καὶ γιὰ μερικὰ χρόνια διακόνησε ὡς ἐφημέριος. Ἡ πρεσβυτέρα πέθανε νωρὶς καὶ ὁ Ἅγιος ἔγινε μοναχὸς στὴ Λαύρα τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου, ὅπου διακρίθηκε γιὰ τὸν ἀσκητικό του βίο, τὴν ἀδιάλειπτη προσευχὴ καὶ τὴ  νηστεία.

Κατὰ τὰ ἔτη 1701 – 1702, διετέλεσε ἡγούμενος τῆς μονῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τοῦ Ζβὲν στὴν ἐπαρχία Ὀρλώφ. Τὸ 1702 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος καὶ τοποθετήθηκε στὴν ἐπαρχία Σιβηρίας καὶ Τομπόλσκ. Ἡ ἐπαρχία του ἐκτεινόταν ἀπὸ τὴν Ἀρκτικὴ μέχρι τὸν Εἰρηνικὸ ὠκεανὸ καὶ ἀπὸ τὰ Οὐράλια ὄρη μέχρι τὴν Κίνα καὶ ἡ κύρια δραστηριότητά του ἦταν ἡ ἱεραποστολή. Μέσα σὲ εἴκοσι πέντε χρόνια περιόδευσε ἱεραποστολικὰ τὴ Σιβηρία, τὴν Καμτσάτκα, τὴ Μογγολία καὶ τὴ βόρεια Κίνα. Πολλὲς φορὲς δέχθηκε ἐπιθέσεις ἀπὸ εἰδωλολάτρες, ἀλλὰ παρὰ τὶς πολλὲς δοκιμασίες ποτὲ δὲν κατέφυγε στὴ βία κατὰ τὴν ἐξάσκηση τοῦ ἱεραποστολικοῦ του ἔργου. Κατάφερε ἔτσι νὰ βαπτίσει περὶ τοὺς σαράντα χιλιάδες εἰδωλολάτρες.

Ὁ Ἅγιος φρόντισε γιὰ τὴ μείωση τῶν φόρων τῶν νεοβαπτιζομένων καὶ τὴν ἀνέγερση νέων ἐκκλησιῶν. Ἔτσι αὔξησε τὶς ἐνορίες τῆς Σιβηρίας ἀπὸ ἑκατὸν ἑξήντα σὲ τετρακόσιες σαράντα ὀκτώ.

Παράλληλα σὲ κάθε ἱεραποστολικὸ κλιμάκιο ἔκτισε ἐκκλησιαστικὲς σχολὲς γιὰ τὰ παιδιὰ τῶν ἰθαγενῶν, δίδοντας ἔτσι ἰδιαίτερη σημασία στὴν παιδεία καὶ τὴ μόρφωση. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ ζήτησε καὶ τὴ βοήθεια τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Κιέβου διὰ τῆς ἀποστολῆς μορφωμένων ἱεραποστόλων μοναχῶν καὶ βιβλίων.

Τὸ 1709 ὁ Ἅγιος ἀσθένησε καὶ ἔλαβε τὸ μεγάλο σχῆμα, ὀνομαζόμενος Θεόδωρος, στὴ μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος τοῦ Τιοῦμεν, ἀλλὰ ἡ παραίτησή του ἔγινε ἀποδεκτὴ τὸ 1711, ὅταν στὴν ἐπισκοπικὴ ἕδρα τοῦ Τομπόλσκ ἐξελέγη ὡς διάδοχός του ὁ Ἰωάννης. Τὸ 1712 ἄρχισε ἐκ νέου τὴν ἱεραποστολική του δραστηριότητα κηρύσσοντας τὸ Εὐαγγέλιο στὶς περιοχὲς τῶν ποταμῶν τοῦ Μπερέζο.

Ὅταν κοιμήθηκε ὁ Ἐπίσκοπος Ἰωάννης, τὸ 1715, ὁ Ἅγιος Φιλόθεος ἐπανεξελέγη Ἐπίσκοπος τοῦ Τομπόλσκ, ὅπου καὶ παρέμεινε μέχρι τὸ 1720. Στὴ συνέχεια παραιτήθηκε, ἐπέστρεψε στὸ μοναστήρι, ὅπου συνέχισε τὸ ἱεραποστολικό του ἔργο καὶ δίδασκε γραφὴ καὶ ἀνάγνωση στὰ παιδιὰ τῶν νεοβαπτισθέντων.

Ὁ Ἅγιος Φιλόθεος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1727 καὶ ἐνταφιάσθηκε στὴ μονή του.

Τὸ 1984 καθιερώθηκε ἡ ἑορτὴ τῶν Ἁγίων τῆς Σιβηρίας, μεταξὺ τῶν ὁποίων ἀναφέρεται καὶ τὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου Φιλοθέου.
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ, ἐπίσης, τὴν μνήμη του στὶς 10 Ἰουνίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Φιλόσοφος ὁ Ἱερομάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ Βόρις καὶ Νικόλαος οἱ Μάρτυρες 

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Φιλόσοφος (Νικολάγιεβιτς Ὀρνάτσκϊυ) ἔζησε τὸ 19ο καὶ 20ο αἰώνα μ.Χ. Τὸ 1885 τελείωσε τὴ θεολογικὴ ἀκαδημία τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως καὶ νυμφεύθηκε τὴν Ἑλένη Ζαοζέρκοϋ. Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος καὶ ἐργάσθηκε ποιμαντικὰ ἀναπτύσσοντας ἕνα τεράστιο φιλανθρωπικὸ καὶ ἱεραποστολικὸ ἔργο. Συνδέθηκε πνευματικὰ μὲ τὸν Πατριάρχη Τύχωνα καὶ κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ πρώτου παγκοσμίου πολέμου στάθηκε στὸ πλευρὸ τῶν τραυματισμένων στρατιωτῶν καὶ τῶν οἰκογενειῶν τους. Ὁ υἱός του Νικόλαος ὑπηρετοῦσε μὲ ἀνώτερο βαθμὸ στὸ 9ο τάγμα τοῦ Ρωσικοῦ καὶ ὁ υἱός του Βόρις εἶχε διορισθεῖ  ὡς ἀρχηγὸς τῆς 23ης ταξιαρχίας πυροβολικοῦ καὶ πολέμησε ἡρωικὰ στὸ αὐστρο-οὑγγρικὸ μέτωπο.
Μετὰ τὴν ἐπανάσταση τοῦ 1917, ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Φιλόσοφος συνελήφθη, στὶς 9 Αὐγούστου 1918, μαζὶ μὲ τοὺς υἱούς του ἀπὸ ἄνδρες τῆς κρατικῆς ἀσφάλειας, ποὺ τοὺς μετέφεραν στὶς φυλακὲς τῆς Κροστάνδης. Ἐκτελέσθηκαν διὰ τουφεκισμοῦ, δίδοντας ἔτσι τὴ μαρτυρία τῆς πίστεώς τους στὸν Κύριο καὶ Θεό μας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἱερόθεος ὁ Ἱερομάρτυρας ὁ Νέος 

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἱερόθεος ὁ Νέος, Ἐπίσκοπος Νικόλσκ, γεννήθηκε περὶ τὸ 1891. Ἔφθασε, ὡς Ἐπίσκοπος, στὸ Νικόλσκ τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων τοῦ 1923. Ἐκεῖ διακόνησε τὴν Ἐκκλησία μὲ ἔνθεο ζῆλο καὶ αὐταπάρνηση. Τὸ 1927 μετετέθη στὴν Ἐπισκοπὴ Βελίκϋ Οὔστιουνγκ, κοντὰ στὴν περιοχὴ Βολογκντά. Αὐτὴ τὴν περίοδο ἀρνήθηκε νὰ ὑπογράψει δήλωση τοῦ Μητροπολίτου Σεργίου περὶ ὑποταγῆς τῆς Ἐκκλησίας στὴν κρατικὴ ἐξουσία. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ οἱ ἄνδρες τῆς μυστικῆς ἀσφαλείας, κατὰ τὴν περίοδο τοῦ Σοβιετικοῦ καθεστῶτος, τὸν κάλεσαν γιὰ ἀνάκριση ἀρκετὲς φορές. Τελικὰ τὸν συνέλαβαν, ἐνῶ εἶχε πάει νὰ λειτουργήσει σὲ κωμόπολη τῆς ἐπαρχίας του. Οἱ ἄνθρωποι ἔκλαιγαν καὶ φώναζαν, γιατὶ ἔνιωθαν ὅτι ἔχαναν τὸν πνευματικό τους πατέρα.
Τὸ ἀτμόπλοιο ἔφθασε σύντομα στὴν πόλη Οὔστγιουγκ. Ἐπειδὴ ἦταν ἀσθενής, τὸν ὁδήγησαν στὸ νοσοκομεῖο. Ἐκεῖ ὁ Ἅγιος Ἱερόθεος κοιμήθηκε ὁσίως τὸ 1928. Ἀλλὰ ἡ μνήμη του δὲν ἐξαφανίσθηκε. Ἔγινε τὸ ἁλάτι τῆς εὐσέβειας καὶ ἐλπίδας τοῦ Ρωσικοῦ λαοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ἰσαάκιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Συρία καὶ ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ ἀρειανοῦ αὐτοκράτορος Οὐάλεντος (364 – 378 μ.Χ.). Μοναχὸς στὴν πατρίδα του, μετέβη στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἐγκαταστάθηκε σὲ κάποια ἀπὸ τὶς μονὲς αὐτῆς. Διακρινόταν γιὰ τὴ φλογερὴ πίστη καὶ τὴ μαχητικότητά του ἐναντίον καθενὸς ποὺ ἐπιβουλευόταν αὐτήν, ἰδιαίτερα δὲ κατὰ τῶν ἐπικρατούντων αἱρετικῶν Ἀρειανῶν. Μιλώντας πρὸς τοὺς μοναχοὺς καὶ τὰ πλήθη, δὲν δίσταζε νὰ ἐλέγχει καὶ αὐτὸν τὸν αὐτοκράτορα γιὰ τὶς ὑπὲρ τῶν αἱρετικῶν ἀπροκάλυπτες ἐνέργειές του. Τὸ 378 μ.Χ. συνάντησε τὸν Οὐάλεντα, ἐνῶ ἀναχωροῦσε γιὰ τὴν ἐκστρατεία ἐναντίον τῶν Γότθων ποὺ εἰσέβαλαν στὸ Βυζάντιο, καὶ τοῦ εἶπε: «Ἀπόδος ταῖς ποίμναις τοὺς ἀρίστους νομέας καὶ λήψει τὴν νίκην ἀπονητί· εἰ δὲ τούτων μηδὲν δεδρακὼς παρατάξαιο, μαθήσει τῇ πείρᾳ, πῶς σκληρὸν τὸ πρὸς κέντρα λακτίζειν, οὕτω γὰρ ἐπανήξεις καὶ προσαπολέσεις τὴν στρατιάν». Τοῦ ζήτησε δηλαδή, ἐάν ἤθελε νὰ ἐπιστρέψει νικητής, νὰ ἐπαναφέρει ἀπὸ τὴν ἐξορία τοὺς Ἐπισκόπους καὶ νὰ τοὺς ἀποδώσει τὸ ποίμνιό τους, εἰδάλλως θὰ καταστρεφόταν καὶ αὐτὸς καὶ τὸ στράτευμά του. Ὁ Οὐάλης, ὄχι μόνο ἐκώφευσε στοὺς λόγους αὐτοὺς τοῦ Ἰσαακίου, ἀλλὰ ἀπείλησε αὐτὸν ὅτι, ὅταν θὰ ἐπέστρεφε ἀπὸ τὴν ἐκστρατεία, θὰ τὸν θανάτωνε. Ὁ Ἰσαάκιος μὲ δάκρυα στοὺς ὀφθαλμοὺς προσπάθησε νὰ ἐπαναφέρει τὸν αὐτοκράτορα στὴν εὐθεία ὁδό, παρακαλώντας αὐτὸν νὰ ἀνοίξει τὶς ἐκκλησίες τῶν Ὀρθοδόξων, τὶς ὁποῖες εἶχε κλείσει καὶ νὰ ἐπιστρέψει σὲ αὐτούς, ὅσες εἶχε παραδώσει στοὺς Ἀρειανούς, διαφορετικὰ θὰ ἡττᾶτο ἀπὸ τοὺς ἀντιπάλους του καὶ θὰ καιγόταν ζωντανός. Ὀργισμένος τότε ὁ αὐτοκράτορας, διέταξε νὰ ρίξουν τὸν Ὅσιο Ἰσαάκιο σὲ παρακείμενη, γεμάτη ἀπὸ ἀγκάθια, φάραγγα. Ἐξερχόμενος, ὅμως, σῶος ἀπὸ τὴ Θεία Χάρη, προσέτρεξε πρὸς τὸν αὐτοκράτορα καὶ ἀφοῦ συγκράτησε τὸ ἄλογο αὐτοῦ ἀπὸ τὰ χαλινάρια, τὸν ἐξόρκιζε νὰ σωφρονισθεῖ πρὸς χάριν τῆς σωτηρίας αὐτοῦ καὶ τοῦ στρατεύματός του. Τότε ὁ Οὐάλης διέταξε τοὺς στρατιῶτες Σατορνίνο καὶ Βίκτορα νὰ συλλάβουν τὸν Ὅσιο Ἰσαάκιο καὶ νὰ τὸν κρατήσουν δέσμιο, μέχρι τῆς ἐπιστροφῆς του, ὁπότε θὰ τὸν θανάτωνε.

Στὶς 9 Αὐγούστου τοῦ 378 μ.Χ., διεξήχθη γύρω ἀπὸ τὴν Ἀδριανούπολη σφοδρὴ μάχη, κατὰ τὴν ὁποία ὁ αὐτοκρατορικὸς στρατὸς κατετροπώθηκε, ἀφοῦ φονεύθηκαν πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἄριστους στρατηγούς του. Ὁ Οὐάλης, καταφεύγοντας ἐντὸς ἀχυρῶνος, γιὰ νὰ σωθεῖ, κάηκε ζωντανός, μαζὶ μὲ τὸν ἀρχιστράτηγό του. Ὅταν ἔγινε γνωστὸ τὸ γεγονὸς αὐτό, ὁ κλῆρος καὶ ὁ λαὸς περιέβαλαν τὸν Ὅσιο Ἰσαάκιο μὲ μεγαλύτερο σεβασμὸ καὶ ὑπόληψη καὶ προσέτρεχαν πρὸς αὐτόν, γιὰ νὰ λάβουν τὴν εὐλογία του, ἀφοῦ δὲ συνέλεξαν χρήματα, οἰκοδόμησαν τὴ μονὴ Δαλμάτων. Ἐκεῖ προσῆλθαν καὶ ἄλλοι μοναχοὶ καὶ ὁ Ὅσιος διῆλθε τὸ βίο του ὡς ἡγούμενος αὐτῆς, ἔχοντας κερδίσει τὴν ἐκτίμηση τοῦ αὐτοκράτορος Θεοδοσίου.
Ὡς ἡγούμενος παρευρέθηκε στὴ Β’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ συνῆλθε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 381 μ.Χ., συντελώντας τὰ μέγιστα στὴν ἐπιτυχία αὐτῆς. Προαισθανόμενος τὸ τέλος του, ἀφοῦ διόρισε διάδοχό του τὸν Ὅσιο Δαλμάτιο († 3 Αὐγούστου), κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη σὲ βαθὺ γήρας τὸ 383 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Τύπος πέφηνας, τῆς ἐγκρατείας, καὶ ἑδραίωμα, τῆς Ἐκκλησίας, Ἰσαάκιε Πατέρων ἀγλάϊσμα· ἐν ἀρεταῖς γὰρ φαιδρύνας τὸν βίον σου, Ὀρθοδοξίας τὸν λόγον ἐτράνωσας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαο ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιο. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ὡς τῶν Ὁσίων ἀκριβέστατον ὑπόδειγμα

Καὶ εὐσεβείας πρακτικώτατον ἐκφάντορα

Ἀνυμνοῦμέν σε οἱ δούλοι σου θεοφόρε.

Ἀλλ’ ὡς χάριτος τῆς θείας καταγώγιον

Ναοὺς ἔργασθαι ἡμᾶς φωτὸς τοῦ Πνεύματος
Τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις Πάτερ Ἰσαάκιε.

 

Μεγαλυνάριο.
Χαίροις Μοναζόντων ὑπογραμμός, καὶ Μονῆς Δαλμάτων, κυβερνήτης ὁ ἀπλανής· χαίροις χαρισμάτων, ταμεῖον θεοβρύτων, Ἰσαάκιε παμμάκαρ, Ἀγγέλων σύσκηνε.

Ἡ Ὁσία Ἐμμελεία 

Ἡ Ὁσία Ἐμμελεία καταγόταν ἀπὸ εὐσεβὴ οἰκογένεια τῆς Καισαρείας τῆς Καππαδοκίας. Ὁ πατέρας αὐτῆς ἀναδείχθηκε σὲ Μάρτυρα κατὰ τοὺς τελευταίους διωγμούς. Ὁ βίος τῆς Ἁγίας εἶναι ἡ ἀγαθὴ ρίζα ἀπὸ τὴν ὁποία βλάστησαν γλυκύτατη καρποί, τὰ παιδιά της, τὰ ὁποία ἀνεδείχθησαν ἐξέχοντα μέλη τῆς κοινωνίας καὶ τὰ περισσότερα Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ Γρηγόριος Νύσσης, ὁ Πέτρος Σεβαστείας, ἡ Μακρίνα καὶ ὁ Ναυκράτιος. Ἀπὸ ἁγία ρίζα προῆλθαν ἁγιασμένοι βλαστοί, δηλαδὴ ἀπὸ ἁγίους γονεῖς προῆλθαν εὐλογημένα καὶ ἅγια τέκνα.

Ἡ Ὁσία Ἐμμελεία δοκίμασε στὴ ζωή της, ὅπως συμβαίνει συνήθως μὲ τοὺς ἐκλεκτούς, πολλὲς θλίψεις. Ὁ θάνατος τῶν γονέων της, πρὶν ἀκόμα νυμφευθεῖ, ὁ θάνατος τοῦ συζύγου της, μόλις γεννήθηκε ὁ υἱός τους Πέτρος καὶ ὁ πρόωρος θάνατος τοῦ υἱοῦ της Ναυκρατίου, ἀλλὰ καὶ τὸ νὰ ἀναθρέψει μόνη της μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου, ἀπὸ ἕνα σημεῖο καὶ μετά, τὰ τέκνα της, ἦταν μερικὲς ἀπὸ αὐτές. Τὶς ἀντιμετώπισε ὅμως μὲ ὑποδειγματικὴ πίστη, ἀνδρεία καὶ ὑπομονή. Δίδασκε τὰ παιδιά της κυρίως μὲ τὸ παράδειγμά της. Τοὺς ἔδωσε, μαζὶ μὲ τὸ δικό της γάλα, τὸ ἀνόθευτο γάλα τῆς πίστεως καὶ τοὺς δίδαξε τὸ μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας.
Τελείωσε τὴ ζωή της ὡς μοναχὴ μὲ ἡγουμένη τὴ θυγατέρα της Ὁσία Μακρίνα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἅγιοι Ἀφροδίσιος, Ἀγάπιος, Εὐσέβιος, Ρωμανός, Τελέτιος, Χαράλαμπος καὶ Χριστίνα οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἀφροδίσιος, Ἀγάπιος, Εὐσέβιος, Ρωμανός, Τελέτιος ἢ Μελέτιος, Χαράλαμπος καὶ Χριστίνα, μαρτύρησαν στὴ  Νικομήδεια, ἀφοῦ τοὺς ἔριξαν στὴν πυρά. Ἡ Σύναξη αὐτῶν ἐτελεῖτο στὸ μαρτύριο τῆς Ἁγίας Εὐφημίας «ἐν τοῖς Πετρίοις».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Εὔπλος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Εὔπλος μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν τύλιξαν μέσα σὲ δέρμα βοδιοῦ καὶ τὸν άφησαν ἐκτεθειμένο στὸν ἥλιο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Εὐτυχὴς ὁ Ἱερομάρτυρας 

Τὴν μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Εὐτυχοῦς, τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία στὶς 24 Αὐγούστου, ὅπου καὶ ὁ βίος του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Νατάλιος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Νατάλιος μαρτύρησε διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Ρωμανός καὶ Τελέτιος οἱ Μάρτυρες καὶ τὸ πλῆθος τῶν ἐν Νικομηδείᾳ Καέντων 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ρωμανὸς καὶ Τελέτιος μαρτύρησαν στὴ Νικομήδεια διὰ ξίφους, μαζὶ μὲ ἄλλους Χριστιανούς, οἱ ὁποίοι κάηκαν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Κυπριανὸς ὁ ἐξ Ἀντιοχείας 

Ὁ Ἅγιος Κυπριανὸς καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Βαρλαὰμ ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Βαρλαὰμ μαρτύρησε στὴν Καισαρεία τῆς Καππαδοκίας. Δεν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, τῇ εἰσηγήσει, φῶς προσέλαβες, θεογνωσίας, Ἰωάσαφ Ὁσίων ἀγλάϊσμα· τοῦ Βαρλαὰμ λαμπρυνθεὶς γὰρ τοῖς ῥήμασι, πρὸς ἀρετῶν τὴν ἀκρώρειαν ἔφθασας. Μεθ’ οὗ πρέσβευε, Τριάδι τῇ πανοικτίρμονι, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιο. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τῆς ζωῆς τὸ τίμιον, λίθον πλουτήσας, Ἰωάσαφ πάνσοφε, διὰ τοῦ θείου Βαρλαάμ, ἀσκητικῶς ἠνδραγάθησας, σὺν τῷ σεπτῷ, μυητῇ καὶ ἀλείπτῃ σου.

 

Μεγαλυνάριο.
Χαίρετε Ὁσίων δυὰς σεπτή, Πάτερ Ἰωάσαφ καὶ θεόσοφε Βαρλαάμ, οἱ τῆς Παναγίας, Τριάδος παραστάται, ᾗ τὰς ἡμῶν δεήσεις, ἀεὶ προσφέρετε.

Ὁ Ὅσιος Βενάνδιος 

Ὁ Ὅσιος Βενάνδιος γεννήθηκε στὴ Γαλλία καὶ ἔζησε τὸν 4ο καὶ 5ο αἰώνα μ.Χ. Συνδέθηκε πνευματικὰ μὲ τὸν Ὅσιο Καρπάσιο († 1 Ἰουνίου) καὶ τὸν Ἅγιο Ὀνωράτο († 16 Ἰανουαρίου) καὶ μαζὶ ξεκίνησαν προσκυνηματικὸ ταξίδι στὰ μοναστήρια τῆς Ἀνατολῆς. Ὁ Ὅσιος Βενάνδιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη στὴν Ἑλλάδα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ὅσιοι Ἡσαΐας καὶ Νικάνωρ ἐκ Ρωσίας

Οἱ Ὅσιοι Ἡσαΐας καὶ Νικάνωρ τῆς Σίγια ἔζησαν στὴ Ρωσία κατὰ τὸν 16ο καὶ 17ο αἰώνα μ.Χ. Ἀσκήτεψαν θεοφιλῶς καὶ κοιμήθηκαν μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἐγκαίνια τοῦ ναοῦ τῆς Ἁγίας Εὐφημίας ἐν Δεξιοκρατιαναῖς

Ἡ ἑορτὴ ἀναφέρεται στὸν Πατμιακὸ Κώδικα 266 καὶ πρόκειται μᾶλλον περὶ ἐγκαινίων ναοῦ πλησίον τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Λαυρεντίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ἁγία Παρθενομάρτυς Θεοδοσία καταγόταν ἀπὸ τὴν Τύρο τῆς Φοινίκης καὶ ἄθλησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.). Σὲ ἡλικία δέκα ὀκτὼ ἐτῶν διέπρεπε τόσο γιὰ τὴν εὐσέβεια, ὅσο καὶ γιὰ τὸ ζῆλο της ὑπὲρ τῆς Χριστιανικῆς πίστεως, διαδίδοντας αὐτὴ μεταξὺ τῶν εἰδωλολατρισσῶν γυναικῶν καὶ ἑλκύοντας πολλὲς ἀπὸ αὐτές. Κατὰ τὸ πέμπτο ἔτος τῶν διωγμῶν, βρισκόμενη στὴν Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης, συνελήφθη καὶ δέσμια ὁδηγήθηκε ἐνώπιον τοῦ ἄρχοντος Οὐρβανοῦ. Ἐπειδὴ ἡ Ἁγία δὲν πειθόταν νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, διατάχθηκε ὁ σκληρὸς βασανισμὸς αὐτῆς. Τῆς κόπηκαν οἱ μαστοὶ καὶ τῆς καταξεσκίσθηκαν τὰ πλευρά, ἡμιθανὴς δέ, πιεζόταν νὰ ἀπαρνηθεῖ τὸν Χριστό. Ἡ Θεοδοσία, μὲ φωνὴ ποὺ μόλις ἀκουγόταν, δήλωσε καὶ πάλι ὅτι ἦταν καὶ θὰ παρέμενε Χριστιανή. Τότε ὁ Οὐρβανός, γεμάτος ἀπὸ ὀργή, διέταξε, ἀφοῦ βασανισθεῖ σκληρότερα, νὰ ριχθεῖ στὴ θάλασσα, ὅπου ἔλαβε καὶ τὸν στέφανο τοῦ μαρτυρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς δόσιν θεόσδοτον, τὴν παρθενίαν τὴν σήν, ἀγῶσιν ἀθλήσεως, Θεοδοσία σεμνή, τῷ Λόγῳ προσήγαγες· ὅθεν πρὸς ἀθανάτους, μεταστᾶσα νυμφῶνας, πρέσβευε Ἀθληφόρε, τῷ Δεσπότῃ τῶν ὅλων, ῥυσθῆναι ἐκ πολυτρόπων, ἡμᾶς συμπτώσεων.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς παρθένος ἄμωμος καὶ ἀθληφόρος, νοερῶς νενύμφευσαι, τῷ Βασιλεῖ τῶν οὐρανῶν, Θεοδοσία πανεύφημε· ὃν ἐκδυσώπει, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

 

Μεγαλυνάριον.
Δόσει λαμπρυνθεῖσα παρθενικῇ, δόσιν εὐσεβείας, διαυγάζεις ἀθλητικῶς, ὦ Θεοδοσία, Χριστοῦ Παρθενομάρτυς· διὸ κἀμοὶ μετάδος, ἐκ τῶν σῶν δόσεων.

Ὁ Ἅγιος Κύριλλος ἐκ Καισαρείας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Κύριλλος ἔζησε τὸν 3ο αἰώνα μ.Χ. καὶ καταγόταν ἀπὸ εἰδωλολατρικὴ οἰκογένεια τῆς Καππαδοκίας. Βαπτίσθηκε Χριστιανὸς σὲ νεαρὴ ἡλικία κρυφὰ ἀπὸ τοὺς γονεῖς του. Ὅταν ὁ πατέρας του πληροφορήθηκε τὸ γεγονός, τὸν ἔδιωξε ἀπὸ τὴν πατρικὴ οἰκία καὶ τὸν ἀποκλήρωσε. Ὁ Ἅγιος συνελήφθη, ἐπειδὴ ἦταν Χριστιανὸς καὶ ὁδηγήθηκε ἐνώπιον τοῦ ἡγεμόνος, ὁ ὁποῖος, γιὰ νὰ τὸν δελεάσει, τὸν ἔφερε σὲ ἐπαφὴ μὲ τὸν πατέρα του καὶ ὑποσχέθηκε τὴν ἀποκατάστασή του. Τότε ὁ Ἅγιος μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία ἀπάντησε: «Χαίρω, διότι ὑπομένω γιὰ τὸν Χριστό. Ἀρνοῦμαι κάθε γήινη χαρὰ καὶ ὑλικὸ ἀγαθό, ἀφοῦ μπορῶ νὰ εἶμαι χαρούμενος καὶ πλούσιος στὸν οὐρανό, διότι θὰ εἶμαι μαζὶ μὲ τὸν Θεό. Δὲν φοβᾶμαι τὸ θάνατο, γιατὶ ὑπάρχει ἡ αἰώνια ζωή».
Ὁ ἡγεμόνας, ὅταν ἄκουσε τὰ λόγια αὐτὰ ταράχθηκε, ἀλλὰ δὲν ἤθελε νὰ σκοτώσει ἕνα τόσο νέο ἄνθρωπο. Γι’ αὐτὸ προσπάθησε νὰ τὸν κάνει νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Θεό καὶ νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα μὲ ἐκφοβισμούς. Ἄναψαν μιὰ μεγάλη φωτιὰ καὶ ἀπείλησαν ὅτι θὰ τὸν ρίξουν στὶς φλόγες, γιὰ νὰ καεῖ. Ὁ Ἅγιος τοὺς παρακαλοῦσε νὰ τὸν ὁδηγήσουν στὸ μαρτύριο, γιὰ νὰ φθάσει κοντὰ στὸν Θεό. Ἔτσι ὁ Ἅγιος Κύριλλος ἀποκεφαλίσθηκε τὸ 251 μ.Χ. καὶ ἔλαβε τὸν ἀμαράντινο στέφανο τῆς δόξας καὶ τοῦ μαρτυρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ὀλβιανὸς ὁ Ἱερομάρτυρας καὶ οἱ μαθητὲς αὐτοῦ 

Εἶναι ἄγνωστος ὁ τόπος καταγωγῆς τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Ὀλβιανοῦ. Ἄθλησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Μαξιμιανοῦ (286 – 305 μ.Χ.). Ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ἀναίας ἢ Ἀνέου καὶ συνελήφθη γιὰ τὴν ὑπὲρ τῆς Χριστιανικῆς πίστεως δράση του. Ὁδηγήθηκε ἐνώπιον τοῦ ἡγεμόνος τῆς Μικρᾶς Ἀσίας Σέξτου Αἰλιανοῦ, διατάχθηκε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα μὲ τοὺς μαθητές του, νεωκόρους τοῦ ναοῦ τῶν εἰδώλων, Ἀγριππίνου καὶ Κλημεντίου. Ὁ Ἅγιος ὅμως, ἀφοῦ ἀρνήθηκε νὰ ὑπακούσει, ὑποβλήθηκε σὲ σκληρὰ βασανιστήρια, καθὼς κατακάηκε μὲ πυρακτωμένα σουβλιὰ στὰ σπλάχνα καὶ στὰ νῶτα. Ἐμμένοντας καὶ μετὰ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ τὰ φρικώδη βασανιστήρια στὴ Χριστιανικὴ πίστη του, ὁδηγήθηκε πρὸς τὸν ἀνθύπατο, ὁ ὁποῖος διέταξε νὰ τὸν κάψουν μαζὶ μὲ τοὺς μαθητές του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Ἄνδρας καὶ ἡ Σύζυγος αὐτοῦ οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες τελειώθηκαν, ἀφοῦ συνετρίβησαν διὰ ξύλων τὰ ὀστά τους. 

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ρεστιτοῦτος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ρεστιτοῦτος μαρτύρησε στὴ Ρώμη τὸ 299 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας

Εἶναι ἄγνωστος ὁ τόπος καταγωγῆς τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου. Ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου (306 – 337 μ.Χ.). Διαδέχθηκε τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀλεξανδρείας Ἀχιλλᾶ καὶ ὑπῆρξε πνευματικὸς πατέρας τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου, τοῦ καὶ διαδόχου αὐτοῦ στὸν ἀρχιεπισκοπικὸ θρόνο τῆς Ἀλεξανδρινῆς Ἐκκλησίας. Στὸν ἀρχιεπισκοπικὸ θρόνο ἀνῆλθε τὸ 313 μ.Χ. καὶ διακρινόταν γιὰ τὴ βαθιὰ θεολογικὴ μόρφωση, τὴν πραότητα τοῦ χαρακτῆρος καὶ τὶς λοιπὲς ἀρετές του.  Ὅταν τὸ 319 μ.Χ. ὁ Ἄρειος δίδαξε γιὰ πρώτη φορὰ τὴν αἵρεσή του, ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος προσπάθησε πατρικὰ νὰ τὸν πείσει νὰ μὴν διαδίδει τὶς πλανεμένες του δοξασίες, πλὴν ὅμως ὁ Ἄρειος, συνεπικουρούμενος καὶ ἀπὸ ἄλλους ὁμόφρονές του, ἐξακολουθοῦσε νὰ ὑποστηρίζει αὐτὲς μὲ τὰ δαιμονικὰ σοφίσματά του. Κατόπιν τούτου, ἀφοῦ κλήθηκε δύο φορὲς σὲ ἀπολογία ἐνώπιον τοῦ κλήρου τῆς Ἀλεξανδρείας καὶ δὲν συμμορφώθηκε, ἀποκόπηκε ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἀποκηρύχθηκε ὡς ἀσεβὴς καὶ βλάσφημος.

Παρακάθισε ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος, παρὰ τὸ γήρας του, στὴν Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ συνῆλθε στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας τὸ 325 μ.Χ., κατακεραύνωσε τὸν Ἄρειο διὰ τῶν λόγων του, ὑπέγραψε μὲ τοὺς ἄλλους Πατέρες τὴν καταδίκη αὐτοῦ.
Ἀφοῦ ἐπέστρεψε στὴν Ἀλεξάνδρεια, ἐξακολούθησε νὰ ἀγωνίζεται γιὰ τὴ στερέωση τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως μέχρι τῆς κοιμήσεώς του τὸ 326 μ.Χ., κατόπιν γονίμου καὶ θεοφιλοῦς ποιμαντορίας δεκατριῶν ἐτῶν καὶ ἀφοῦ ἐπέβαλε ὡς διάδοχό του τὸν μαθητὴ καὶ συμμαχητή του, Μέγα Ἀθανάσιο († 18 Ἰανουαρίου).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Μαξιμίνος Ἐπίσκοπος Τρεβήρων

Ὁ Ἅγιος Μαξιμίνος γεννήθηκε στὸ χωριὸ Σίλλυ κοντὰ στὴν πόλη Πουατιὲ τῆς Γαλλίας καὶ καταγόταν ἀπὸ ἀρχοντικὴ οἰκογένεια. Τὸ 332 μ.Χ. ἔγινε Ἐπίσκοπος Τρεβήρων καὶ ἀναδείχθηκε πολέμιος τοῦ Ἀρειανισμοῦ. Ὁ Ἅγιος ὑποδέχθηκε καὶ περιέθαλψε τὸν Μέγα Ἀθανάσιο καὶ τὸν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Παῦλο. Ἔλαβε μέρος στὴ Σύνοδο τῆς Σαρδικῆς τὸ 343 μ.Χ., μαζὶ μὲ τὸν Πάπα Ἰούλιο Α’ καὶ τὸν Κορδούης Ὅσιο καὶ ὑποστήριξε μὲ ζῆλο τὴν Ὀρθοδοξία.

Ὁ Ἅγιος πρέπει νὰ παραιτήθηκε ἀπὸ τὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο, ἀφοῦ τὸ 347 μ.Χ. τὸν εἶχε διαδεχθεῖ ὁ Παυλίνος.
Ὁ Ἅγιος Μαξιμίνος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 352 μ.Χ. καὶ ὁ Ἅγιος Ἱερώνυμος τὸν περιγράφει ὡς ἕναν ἀπὸ τοὺς πιὸ θαρραλέους Ἐπισκόπους τοῦ καιροῦ του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Σισίννιος ὁ Ἱερομάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Σισίννιος ὁ διάκονος, Μαρτύριος καὶ Ἀλέξανδρος, μαρτύρησαν τὸ 397 μ.Χ., στὸ Μιλάνο τῆς Ἰταλίας ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες. Περὶ τοῦ μαρτυρίου αὐτῶν ἀναφέρει ὁ Ἅγιος Ἀμβρόσιος, Ἐπίσκοπος Μεδιολάνων καὶ ὁ Ἅγιος Ἱερώνυμος.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Μάξιμος Ἐπίσκοπος Βερόνας

Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ἔζησε τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἦταν Ἐπίσκοπος Βερόνας τῆς Ἰταλίας. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ἱερεμίας ὁ Δαμασκηνός 

Ὁ Ὅσιος Ἱερεμίας ἔχει καταταγεῖ στὴ χορεία τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀντιοχείας. Ἀφοῦ ἀσκήτεψε θεοφιλῶς, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ἁγία Θεοδοσία ἡ Ὁσιομάρτυς ἡ Κωνσταντινουπολίτισσα 

Ἡ Ἁγία Ὁσιομάρτυς Θεοδοσία καταγόταν ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη καὶ γεννήθηκε ἀπὸ γονεῖς πλουσίους καὶ εὐσεβεῖς. Σὲ ἡλικία ἑπτὰ ἐτῶν, ἀφοῦ ἔμεινε ὀρφανὴ ἀπὸ πατέρα, εἰσῆλθε σὲ μοναστήρι, ὅπου μετὰ ἀπὸ λίγο ἐκάρη μοναχή. Μετὰ τὸν θάνατο καὶ τῆς μητέρας της, ἀφοῦ ἐπούλησε καὶ διεμοίρασε στοὺς φτωχοὺς τὰ ὑπάρχοντά της, ἀπαλλάχτηκε ἔτσι ἀπὸ τὶς γήινες φροντίδες, ἐπιδόθηκε μὲ μεγαλύτερο ζῆλο, στὴν ἀπόκτηση τῆς τελειότητος καὶ τῶν μοναχικῶν ἀρετῶν, ἀσκούμενη στὴ μονὴ ποὺ βρισκόταν κοντὰ στὸ Σκοτεινὸ Φρέαρ καὶ ἐπονομαζόταν Ἀσπάρου στέρνη.

Ὅταν ἦλθε στὸ θρόνο ὁ Λέων ὁ Ἴσαυρος (717 – 741 μ.Χ.), ἐξαπολύθηκε ἄγριος διωγμὸς ἐναντίον τῶν εἰκονόφιλων καὶ τῶν ἱερῶν εἰκόνων, ὁ δὲ Πατριάρχης Γερμανός, στερεὸς προμαχώνας τῆς Ὀρθοδοξίας, ἐκδιώχθηκε καὶ ἀντικαταστάθηκε ἀπὸ τὸν εἰκονομάχο Ἀναστάσιο. Κατὰ τὴν ἔναρξη τοῦ διωγμοῦ διέταξε τὴν καθαίρεση καὶ καταστροφὴ τῆς εἰκόνος τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία εὑρισκόταν ἀπὶ τῆς Χαλκῆς Πύλης.
Τότε ἡ Θεοδοσία, ἐπικεφαλῆς καλογραιῶν καὶ ἄλλων γυναικῶν, ὅρμησαν καὶ κατέρριψαν ἀπὸ τὴν κινητὴ σκάλα τὸ σπαθάριο ποὺ ἀνέβηκε, γιὰ νὰ καταστρέψει τὴν εἰκόνα, καὶ μὲ πέτρες καὶ ξύλα ἐπετέθησαν κατὰ τοῦ Πατριαρχείου. Μπροστὰ σὲ αὐτὴ τὴν κατάσταση ὁ Πατριάρχης Ἀναστάσιος ἀναγκάσθηκε νὰ ἐγκαταλείψει τὸ Πατριαρχείο. Ἡ στρατιωτικὴ δύναμη ποὺ ἐπενέβη, ἄλλες μὲν ἀπὸ τὶς γυναῖκες ἐφόνευσε, ἄλλες δέ, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ τὴν Θεοδοσία, συνέλαβε. Καὶ ἀπὸ τὶς συλληφθεῖσες ἄλλες ἐλευθέρωσαν, ἄλλες ἐνέκλεισαν στὶς φυλακὲς ἢ ἐξαπέστειλαν στὴν ἐξορία. Τὴν δὲ Θεοδοσία, ἀφοῦ ἐκακοποίησαν, τὴν ὁδήγησαν στὴν τοποθεσία τοῦ Βοὸς καὶ τὴν κατέσφαξαν, ἀφοῦ διαπέρασαν τὸ λαιμό της διὰ κέρατος κριοῦ (730 μ.Χ.). Τὸ τίμιο λείψανό της περισυνελέγη καὶ ἐνταφιάσθηκε στὴ μονὴ Δεξιοκράτους, πολλὰ δὲ θαύματα ἐπιτελοῦσε στοὺς πιστούς, ποὺ προσέρχονταν μὲ πίστη καὶ εὐλάβεια.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ὅσιοι Βότος, Φήλικας καὶ Ἰωάννης οἱ Ἐρημίτες 

Οἱ Ὅσιοι Ἰωάννης, Βότος καὶ Φήλικας κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἰσπανία καὶ ἔζησαν τὸν 7ο καὶ 8ο αἰώνα μ.Χ. Ὁ Βότος καὶ ὁ Φήλικας ἦταν ἀδελφοὶ ποὺ ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν μοναχικὸ βίο ἀναζητοῦσαν ἕνα ἐρημητήριο, γιὰ νὰ ζήσουν ἐκεῖ μὲ ἄσκηση καὶ προσευχή. Τότε συνάντησαν σὲ ἕνα σπήλαιο τοῦ ὄρους τῶν Πυρηναίων τὸν Ὅσιο Ἰωάννη. Ἔμειναν μαζί του καὶ ἐκεῖνος ἀνέλαβε τὴν πνευματικὴ καθοδήγησή τους. Κοιμήθηκαν καὶ οἱ τρεῖς μὲ εἰρήνη, περὶ τὸ 750 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἐθελμπέρτος ὁ βασιλεύς

Ὁ Ἅγιος Ἐθελμπέρτος ἔζησε τὸν 8ο αἰώνα μ.Χ., ἦταν εὐσεβέστατος βασιλέας καὶ ἀνατράφηκε μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου. Πολὺ νέος διαδέχθηκε τὸν πατέρα του στὸν θρόνο καὶ βασίλευσε ἐπὶ σαράντα τέσσερα ἔτη. Διακήρυττε ὅτι, ὅσο ὑψηλότερα βρίσκεται κάποιος, τόσο ταπεινότερος πρέπει νὰ εἶναι, καὶ τὴν πεποίθηση αὐτὴ ἐφάρμοζε ὡς κανόνα καὶ τρόπο βίου. Ἐπιθυμώντας νὰ ἐξασφαλίσει διαδοχή, ζήτησε νὰ νυμφευθεῖ τὴν Ἀλφρέδα, θυγατέρα τοῦ βασιλέα τῆς Μερσία, Ὄφφα. Φιλοξενήθηκε λίγες ἡμέρες στὴν αὐλὴ τοῦ μέλλοντος πεθεροῦ του, δολοφονήθηκε ὅμως τὸ 794 μ.Χ., πρὶν τὸ γάμο, ἀπὸ ἀνθρώπους τῆς βασίλισσας, ἡ ὁποία φιλοδοξοῦσε νὰ προσαρτήσει τὸ βασίλειό του στὸ δικό τους.
Ὁ Ἅγιος Ἐθελμπέρτος ἐνταφιάσθηκε σὲ ἄγνωστο τόπο, ὁ τάφος του ὅμως ἀποκαλύφθηκε διὰ οὐρανίου φωτός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ὁσία Ὑπομονή

Ἡ Ὁσία Ὑπομονὴ καταγόταν ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη. Ἦταν ἡ «Ἑλένη ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ πιστὴ Αὐγούστα…» καὶ αὐτοκρατόρισσα Ρωμαίων ἡ Παλαιολογίνα. Ἦταν ἡ σύζυγος τοῦ αὐτοκράτορος Μανουὴλ Β’ τοῦ Παλαιολόγου (1391 – 1425 μ.Χ.) καὶ μητέρα δύο, στὴ συνέχεια, αὐτοκρατόρων, τοῦ Ἰωάννου Η’ Παλαιολόγου καὶ τοῦ Κωνσταντίνου τοῦ ΙΑ’ Παλαιολόγου, τοῦ τελευταίου βυζαντινοῦ ἡρωικοῦ ἐθνομάρτυρος αὐτοκράτορα.

Ὁ ἱστορικὸς Χρυσολωρᾶς γράφει γιὰ τὸν αὐτοκράτορα Μανουὴλ Β’ καὶ τὴ σύζυγό του Ἑλένη, τὴν μετέπειτα Ὁσία Ὑπομονή: τοὺς διέκρινε «ὁσιότης μὲν εἰς Θεόν, δικαιοσύνη δὲ πρὸς ἀνθρώπους καὶ ἐπὶ πλέον κατοικοῦσε μέσα τους ὁ ἔρως πρὸς τὸν Χριστόν». Ἦταν ἕνα ζεῦγος, ποὺ ἐνῶ περνοῦσε ἀπὸ συνεχεῖς φοβερὲς ἐξωτερικὲς φουρτοῦνες, ὅμως μεταξύ του εἶχε συνευδοκία, δηλαδὴ κάτι περισσότερο ἀπὸ ὁμοφροσύνη καὶ ἀλληλοκατανόηση. Ἦταν «ἁγία Δέσποινα» (=ἁγία ἀρχόντισσα), κατὰ τὸν ἱστορικὸ Γεώργιο Φραντζῆ, «καλὴ κἀγαθὴ ψυχή», κατὰ τὸν Πλήθωνα.

Ἦταν στήριγμα τοῦ συζύγου της, διότι εἶχε μεγάλη πίστη καὶ μεγάλη ὑπομονή. Τοὺς υἱούς της τοὺς ἀνέτρεφε μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου, ὥστε νὰ εἶναι πάντοτε μονιασμένοι καὶ στὴν καρδιά τους νὰ βασιλεύει ἡ πίστη καὶ κάθε ἀρετή. Ἀπὸ αὐτοὺς δύο ἔγιναν αὐτοκράτορες, ἀπὸ τοὺς ὁποίους ὁ ἕνας, ὁ Κωνσταντίνος ὁ ΙΑ’, ἔγινε θρύλος καὶ ἔμπνευση στὸ Ἑλληνικὸ Γένος. Τὰ ἄλλα τέσσερα ἔγιναν ἡγεμόνες στὴν Πελοπόννησο καὶ τὴν Θεσσαλονίκη. Ἀπὸ αὐτοὺς οἱ τρεῖς ἔγιναν στὸ τέλος μοναχοί. Οἱ δύο θυγατέρες της σὲ παιδικὴ ἡλικία ἀπεβίωσαν.

Ὅταν πέθανε ὁ σύζυγός της, ἡ Ἁγία ἔγινε μοναχὴ σὲ ἕνα μοναστήρι ἔξω ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἔλαβε τὸ ὄνομα Ὑπομονή. Μετὰ εἴκοσι πέντε χρόνια μοναχικῆς ζωῆς κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη τὸ 1450 μ.Χ., τρία χρόνια πρὶν τὴν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως.
Ὁ γνωστὸς λόγιος τῆς ἐποχῆς ἐκείνης Γεώργιος Γεμιστός ἢ Πλήθων γράφει γι’ αὐτὴν ὅτι διέθετε «σύνεσιν καὶ τελείαν σοφρωσύνην» σὲ τέτοιο βαθμὸ τελειότητος ποὺ λίγες μοναχὲς τὴν ἔφθαναν.
Καὶ πρὶν γίνει μοναχὴ ἀναφέρει ἕνας ἄλλος σύγχρονός της ἦταν τὸ καύχημα γιὰ τὸν ἄνδρα της καὶ τὰ παιδιά της, ἀλλὰ καὶ καύχημα γιὰ τὸν λαὸ τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ὁ Πλήθων γράφει ἀκόμα ὅτι: «Δὲν εἶναι εὔκολο νὰ βρεῖ κανεὶς ὅμοια μ’ αὐτὴν γυναίκα, ἀνάμεσα σὲ ἄλλες ποὺ ἔχουν τὰ ἴδια ἀξιώματα, οὔτε ἄλλη μὲ τόσα χαρίσματα καὶ τόσες ἐνάρετες πράξεις».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Νεομάρτυρας ὁ Ἀργέντης 

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Ἀνδρέας ὁ Ἀργέντης καταγόταν ἀπὸ τὴν Χίο καὶ ὑπέστη μαρτυρικὸ θάνατο στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 1465, συγκαταλεγόμενος ἔτσι μεταξὺ τῶν πρώτων Νεομαρτύρων, οἱ ὁποίοι θανατώθηκαν ἀπὸ τοὺς Τούρκους μετὰ τὴν ἅλωση τῆς Πόλεως.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ διὰ Χριστὸν Σαλός 

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης γεννήθηκε τὸν 15ο αἰώνα μ.Χ. στὸ χωριὸ Πούκχοβο στὴ περιοχὴ τοῦ Οὔστγιουγκ ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους γονεῖς, τὸν Σάββα καὶ τὴ Μαρία. Ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία διακρίθηκε γιὰ τὴν ἀσκητικότητα τοῦ βίου του καὶ τὴν αὐστηρὴ τήρηση τῆς νηστείας. Τὴν Τετάρτη καὶ τὴν Παρασκευὴ δὲν ἔτρωγε τίποτα, παρὰ μόνο λίγο ψωμί καὶ ἔπινε λίγο νερό.

Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ πατέρα του, ἡ μητέρα τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου ἐγκαταβίωσε στὴ μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος τοῦ Ὀρλέτσκ καὶ ἔγινε μοναχή. Ὁ νεαρὸς Ἰωάννης ἄρχισε τὴν ἄσκηση μὲ τὴ σιωπὴ καὶ τὴ σαλότητα καὶ διῆλθε τὸ ὑπόλοιπο τοῦ βίου του μὲ ἀδιάλειπτη προσευχὴ ζώντας σὲ μία καλύβα τοῦ Οὔστγιουγκ.
Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1494 καὶ ἐνταφιάσθηκε κοντὰ στὸν καθεδρικὸ ναὸ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νεομάρτυρας ὁ Νάννος 

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Ἰωάννης ἢ Νάννος συνεπαρμένος ἀπὸ τὴν μελέτη τῶν Βίων τῶν Ἁγίων καὶ Μαρτύρων καὶ κυριευμένος ἀπὸ ἐνθουσιασμό, ποὺ ἐνισχυόταν ἀπὸ τὸ νεαρὸ τῆς ἡλικίας του, θέλησε νὰ εἰσέλθει καὶ αὐτὸς στὸ χορὸ τῶν Μαρτύρων. Ὁ μόνος τρόπος γιὰ τὴν πραγματοποίηση τῆς ἐπιθυμίας του ἦταν νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη του καὶ κατόπιν νὰ ἀποπλύνει τὴν ἄρνησή του μὲ τὶ αἷμα του, καθιστώντας μὲ αὐτὸ τὸν ἰδιότυπο τρόπο τὸν ἑαυτό του ἐξ ἀρνησιχρίστων Νεομάρτυρα.

Ὁ πατέρας του, ποὺ ὀνομαζόταν καὶ αὐτὸς Ἰωάννης, καταγόταν ἀπὸ τὸ Γυναικόκαστρο, χωριὸ ποὺ βρίσκεται στὴν κοιλάδα τοῦ Ἀξιοῦ, ἐνῶ ἡ μητέρα του Θωμαΐδα ἀπὸ τὸ χωριὸ Κολόβι, ποὺ βρίσκεται κοντὰ στὸν Πολύγυρο τῆς Χαλκιδικῆς. Καὶ οἱ δύο ὅμως ζοῦσαν στὴ Θεσσαλονίκη, ὅπου νυμφεύθηκαν καὶ ἔφεραν στὸν κόσμο τὰ δυό τους παιδιὰ, τὸν Θεόδωρο καὶ τὸν Ἰωάννη, ποὺ ἔλαβε αὐτὸ τὸ ὄνομα, διότι γεννήθηκε τὴν παραμονὴ τῆς ἑορτῆς τοῦ Γενεθλίου τοῦ Τιμίου Προδρόμου· γιὰ νὰ διακρίνεται ὅμως ἀπὸ τὸν πατέρα του, τὸν φώναζαν Νάννο.

Ὁ πατέρας τοῦ Νάννου λοιπὸν ἦταν ὑποδηματοποιός. Πρὸς ἐξοικονόμηση τῶν ἀναγκαίων πραγμάτων ἔφυγε ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη καὶ ἐγκαταστάθηκε στὴ Σμύρνη. Ὅταν ἀργότερα οἱ δύο υἱοί του μεγάλωσαν, τοὺς πῆρε κοντά του καὶ τοὺς ἔμαθε τὴν τέχνη του.

Στὴ Σμύρνη ο νεαρὸς καὶ εὐσεβὴς Ἰωάννης περνοῦσε τὶς ἡμέρες του ἐργαζόμενος, ἐνῶ τὸν ἐλεύθερο χρόνο του τὸν ἀφιέρωνε, μὲ τὴν βοήθεια τοῦ ἀδελφοῦ του, γιατὶ ὁ ἴδιος ἦταν ἀγράμματος, στὴν μελέτη τῆς ἁγίας Γραφῆς καὶ Βίων Ἁγίων καὶ Μαρτύρων, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀνάψει μέσα στὴν καρδιά του ὁ πόθος τοῦ μαρτυρίου. Παρακινούμενος ἀπὸ αὐτή του τὴν ἐπιθυμία προσποιήθηκε ὅτι θέλει νὰ προσέλθει στὸ Μωαμεθανισμό, ἔχοντας ὡς ἀπώτερο σκοπὸ τὸ μαρτύριο. Ἔτσι, ἐντελῶς ξαφνικά, στὶς 3 Μαΐου τοῦ 1802, χωρὶς νὰ φανερώσει τίποτε σὲ κανέναν καὶ ἐνῶ εἶχε σταλεῖ ἀπὸ τὸν πατέρα του σὲ κάποια δουλειά, πῆγε καὶ παρουσιάσθηκε ἐνώπιον τῶν Τούρκων καὶ δήλωσε ὅτι θέλει νὰ προσχωρήσει στὴ θρησκεία τους. Ὁ πατέρας του, ἀνησυχώντας γιὰ τὴν ἀργοπορία τοῦ υἱοῦ του καὶ φοβούμενος μήπως τοῦ συνέβη κάποιο κακό, ἄρχισε νὰ τὸν ἀναζητᾶ μαζὶ μὲ μερικοὺς συγγενεῖς του, ὁπότε καὶ πληροφορήθηκαν τὴν ἐξωμοσία του. Ἔσπευσαν τότε ὅλοι μαζὶ νὰ τὸν εὕρουν, γιὰ νὰ πληροφορηθοῦν τὸν λόγο ποὺ τὸν ὁδήγησε σ’ αὐτὴν τὴν πράξη καὶ νὰ προσπαθήσουν νὰ τὸν μεταπείσουν.

Δυστυχῶς ὅμως μάταια κόπιασαν, διότι οὔτε κἄν μπόρεσαν νὰ τὸν πλησιάσουν, ἀφοῦ οἱ Τούρκοι ποὺ τὸν περιτριγύριζαν, μόλις τοὺς εἶδαν, τοὺς ἀπομάκρυναν βίαια ἀπὸ κοντά του. Ὁ Ἰωάννης, τοῦ ὁποίου ἡ σκέψη ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἦταν προσηλωμένη στὸ μαρτύριο, θεωρώντας τὴν ἄρνηση ὡς τὸ μόνο μέσο γιὰ τὴν ἐπίτευξη τοῦ σκοποῦ του, προσπάθησε ἐπανειλημμένα νὰ γνωστοποιήσει τὴν πρόθεσή του στοὺς συγγενεῖς του, χωρὶς ὅμως νὰ τὸ καταφέρει, ἀφοῦ αὐτοὶ τὸν ἀπέφευγαν πλέον ὡς ἀρνησίθρησκο. Ὅταν τέλος, μετὰ ἀπὸ πολλὲς προσπάθειες, ὁ πατέρας του πληροφορήθηκε κάποιες δηλώσεις του καὶ κατάλαβε ὅτι σκόπευε νὰ μαρτυρήσει, τοῦ ἔστειλε μήνυμα πὼς ἡ δύναμη τοῦ Σταυροῦ ἀρκεῖ γιὰ νὰ τὸν ἐνδυναμώσει στὸ ἔργο του.

Ὕστερα ἀπὸ αὐτὸ τὸ περιστατικό, στὶς 25 Μαΐου καὶ ἡμέρα Κυριακή, ἐνδύθηκε μὲ χριστιανικὰ ἐνδύματα, φόρεσε στὸ κεφάλι του τὸ τούρκικο κάλυμμα καὶ παρουσιάσθηκε καὶ πάλι στὸ κριτήριο τῶν Τούρκων, γιὰ νὰ ὁμολογήσει  πλέον αὐτὴ τὴ φορὰ τὴ Χριστιανική του ἰδιότητα καὶ ὅτι τὸ ὄνομά του εἶναι Ἰωάννης καὶ ὄχι Μεχμέτ. Οἱ Τούρκοι ἔμειναν ἔκπληκτοι  ἀπὸ τὶς δηλώσεις του καὶ προσπάθησαν νὰ τὸν μεταπείσουν. Τοῦ παρουσίασαν μάλιστα γιὰ νὰ τὸν δελεάσουν μία πολύτιμη στολὴ καὶ πολλὰ χρήματα, ποὺ θὰ γίνονταν δικά του, ἐάν ὁμολογοῦσε τὸν Μωάμεθ ὡς Θεό. Ἔφθασαν δὲ στὸ σημεῖο νὰ τοῦ προτείνουν νὰ δηλώσει ἐνώπιόν τους πὼς παραμένει Τοῦρκος καὶ κατόπιν ἦταν ἐλεύθερος νὰ φύγει καὶ νὰ πάει ὅπου θέλει πιστεύοντας ὁ,τιδήποτε ἤθελε. Γι’ αὐτοὺς ἀρκοῦσε μόνο νὰ ἐξέλθει ἀπὸ τὸ δικαστήριο ὡς Μεχμέτης καὶ ὄχι ὡς Ἰωάννης. Παρ’ ὅλες ὅμως τὶς ἑλκυστικὲς προτάσεις ποὺ τοῦ ἔκαναν, δὲν κατάφεραν νὰ κλονίσουν τὸ γενναῖο του φρόνημα καὶ νὰ τὸν παρασύρουν στὴ γνώμη τους.

Κάποιος Τοῦρκος ἀγᾶς, βλέποντας τὴν ὑπομονὴ τοῦ Ἰωάννου, πρότεινε κάποια λύση, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ὁ Ἰωάννης θὰ παρέμενε Τοῦρκος εἴτε τὸ ἤθελε, εἴτε ὄχι· πρότεινε λοιπὸν νὰ τὸν στείλουν στὸ Ἀλγέρι μ’ ἕνα πλοῖο, τὸ πλήρωμα τοῦ ὁποίου ἀποτελεῖτο μόνο ἀπὸ Τούρκους. Ὁ Ἰωάννης, ἀκούγοντας αὐτὴν τὴν ἐκδοχὴ καὶ φοβούμενος μήπως ματαιωθεῖ κατ’ αὐτὸ τὸν τρόπο τὸ μαρτύριο ποὺ τόσο ἐπιθυμοῦσε, προφασίσθηκε ὅτι ἐπιθυμεῖ νὰ τοῦ δοθοῦν δύο ἡμέρες διορία, γιὰ νὰ σκεφθεῖ τὶς προτάσεις τους. Οἱ Τούρκοι, πιστεύωντας πὼς τελικὰ θὰ ὑποχωροῦσε ὁ Ἰωάννης, τοῦ παραχώρησαν τὴν διορία ποὺ τοὺς ζήτησε γιὰ νὰ ἀποφασίσει, χωρὶς ὅμως νὰ σκεφθοῦν ὅτι ἕτσι θὰ ἔχαναν καὶ τὴν εὐκαιρία νὰ τὸν στείλουν μὲ τὸ πλοῖο στὸ Ἀλγέρι.

Μετὰ τὸ τέλος τῆς δεύτερης ἡμέρας τὸν κάλεσαν νὰ παρουσιασθεῖ στὴ συνέλευσή τους, γιὰ νὰ δώσει τὴν τελικὴ ἀπάντηση. Ὁ Ἰωάννης, ὁ ὁποῖος εἶχε βεβαιωθεῖ νωρίτερα γιὰ τὴν ἀναχώρηση τοῦ πλοίου, δήλωσε πὼς ὄχι μόνο δὲν εἶχε μετανοιώσει, ἀλλὰ ἐπιθυμοῦσε τῶρα ἀκόμα περισσότερο τὸ μαρτύριο. Μὴ ἔχοντας πλέον ἄλλη ἐκλογὴ οἱ Τούρκοι, ἀποφάσισαν νὰ τὸν θανατώσουν. Πρὶν ὅμως ἀπὸ αὐτὸ θέλησαν νὰ ἐπιχειρήσουν ἄλλη μία φορὰ νὰ τὸν μεταπείσουν. Γι’ αυτὸ κάλεσαν τὸν πατέρα του, ὁ ὁποῖος, ἐπειδὴ φοβόταν, ἀρνήθηκε νὰ παρουσιασθεῖ, λέγοντας πὼς δὲν εἶχε πλέον καμία σχέση μαζί του.

Ἔτσι, στὶς 29 Μαΐου τοῦ 1802 καὶ ἡμέρα Πέμπτη, ὁ Ἰωάννης ὁδηγήθηκε στὸ Σοὰν Παζάρι, τόπο τῶν θανατικῶν ἐκτελέσεων. Πλῆθος λαοῦ εἶχε συγκεντρωθεῖ, γιὰ νὰ παρακολουθήσει τὸ μαρτύριό του, ὄχι μόνο Χριστιανοὶ ἀλλὰ καὶ πολλοὶ Τοῦρκοι, Φράγκοι καὶ Ἀρμένιοι, ποὺ ἔμειναν ἔκπληκτοι ἀπὸ τὴ γενναιότητα καὶ τὸ θάρρος τοῦ Μάρτυρος.
Μετὰ τὸν ἀποκεφαλισμό του πολλοὶ Χριστιανοὶ προσπάθησαν νὰ ἐξαγοράσουν κάτι δικό του, γιὰ νὰ τὸ ἔχουν ὡς φυλακτό. Κατ’ αὐτὸ τὸν τρόπο οἱ Τοῦρκοι συγκέντρωσαν πάνω ἀπὸ 3.000 γρόσια· ἔφθασαν μάλιστα στὸ σημεῖο νὰ θέλουν νὰ ἀκρωτηριάσουν τὸν Μάρτυρα, γιὰ νὰ κερδίσουν περισσότερα. Τότε κάποιος εὐλαβὴς Χριστιανὸς ἀπὸ τὴν Μόσχα, ὀνομαζόμενος Παναγιώτης Παναγιωτόπουλος, γιὰ νὰ ἀποφευχθεῖ ἡ κατατεμάχιση τοῦ τιμίου λειψάνου τοῦ Νεομάρτυρος, ἐπιχείρησε νὰ τὸ ἐξαγοράσει, πράγμα ποὺ κατόρθωσε δωροδοκώντας τὸν κριτή, ποὺ ἦταν φίλος του, καὶ τὸν ἔπαρχο, καὶ ἔτσι τοῦ ἐπέτρεψαν νὰ παραλάβει τὸ ἱερὸ λείψανο καὶ νὰ τὸ ἐνταφιάσει.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου «ἡ Ἐγγύηση τῶν Ἁμαρτωλῶν» 

Ἡ ἱερὰ εἰκόνα τῆς Παναγίας «Ἡ τῶν Ἁμαρτωλῶν Ἐγγύησις» βρισκόταν παλαιότερα στὴ μονὴ τοῦ Ὀρντίσκ τῆς ἐπαρχίας Ὀρλώφ, ὅπου καὶ ἔγινε ὀνομαστὴ γιὰ τὰ θαύματα ποὺ ἐπιτελοῦσε.

Ἕνα ἀντίγραφο αὐτῆς τῆς ἱερᾶς εἰκόνος φυλασσόταν στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Νικολάου Χαμώνβικ τῆς Μόσχας. Ἡ εἰκόνα κάθε βράδυ ἀκτινοβολοῦσε ἀπὸ θεϊκὸ φῶς. Εἶναι χαρακτηριστικὴ ἡ ἐπιγραφὴ ποὺ εἶχε χαραχθεῖ στὴν εἰκόνα: «Ἐγὼ εἶμαι ἡ ἐγγύηση τῶν ἁμαρτωλῶν πρὸς τὸν Υἱό».
Ἡ Εἰκόνα τῆς Παναγίας ἑορτάζει, ἐπίσης, στὶς 7 Μαρτίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Εὐθύμιος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Ζήλων 

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Εὐθύμιος, κατὰ κόσμον Εὐστράτιος Ἀγρίτης ἢ Ἀγριτέλλης, γεννήθηκε στὶς 6 Ἰουλίου 1876 στὰ Παράκουλα τῆς Λέσβου. Σὲ ἡλικία μόλις ἐννέα ἐτῶν, ὁ Εὐστράτιος εἰσέρχεται στὴν ἱερὰ μονὴ Λειμῶνος, ὅπου ὁ ἡγούμενος, ἀρχιμανδρίτης Ἄνθιμος Γεωργιέλλης, τοῦ ἔδωσε τὸ ὄνομα Εὐθύμιος.

Τὸ 1889 γράφεται στὴ Λειμωνιάδα Σχολὴ καὶ γιὰ ἕνδεκα χρόνια παρακολουθεῖ τὰ μαθήματα καὶ τὴ χριστομάθεια τοῦ ὑποδειγματικοῦ αὐτοῦ ἀρρεναγωγείου. Τὸ 1892 ἀποφοιτᾶ ἀπὸ τὴ Σχολὴ παίρνοντας τὸ ἀπολυτήριο μὲ ἄριστα, πράγμα ποὺ τοῦ ἔδωσε τὴν εὐκαιρία νὰ ἐγγραφεῖ τὸ 1900 στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τῆς Χάλκης ὡς ὑπότροφος τῆς μονῆς Λειμῶνος. Τὸ 1906 χειροτονεῖται διάκονος στὴ μονὴ Χάλκου ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Γρεβενῶν Ἀγαθάγγελο καὶ τὴν ἑπόμενη χρονιὰ ὑποβάλλει στὴ Σχολὴ γιὰ τὴν ἀπόκτηση τοῦ πτυχίου του διδακτορικὴ διατριβὴ μὲ θέμα: «Σκοπὸς τοῦ Μοναχικοῦ βίου στὴν Ἀνατολὴ μέχρι τὸν 9ο αἰῶνα μ.Χ.».

Ἀφοῦ παίρνει τὸ πτυχίο του μὲ ἄριστα, ἐπιστρέφει στὴ μονὴ Λειμῶνος στὴ Λέσβο καὶ διορίζεται ἱεροκήρυκας ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Μηθύμνης Στέφανο (Σουλίδη). Ἀπὸ τὴν θέση αὐτὴ διακρίνεται γιὰ τὴ ρητορική του δεινότητα, τὸ πλούσιο περιεχόμενο τοῦ λόγου του καὶ ἐπισκέπτεται τὰ χωριὰ καὶ τὶς κωμοπόλεις τῆς ἐπαρχίας, εὐαγγελίζοντας τὸν Χριστό καὶ κηρύττοντας τὴν ἀγάπη γιὰ τὴν Πατρίδα. Τὸν ἴδιο χρόνο διορίζεται Σχολάρχης στὴ Σκόπελο, ὅπου καὶ παραμένει ἕνα ἔτος.

Τὸ 1910 χειροτονεῖται πρεσβύτερος καὶ ἀργότερα ἀναλαμβάνει πρωτοσύγκελλος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μηθύμνης. Τὸ 1911 χειροτονεῖται στὴν Κωνσταντινούπολη Ἐπίσκοπος καὶ ἀναλαμβάνει νὰ διαποιμάνει τὴ Ἐπισκοπὴ Ζήλων. Ἀπὸ τὴν Ἀμισὸ (Σαμψούντα), ὅπου ἐγκαθίσταται, ἐπιδίδεται σὲ ἕναν εὐγενὴ καὶ σπάνιο ἀγώνα γιὰ τὴν μόρφωση τῶν Ἑλλήνων τῆς περιοχῆς, ἔχοντας στὴν εὐθύνη του 340 περίπου ἐνορίες καὶ 150.000 Ἕλληνες. Τὸ 1913 ὁ Ἐπίσκοπος Εὐθύμιος τοποθετεῖται στὴν ἐπαρχία Πάφρας. Σὲ διάρκεια δέκα ἐτῶν, σημειώνει λαμπρὴ πνευματικὴ τροχιὰ καὶ ἡγετικὴ πορεία, κτίζοντας στὴν Πάφρα καὶ σὲ πολλὰ χωριά, σχολεῖα, ἀρρεναγωγεῖα καὶ παρθεναγωγεῖα καὶ ἐκκλησίες, φροντίζοντας γιὰ τὴν τοποθέτηση δασκάλων καὶ ἱερέων, ἀπαραίτητων γιὰ τὴν ἐθνικὴ καὶ πνευματικὴ ἀνάπτυξη τῆς περιοχῆς.

Τὸ 1914 πολλοὶ Παφρηνοί, μὲ τὴν προτροπὴ τοῦ Εὐθυμίου, ἀρνήθηκαν νὰ καταταγοῦν στὸν Τουρκικὸ στρατὸ καὶ βγῆκαν στὰ βουνὰ ὡς φυγόστρατοι, ὅπου ἀρχίζουν νὰ δημιουργοῦνται τὰ πρῶτα ἀντάρτικα τμήματα. Φοβερὴ γενοκτονία ξεσπᾶ, ἰδιαίτερα στὴν περιοχὴ τῆς Πάφρας καὶ Σαμψούντας, μεταβάλλοντας τὴν δράση τοῦ Ἐπισκόπου Εὐθυμίου ἀπὸ προσπάθεια ἀναπτύξεως σὲ προσπάθεια περισσυλογῆς. Τὸ 1917 ἀναλαμβάνει ἡγετικὸ ρόλο σὲ ἔνοπλες ὁμάδες ἀνταρτῶν κατευθύνοντάς τις κατὰ τοῦ Τουρκικοῦ στρατοῦ καὶ τῶν ἄλλων ἐνόπλων, ποὺ δροῦσαν ὡς ἔμμισθοι τῶν Τούρκων κατὰ τῶν Ἑλλήνων.

Τὴν περίοδο 1914 – 1916 καὶ 1918 – 1919, μὲ τὴν ὑπογραφὴ τῆς ἀνακωχῆς, παρότρυνε ὅλα τὰ σχολεῖα καὶ τὸν λαὸ τοῦ Πόντου νὰ παραστοῦν σύσσωμοι στὴν ἐτήσια τελετὴ τῆς ἀναπαραστάσεως τῆς αὐτοκτονίας τῶν τριάντα καὶ πλέον νεαρῶν κοριτσιῶν τοῦ Ἀσὰρ τῆς Πάφρας. Ἡ τελετὴ αὐτὴ πραγματοποιεῖτο κατὰ τὴν ἐπέτειο τῆς 25ης Μαρτίου, ὡς ἀνάμνηση τῆς αὐτοθυσίας τῶν νεαρῶν κοριτσιῶν, ποὺ ἔπεσαν τὸ 1860 ἀπὸ τὸ κάστρο τοῦ Ἄλυ καὶ αὐτοκτόνησαν, γιὰ νὰ μὴν πέσουν στὰ χέρια τῶν Τούρκων.

Τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 1917, μεγάλη δύναμη τοῦ Τουρκικοῦ στρατοῦ περικυκλώνει στὸ βουνὸ Νελτὲς τὴ μονὴ τῆς Παναγίας, τῆς Μάαρα, κλείνοντας 650 γυναικόπαιδα καὶ 60 ἔνοπλους ἀντάρτες. Μετὰ ἀπὸ ἑξαήμερη ἀντίσταση, οἱ περισσότεροι ἔγκλειστοι σκοτώνονται ἢ αὐτοκτονοῦν. Τὸ 1919, σὲ ἀνταπόδοση τῶν προηγουμένων, ἀνήμερα τῆς Παναγίας, ὁ Εὐθύμιος συγκεντρώνει 12.000 ἀντάρτες ἔξω ἀπὸ τὴν κωμόπολη Τσασοὺρ μὲ γενικὸ ἀρχηγὸ τὸν Κυριάκο Παπαδόπουλο μὲ ἀποτέλεσμα τὴν ὁλοσχερὴ καταστροφὴ τῆς πόλεως καὶ τὸν ἀφανισμὸ τῶν Τούρκων ἐνόπλων. Ἀπὸ ἐκείνη τὴν ἡμέρα οἱ Τούρκοι καταζητοῦν τὸν Εὐθύμιο, θεωρώντας τὸν ἐπίσημο ἀρχηγὸ τῶν ἀνταρτῶν τοῦ Δυτικοῦ Πόντου.

Τὸ 1921, μὲ ἀπόφαση τῆς Κεμαλικῆς κυβερνήσεως, ὅλοι οἱ Μητροπολίτες, οἱ Ἐπίσκοποι καὶ οἱ ἀρχιμανδρίτες τοῦ Πόντου ὄφειλαν νὰ ἐγκαταλείψουν τὸν Πόντο καὶ νὰ φύγουν ἀπὸ τὶς ἕδρες τους. Οἱ μόνοι ποὺ δὲν ὑπάκουσαν στὴν ἐντολὴ αὐτὴ ἦσαν ὁ Μητροπολίτης Τραπεζοῦντος Χρύσανθος, ὁ Ἐπίσκοπος Εὐθύμιος καὶ ὁ Ἀρχιμανδρίτης Ἀμασείας πρωτοσύγκελλος Πλάτων Ἀϊβαζίδης. Στὶς 21 Ἰανουαρίου τοῦ ἴδιου ἔτους, οἱ Κεμαλικοὶ συλλαμβάνουν τὸν Εὐθύμιο, τὸν Ἀρχιμανδρίτη Ἀϊβαζίδη μαζὶ μὲ προύχοντες τῆς πόλης. Ὁ Ἅγιος Εὐθύμιος ὁδηγεῖται στὴν Ἀμάσεια, ὅπου καταδικάζεται σὲ θάνατο καὶ κλείνει στὶς φυλακὲς Σούγια τῆς Ἀμασείας, ποὺ ἔχουν μετατραπεῖ σὲ τόπο κολάσεως ἀπὸ τὶς ὀδύνες καὶ τὸν πόνο τῶν βασανιστηρίων, ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Εὐθύμιος ὑποκύπτει ἀπὸ τὸ βάρος τῶν πληγῶν του τὸ 1921 καὶ λαμβάνει τὸν ἀμαράντινο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.

Τὸ 1992 ὁ Εὐθύμιος κατατάσσεται στὴ χορεία τῶν Ἁγίων ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Τὸ 1998 ἀνοικοδομεῖται παρεκκλήσιο πρὸς τιμὴν τοῦ Ἁγίου στὴ μονὴ Λειμῶνος, στὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Μηθύμνης.
Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται, ἐπίσης, τὴν Κυριακὴ πρὸ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Λουκᾶς Ἀρχιεπίσκοπος Κριμαίας 

Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Λουκᾶ, Ἀρχιεπισκόπου Κριμαίας, τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία στὶς 11 Ἰουνίου, ὅπου καὶ ὁ βίος του.

Ὁ Ἅγιος Λουκᾶς, κατὰ κόσμον Βαλεντίνος, υἱὸς τοῦ Φήλικος Βόϊνο – Γιασενέτσκϊυ, ἐγεννήθηκε στὶς 14 Ἀπριλίου τοῦ 1877, στὴν πόλη Κέρτς, τὸ ἀρχαῖο Ποντικάπαιο, ποὺ ἦταν ἀποικία τῶν Μιλησίων. Στὸ τέλος τῆς δεκαετίας τοῦ 1880, ἡ οἰκογένειά του μετακομίζει στὴν πρωτεύουσα τῆς Οὐκρανίας, τὸ Κίεβο.

Ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία ὁ Ἅγιος ἐξεχώρισε ἀπὸ τὰ ἄλλα ἀδέλφια του. Ἐζοῦσε ἁπλὰ καὶ λιτά. Αὐτὸ ὅμως ποὺ ἐπέδρασε στὴν ψυχή του ἦταν τὸ περίφημο μοναστήρι τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων, ἕνας τόπος ἁγιασμένος ἀπὸ τὶς προσευχές, τὴν ἄσκηση καὶ τὰ δάκρυα πολλῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ Ἀσκητῶν τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἔζησαν ἐκεῖ ἀπὸ τὸν 10ο αἰώνα. Ἐσπούδασε στὴν Ἀκαδημία Καλῶν Τεχνῶν τοῦ Κιέβου καὶ εἶχε τὸ χάρισμα τῆς ζωγραφικῆς. Παράλληλα μὲ τὶς πνευματικές του ἀναζητήσεις ἐμελετοῦσε μὲ ἰδιαίτερη ἐπιμέλεια τὴν Ἁγία Γραφή. Πολλὰ σημεῖα τοῦ Εὐαγγελίου τὸν συνέπαιρναν. Τὰ ὑπογράμμιζε μὲ κόκκινο μελάνι. Αὐτὸ τὸ Εὐαγγέλιο τὸ ἐκράτησε μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του, ἔγινε ὁ ἀχώριστος σύντροφός του. Στὴ συνέχεια ἐσπούδασε τὴν ἰατρικὴ ἐπιστήμη στὸ πανεπιστήμιο τοῦ Κιέβου. Τὸ μέλλον του, ὡς ἰατροῦ, φαίνεται λαμπρό, ἀφοῦ ξεχωρίζει καὶ διακρίνεται στὶς σπουδές του. Ἐκεῖνος ὅμως εἶχε ὡς σκοπὸ τὴ διακονία τοῦ πάσχοντος ἀνθρώπου, καὶ ἰδιαίτερα τοῦ πτωχοῦ. Βοηθάει τοὺς πάντες. Διακονεῖ χιλιάδες ἀσθενεῖς. Προοδεύει τόσο πολὺ στὴν ἰατρικὴ ἐπιστήμη καὶ ἐκλέγεται Καθηγητὴς Πανεπιστημίου.

Τὸ 1918 συλλαμβάνεται ἀπὸ τὸ καθεστὼς τῆς Ὀκτωβριανὴς ἐπαναστάσεως, ἀλλά, σὰν ἀπὸ θαῦμα ἐλευθερώνεται. Ἤδη ἔχουν ἀρχίσει τὰ δεινὰ τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Θεὸς ξαφνικὰ τὸν καλεῖ νὰ γίνει ἱερεὺς καὶ νὰ διακονήσει τὸν λαό Του. Στὶς 26 Ἰανουαρίου 1921 λαμβάνει τὸν πρῶτο βαθμὸ τῆς ἱερωσύνης. Μιὰ ἐβδομάδα ἀργότερα, τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυρίου, χειροτονεῖται πρεσβύτερος, ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Τασκένδης Ἰννοκέντιο, καὶ ἀξιώνεται νὰ κρατήσει στὰ χέρια του τὴν παρακαταθήκη ποὺ τοῦ παρέδωσε ἡ Ἐκκλησία, τὸ Σῶμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, σὰν τὸν Προφήτη Συμεὼν τὸ Θεοδόχο. Ὁ Ἅγιος ἀγωνιζόταν σὲ πολλὰ μέτωπα. Ἀπὸ τὴ μιὰ μεριὰ ἡ φροντίδα τῶν ὀρφανῶν παιδιῶν του. Ἀπὸ τὴν ἄλλη οἱ ἀνάγκες τῆς ἐνορίας. Παράλληλα ἐδίδασκε στὸ Πανεπιστήμιο, στὴν ἕδρα τῆς τοπογραφικῆς ἀνατομίας καὶ χειρουργικῆς, ἐνῷ ἐργαζόταν καὶ στὸ νοσοκομεῖο.

Ὁ ἐξόριστος Ἐπίσκοπος τῆς Οὐφὰ Ἀνδρέας ἔφθασε τὸ 1922 στὴν Τασκένδη, μετὰ τὴν ἀναγκαστικὴ ἀπομάκρυνση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἰννοκεντίου ἀπὸ τοὺς σχισματικοὺς τῆς «Ζώσης Ἐκκλησίας», ποὺ ἔκαναν πιὸ ζωντανὴ τὴν παρουσία τους μὲ τὴ βοήθεια τῶν μυστικῶν ὑπηρεσιῶν τοῦ κράτους.  Οἱ κάτοικοι τῆς Τασκένδης ἐξέλεξαν ὁμόφωνα Ἐπίσκοπό τους τὸν Ἅγιο. Ὁ Ἐπίσκοπος Ἀνδρέας, ὁ ὁποῖος εἶχε ἐπισκεφθεῖ τὸ μαρτυρικὸ Πατριάρχη Μόσχας Τύχωνα, εἶχε τὴν ἄδεια νὰ ἐκλέγει τοὺς Ἐπισκόπους καὶ νὰ τοὺς χειροτονεῖ κρυφά. Ἔτσι ἔκειρε μοναχὸ τὸν Ἅγιο καὶ τὸν ὀνόμασε Λουκᾶ, πρὸς τιμὴν τοῦ Ἀποστόλου καὶ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ, τοῦ ἰατροῦ. Ἡ χειροτονία του ἔγινε στὴν πόλη Πεντζικέντ ἀπὸ ἐξόριστους Ἐπισκόπους. Ἡ πορεία πρὸς τὸ μαρτύριο ἄρχισε.

Στὶς 9 Ἰουνίου 1923 ἐπῆγε στὸ ναὸ καὶ ἐτέλεσε τὸν Ἑσπερινὸ καὶ τὸν Ὄρθρο. Ἐπέστρεψε στὸ σπίτι καὶ ἄρχιζε νὰ προετοιμάζεται γιὰ τὴ Θεία Λειτουργία, διαβάζοντας τὴν Ἀκολουθία τῆς Θείας Μεταλήψεως. Ἐκεῖνο τὸ βράδυ τὸν συνέλαβαν οἱ κομισάριοι τῶν Μπολσεβίκων. Ὅμως, ἐπειδὴ ἐγνώριζαν πόσο δημοφιλὴς ἦταν ὁ Ἐπίσκοπος Λουκᾶς καὶ ἐφοβοῦντο ταραχές, ἔβαλαν σὲ ἐφαρμογὴ τὴ μέθοδο τῆς συκοφαντίας καὶ τῆς λασπολογίας. Ἡ κατηγορία ἦταν ὅτι συμμετεῖχε σὲ ἀντιεπαναστατικὰ κινήματα κατὰ τοῦ καθεστῶτος. Παρ’ ὅλα αὐτὰ δὲν κατάφεραν τίποτε, ἀλλὰ ἔπρεπε νὰ τὸν διώξουν ἀπὸ τὴν Τασκένδη, γιατὶ εἶχε ἤδη μεταβεῖ στὴν Τασκένδη ὁ ἀντικανονικὸς Ἐπίσκοπος τῆς «Ζώσης Ἐκκλησίας». Ὁ Ἐπίσκοπος Λουκᾶς φθάνει στὴ Μόσχα, ὅπου συναντᾶ τὸν Ἅγιο Πατριάρχη Τύχωνα καὶ συλλειτουργεῖ μαζί του. Σὲ λίγες ἡμέρες καὶ πάλι συλλαμβάνεται καὶ ὁδηγεῖται στὶς φυλακὲς Μπουτύρσκι, οἱ ὁποῖες εἶχαν τὴ φήμη τῶν πιὸ σκληρῶν φυλακῶν τῆς Μόσχας. Ἀπὸ ἐκεῖ μεταφέρεται στὶς φυλακὲς Ταγκάνκα ποὺ βρίσκονται στὴν ἄλλη πλευρὰ τῆς Μόσχας καὶ σὲ λίγο καιρὸ ἐξορίζεται στὴ Σιβηρία, στὴν πόλη Γενισέϊσκ. Ἡ ἰατρικὴ ἰδιότητά του τοῦ ἐπέτρεψε κάποια μικρὴ ἄνεση καὶ σχετικὴ ἐλευθερία κινήσεων. Ἐλειτουργοῦσε καὶ ἐχειρουργοῦσε. Ἐθεράπευε τὶς ψυχικὲς ἀλλὰ καὶ τὶς σωματικὲς ἀσθένειες τῶν ἀνθρώπων. Καὶ πάλι τὸν ἐξορίζουν στὸ χωριὸ Χάγια, κοντὰ στὸν παραπόταμο τοῦ Ἀγκαρᾶ, γιὰ νὰ ἐπιστρέψει ἐκ νέου στὸ Γενισέϊσκ. Τὸν ἐξορίζουν στὸ Τουρουχάνσκ. Ἀγόγγυστα ὁ Ἐπίσκοπος ἐδέχθηκε τὴν ἀπόφαση. Στὴν περιοχὴ αὐτὴ οἱ κλιματολογικὲς συνθῆκες κάνουν τὴ ζωὴ πολὺ δύσκολη. Ὁ χειμώνας εἶναι σκοτεινὸς καὶ ἀτελείωτος. Ἡ θερμοκρασία κατεβαίνει στοὺς 40 βαθμοὺς ὑπὸ τὸ μηδὲν ἢ ἀκόμη πιὸ κάτω. Ὁ Ἅγιος θέτει τὸν ἑαυτό του καὶ τὴ ζωή του στὴ διακονία τῶν ἀνθρώπων καὶ ἰδιαίτερα τῶν ἀσθενῶν.

Ἡ δράση τοῦ Ἁγίου δὲν ἀφήνει ἀδιάφορους τοὺς κρατικοὺς παράγοντες. Τοῦ ἀπαγορεύουν νὰ εὐλογεῖ τοὺς ἀσθενεῖς στὸ νοσοκομεῖο, νὰ κάνει κηρύγματα, νὰ ἐπισκέπτεται ἕνα μοναστήρι ποὺ ἦταν ἐκεῖ κοντά, μὲ ἕλκυθρο. Ὅμως, τὸ μαρτύριο συνεχίζεται. Τὸν κατηγοροῦν γιὰ ἀνυπακοὴ στὴ σοβιετικὴ ἐξουσία καὶ τὸν ἐξορίζουν στὸν Ἀρκτικὸ ὠκεανό. Μόνη του παρηγοριὰ ὁ Θεός. Ἡ προσευχὴ ἦταν τὸ καταφύγιό του. Ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ ἐνίσχυε τὸ μάρτυρα Ἐπίσκοπο ποὺ ἀντεξε καὶ αὐτὴ τὴ σκληρὴ δοκιμασία.

Ὁ Ἅγιος, μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Ἐπισκόπου Κρασνογιὰρσκ Ἀμφιλοχίου, ἐπιστρέφει στὴν Τασκένδη. Στὶς 23 Ἀπριλίου 1930, οἱ ἀρχὲς ἀνακοινώνουν τὴν κατεδάφιση τοῦ ναοῦ τοῦ Ὁσίου Σεργίου τοῦ Ραντονέζ. Ὁ Ἅγιος Λουκᾶς ἀναστατώθηκε. Γράφει γι’ αὐτὸ ὁ ἴδιος: «Στὶς 23 Ἀπριλίου 1930 γιὰ τελευταία φορὰ λειτούργησα στὸν ἱερὸ ναὸ καὶ κατὰ τὴν ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου μὲ συνεπῆρε ἡ σκέψη πὼς τὸ ἴδιο βράδυ θὰ μὲ συλλάβουν. Ὅπως καὶ ἔγινε. Τὴν ἐκκλησία τὴν γκρέμισαν ὅταν ἐγὼ βρισκόμουν στὴ φυλακή. Στὸν πασίγνωστο κατηχητικὸ λόγο ποὺ διάβάζεται τὸ Πάσχα, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέει, ὅτι ὁ Θεὸς ὄχι μόνο τὰ ἔργα δέχεται, ἀλλὰ καὶ τὴ γνώμη ἀσπάζεται. Καὶ τὴν πράξη τιμᾶ καὶ τὴν πρόθεση ἐπαινεῖ. Γι’ αὐτὴ τὴν πρόθεσή μου νὰ πεθάνω μὲ μαρτυρικὸ θάνατο, ἂς μοῦ συγχωρέσει ὁ Θεὸς τὶς πολλὲς ἁμαρτίες μου».

Τὸ Μάιο τοῦ 1931, ἀκολουθεῖ ἡ δεύτερη ἐξορία στὴ Σιβηρία, ἀνακρίσεις καὶ βασανιστήρια. Γιὰ λίγο τὸν ἀφήνουν ἐλεύθερο καὶ τὸ Μάρτιο τοῦ 1940 ἐξορίζεται γιὰ τρίτη φορά. Κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ Β’ παγκοσμίου πολέμου καλεῖται στὴν πόλη Κρασνογιάρσκ, ὅπου προσφέρει τὶς πολύτιμες ὑπηρεσίες του ὡς ἰατρὸς καὶ λειτουργὸς τοῦ Κυρίου, γιὰ νὰ ἐκλεγεῖ στὴ συνέχεια Ἀρχιεπίσκοπος αὐτῆς. Λίγο ἀργότερα μετατίθεται στὴν Ἀρχιεπισκοπὴ Ταμπὼφ καὶ Μιτσούρνικ καὶ τὸ 1945, μετὰ τὸ τέλος τοῦ πολέμου, δέχεται τὴν πρώτη πολιτικὴ ἐπιβράβευση γιὰ τὸ τεράστιο ἔργο του καὶ τὴν προσφορά του. Τὸ Μάιο τοῦ ἔτους 1946 ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Λουκᾶς μετατίθεται στὴν Κριμαία, ὡς Ἀρχιεπίσκοπος Συμφερουπόλεως καὶ Κριμαίας. Ἐκεῖ, ὁ Ἅγιος Λουκᾶς, ἀφοῦ προσέφερε τὰ πάντα στὴ διακονία τοῦ λαοῦ του, ἐκοιμήθηκε ὁσίως, τὸ 1961.
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ, ἐπίσης, τὴ μνήμη του στὶς 29 Μαΐου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Νέον ἅγιον, τοῦ Παρακλήτου, σὲ ἀνέδειξεν, Λουκᾶ ἡ χάρις, ἐν καιροῖς διωγμῶν τε καὶ θλίψεων· νόσους μὲν ὡς ἰατρὸς ἐθεράπευσας, καὶ τὰς ψυχὰς ὡς ποιμὴν καθοδήγησας· πάτερ τίμιε, ἐγγάμων τύπος καὶ μοναστῶν, πρέσβευε σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἀνεδείχθης ἥλιος, νυκτὶ βαθείᾳ διωγμοῦ, μακάριε, διὸ καὶ θάλπος νοητὸς τὸ ἐκ Θεοῦ σὺ ἐξέχεας χειμαζομένοις, Λουκᾶ πανσεβάσμιε.

 

Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης γεννήθηκε σὲ ἕνα χωριὸ τῆς λεγομένης Μικρᾶς Ρωσίας, περὶ τὸ 1690, ἀπὸ γονεῖς εὐλαβεῖς καὶ ἐνάρετους. Ὅταν ἔφθασε σὲ νόμιμη ἡλικία στρατεύθηκε, ἐνῶ βασίλευε στὴ Ρωσία ὁ Μέγας Πέτρος. Ἔλαβε μέρος στὸν πόλεμο ποὺ ἔκανε ἐκεῖνος ὁ τολμηρὸς τσάρος ἐναντίον τῶν Τούρκων κατὰ τὸ 1711, καὶ συνελήφθη αἰχμάλωτος ἀπὸ τοὺς Τατάρους. Οἱ Τάταροι τὸν πούλησαν σὲ ἕναν Ὀθωμανὸ ἀξιωματικὸ Ἵππαρχο, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὸ Προκόπιον τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, τὸ ὁποῖο βρίσκεται πλησίον στὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας. Ὁ ἀγᾶς τὸν πῆρε μαζί του στὸ χωριό του. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς αἰχμαλώτους συμπατριῶτες του ἀρνήθηκαν τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ καὶ ἔγιναν Μουσουλμάνοι, εἴτε γιατὶ κάμφθηκαν ἀπὸ τὶς ἀπειλές, εἴτε γιατὶ δελεάστηκαν ἀπὸ τὶς ὑποσχέσεις καὶ τὶς προσφορὲς ὑλικῶν ἀγαθῶν.

Ὁ Ἰωάννης, ὅμως, ἦταν ἀπὸ μικρὸς ἀναθρεμμένος μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου καὶ ἀγαποῦσε πολὺ τὸν Θεὸ καὶ τὴν πίστη τῶν πατέρων του. Ἦταν ἀπὸ ἐκείνους τοὺς νέους, ὅπου τοὺς σοφίζει ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ, ὅπως κήρυξε ὁ σοφὸς Σολομών, λέγοντας: «Ὁ δίκαιος εἶναι γνωστικὸς καὶ στὴ νεότητά του. Διότι τιμημένο γήρας δὲν εἶναι τὸ πολυχρόνιο, οὔτε μετριέται μὲ τὸν ἀριθμὸ τῶν ἐτῶν. Ἡ φρονιμάδα στοὺς νέους ἀνθρώπους εἶναι σεβάσμια ὡσὰν νὰ εἶναι φέροντες καὶ ὁ καθαρὸς βίος τοὺς κάνει ὡσὰν νὰ εἶναι γέροντες πολύμαθοι».

Ἔτσι, λοιπόν, καὶ ὁ μακάριος Ἰωάννης, ἔχοντας τὴν σοφία ποὺ δίδει ὁ Θεὸς σὲ ἐκείνους ποὺ τὸν ἀγαποῦν, ἔκανε ὑπομονὴ στὴ δουλεία καὶ στὴν κακομεταχείρηση τοῦ ἀφέντη του καὶ στὶς ὕβρεις καὶ τὰ πειράγματα τῶν Ὀθωμανῶν, οἱ ὁποίοι τὸν φώναζαν «κιαφίρη», δηλαδὴ ἄπιστο, φανερώνοντάς του τὴν περιφρόνηση καὶ τὴν ἀπέχθειά τους. Στὸν ἀφέντη του καὶ σὲ ὅσους τὸν παρακινοῦσαν νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη του, ἀποκρινόταν μὲ σθεναρὴ γνώμη ὅτι προτιμοῦσε νὰ πεθάνει, παρὰ νὰ πέσει σὲ τέτοια φοβερὴ ἁμαρτία. Στὸν ἀγᾶ εἶπε: «Ἐὰν μὲ ἀφήσεις ἐλεύθερο στὴν πίστη μου, θὰ εἶμαι πολύ πρόθυμος στῖς διαταγές σου. Ἄν μὲ βιάσεις νὰ ἀλλαξοπιστήσω, γνώριζε ὅτι σοῦ παραδίδω τὴν κεφαλή μου, παρὰ τὴν πίστη μου. Χριστιανὸς γεννήθηκα καὶ Χριστιανὸς θὰ ἀποθάνω».

Ὁ Θεός, βλέποντας τὴν πίστη του καὶ ἀκούγοντας τὴν ὁμολογία του, μαλάκωσε τὴν σκληρὴ καρδιὰ τοῦ ἀγᾶ καὶ μὲ τὸν καιρὸ τὸν συμπάθησε. Σὲ αὐτὸ συνήργησε καὶ ἡ μεγάλη ταπείνωση ὅπου στόλιζε τὸν Ἰωάννη, καθὼς καὶ ἡ πραότητά του.

Ἔμεινε, λοιπόν, ἥσυχος ὁ μακάριος Ἰωάννης ἀπὸ τὶς ὑποσχέσεις καὶ ἀπειλὲς τοῦ Ὀθωμανοῦ κυρίου του, ὁ ὁποῖος τὸν εἶχε διορισμένο στὸν σταῦλο του, γιὰ νὰ φροντίζει τὰ ζῶα του. Σὲ μία γωνιὰ τοῦ σταύλου ξάπλωνε τὸ κουρασμένο σῶμα του καὶ ἀναπαυόταν, εὐχαριστώντας τὸν Θεό, διότι ἀξιώθηκε νὰ ἔχει ὡς κλίνη τὴ φάτνη στὴν ὁποία ἀνεκλίθη κατὰ τὴν γέννησή Του ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός. Ἦταν δὲ ἀφοσιωμένος στὸ ἔργο του, περιποιούμενος μὲ στοργὴ τὰ ζῶα τοῦ κυρίου του, τὰ ὁποῖα αἰσθάνονταν τόση τὴν πρὸς αὐτὰ ἀγάπη τοῦ Ἁγίου, ὥστε νὰ τὸν ζητοῦν ὅταν ἀπουσίαζε, νὰ τὸν προσβλέπουν μὲ ἀγάπη καὶ νὰ χρεμετίζουν μὲ χαρὰ ὅταν τὰ χάϊδευε, ὡσὰν νὰ συνομιλοῦσαν μαζί του.

Μὲ τὸν καιρὸ ὁ ἀγᾶς τὸν ἀγάπησε, καθὼς καὶ ἡ σύζυγός του, καὶ τοῦ ἔδωσαν γιὰ κατοικία ἕνα μικρὸ κελλὶ κοντὰ στὸν ἀχυρώνα. Ὅμως ὁ Ἰωάννης δὲν δέχθηκε καὶ ἐξακολούθησε νὰ κοιμᾶται στὸν σταῦλο, γιὰ νὰ καταπονεῖ τὸ σῶμα του μὲ τὴν κακοπέραση καὶ μὲ τὴν ἄσκηση, μέσα στὴ δυσοσμία τῶν ζώων καὶ στὰ ποδοβολητά τους. Κάθε νύχτα ὁ σταῦλος γέμιζε ἀπὸ τὶς προσευχὲς τοῦ Ἁγίου καὶ ἡ κακοσμία γινόταν ὀσμὴ εὐωδίας πνευματικῆς. Ὁ μακάριος Ἰωάννης εἶχε ἐκεῖνο τὸν σταῦλο ὡς ἀσκητήριο, καὶ ἐκεῖ πορευόταν κατὰ τοὺς κανόνες τῶν Πατέρων, ἐπὶ ὧρες γονυπετὴς καὶ προσευχόμενος, κοιμώμενος γιὰ λίγο ἐπἀνω στὰ ἄχυρα, χωρὶς ἄλλο σκέπασμα παρὰ μία παλαιὰ κάπα, γευόμενος μὲ διάκριση, πολλὲς φορὲς μόνο λίγο ψωμὶ καὶ νερό, καὶ νηστεύοντας τὶς περισσότερες ἡμέρες.

Συνέχεια ἔψαλλε τοὺς λόγους τοῦ ἱεροῦ ψαλμωδοῦ: «Ὁ κατοικῶν ἐν βοηθείᾳ τοῦ Ὑψίστου, ἐν σκέπῃ τοῦ Θεοῦ τοῦ οὐρανοῦ αὐλισθήσεται. Ἐρεῖ τῷ Κυρίῳ· ἀντιλήπτωρ μου εἶ καὶ καταφυγή μου, ὁ Θεός μου καὶ ἐλπιῶ ἐπ’ Αὐτόν. Ὅτι Αὐτὸς ρύσεταί με ἐκ παγίδος θηρευτοῦ καὶ ἀπὸ λόγου ταραχώδους. Ἔθεντο με ἐν λάκκῳ κατωτάτῳ, ἐν σκοτεινοῖς καὶ ἐν σκιᾷ θανάτου. Ἐγὼ δὲ πρὸς τὸν Κύριον ἐκέκραξα ἐν τῷ θλίβεσθαί με καὶ εἰσήκουσέ μου. Κύριος φυλάξει τὴν εἴσοδόν μου καὶ τὴν ἔξοδόν μου ἀπὸ τοῦ νῦν καὶ ἕως τοῦ αἰῶνος. Πρὸς σὲ ἦρα τοὺς ὀφθαλμούς μου Κύριε, τὸν κατοικοῦντα ἐν τῷ οὐρανῷ. Ἰδοὺ ὡς ὀφθαλμοὶ δούλων εἰς χεῖρας τῶν κυρίων αὐτῶν, οὕτως οἱ ὀφθαλμοὶ ἡμῶν πρὸς Κύριον τὸν Θεόν ἡμῶν, ἕως οὗ οἰκτιρῆσαι ἡμᾶς». Ψαλμοὺς σιγόψαλλε καὶ κατὰ τὴν ὥρα ποὺ ἀκολουθοῦσε πίσω ἀπὸ τὸ ἄλογο τοῦ ἀφέντη του.

Μὲ τὴν εὐλογία ποὺ ἔφερε ὁ Ἅγιος στὸν οἶκο τοῦ Τούρκου Ἱππάρχου, αὐτὸς πλούτισε καὶ ἔγινε ἕνας ἀπὸ τοὺς ἰσχυροὺς τοῦ Προκοπίου.

Ὁ Ἅγιος ἱπποκόμος του, ἐκτὸς τῆς προσευχῆς καὶ τῆς νηστείας, ποὺ ἔκανε ὡς ἀλλος Ἰώβ, πήγαινε τὴ νύχτα καὶ ἔκανε ὄρθιος ἀγρυπνίες στὸ νάρθηκα τῆς ἐκκλησίας τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, ἡ ὁποία ἦταν κτισμένη μέσα σὲ ἕνα βράχο καὶ βρισκόταν κοντὰ στὸν οἶκο τοῦ Τούρκου κυρίου του. Ἐκεῖ πήγαινε κρυφὰ τὴ νύχτα, κοινωνοῦσε δὲ κάθε Σάββατο τὰ Ἄχραντα Μυστήρια. Καὶ ὁ Κύριος, «ὁ ἐτάζων καρδίας καὶ νεφρούς», ἐπέβλεψε ἐπὶ τὸν δοῦλο του τὸν πιστὸ καὶ ἔκανε, ὥστε νὰ πάψουν νὰ τὸν περιπαίζουν καὶ νὰ τὸν ὑβρίζουν οἱ σύνδουλοί του καὶ οἱ ἄλλοι ἀλλόθρησκοι.

Ἀφοῦ, λοιπόν, ὁ ἀφέντης τοῦ Ἰωάννη πλούτισε, ἀποφάσισε  νὰ ὑπάγει γιὰ προσκύνημα στὴ Μέκκα, τὴ ἱερὰ πόλη τῶν Μωαμεθανῶν.

Ἀφοῦ πέρασαν ἀρκετὲς ἡμέρες ἀπὸ τὴν ἀναχώρησή του, ἡ σύζυγός του παρέθεσε τράπεζα καὶ προσκάλεσε τοὺς συγγενεῖς καὶ τοὺς φίλους τοῦ ἀνδρός της, γιὰ νὰ εὐφρανθοῦν καὶ νὰ εὐχηθοῦν νὰ ἐπιστρέψει ὑγιὴς στὸν οἶκο του ἀπὸ τὴν ἀποδημία. Ὁ μακάριος Ἰωάννης διακονοῦσε στὴν τράπεζα. Παρέθεσαν δὲ σὲ αὐτὴ καὶ ἕνα φαγητό, τὸ ὁποῖο ἄρεσε πολύ στὸν ἀγᾶ, τὸ λεγόμενο πιλάφι, τὸ ὁποῖο συνηθίζουν πολὺ στὴν Ἀνατολή. Τότε ἡ οἰκοδέσποινα θυμήθηκε  τὸν σύζυγό της καὶ εἶπε στὸν Ἰωάννη: «Πόση εὐχαρίστηση θὰ ἐλάμβανε, Γιουβάν, ὁ ἀφέντης σου, ἄν ἦταν ἐδῶ καὶ ἔτρωγε μαζί μας ἀπὸ τοῦτο τὸ πιλάφι!». Ὁ Ἰωάννης τότε ζήτησε ἀπὸ τὴν κυρία του ἕνα πιάτο γεμάτο πιλάφι καὶ εἶπε ὅτι θὰ τὸ ἔστελνε στὸν ἀφέντη του στὴ Μέκκα. Στὸ ἄκουσμα τῶν λόγων του γέλασαν οἱ προσκεκλημένοι. Ἀλλὰ ἡ οἰκοδέσποινα εἶπε στὴν μαγείρισσα νὰ δώσει τὸ πινάκιο μὲ τὸ φαγητὸ στὸν Ἰωάννη, σκεπτόμενη ἢ ὅτι ἤθελε νὰ τὸ φάει ὁ ἴδιος μόνος του ἢ νὰ τὸ πάει σὲ καμιὰ φτωχὴ χριστιανικὴ οἰκογένεια, ὅπως συνήθιζε νὰ κάνει, δίδοντας τὸ φαγητό του.

Ὁ Ἅγιος τὸ πῆρε καὶ πῆγε στὸν σταῦλο. Ἐκεῖ γονυπέτησε καὶ ἔκανε προσευχὴ ἐκ βάθους καρδίας παρακαλώντας τὸν Θεὸ νὰ ἀποστείλει τὸ φαγητὸ στὸν ἀφέντη του μὲ ὅποιον τρόπο οἰκονομοῦσε Ἐκεῖνος μὲ τὴν παντοδυναμία Του. Μὲ τὴν ἁπλότητα ποὺ εἶχε στὴν καρδιά του ὁ Ἰωάννης πίστεψε ὅτι ὁ Κύριος θὰ εἰσακούσει τὴν προσευχή του καὶ τὸ φαγητὸ θὰ πήγαινε θαυματουργικὰ στὴ Μέκκα. Πίστευε, «μηδὲν διακρινόμενος» κατὰ τὸν λόγο τοῦ Κυρίου, χωρὶς νὰ ἔχει κανένα δισταγμὸ ὅτι αὐτὸ ποὺ ζήτησε θὰ γινόταν. Καὶ, ὅπως λέγει ὁ Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος, «τὰ ὑπερφυῆ ταῦτα σημεῖα συμβαίνουσι τοῖς ἁπλουστέροις τῇ διανοίᾳ καὶ θερμοτέροις τῇ ἐλπίδι», ὅτι, δηλαδή, αὐτὰ τὰ ὑπερφυσικὰ θαύματα συμβαίνουν σὲ ἐκείνους ποὺ ἔχουν ἁπλούστερη διάνοια καὶ εἶναι θερμότεροι στὴν ἐλπίδα τὴν ὁποία ἔχουν πρὸς τὸν Θεό. Πράγματι! Τὸ πιάτο μὲ τὸ φαγητὸ χάθηκε ἀπὸ τὰ μάτια τοῦ Ὁσίου. Ὁ μακάριος Ἰωάννης ἐπέστρεψε στὴν τράπεζα καὶ εἶπε στὴν οἰκοδέσποινα ὅτι ἔστειλε τὸ φαγητὸ στὴ Μέκκα. Ἀκούγοντας οἱ προσκεκλημένοι τὸν λόγο αὐτὸ γέλασαν καὶ εἶπαν ὅτι τὸ ἔφαγε ὁ Ἰωάννης.

Ἀλλὰ ὕστερα ἀπὸ λίγες ἡμέρες γύρισε ἀπὸ τὴν Μέκκα ὁ κύριός του καὶ ἔφερε μαζί του τὸ χάλκινο πιάτο, πρὸς μεγάλη ἔκπληξη τῶν οἰκίων του. Μόνο ὁ μακάριος Ἰωάννης δὲν ἐξεπλάγη. Ἔλεγε, λοιπόν, ὁ ἀγᾶς στοὺς οἰκίους του: «Τὴν δεῖνα ἡμέρα (καὶ ἦταν ἡ ἡμέρα τοῦ συμποσίου, κατὰ τὴν ὁποία εἶπε ὁ Ἰωάννης ὅτι ἔστειλε τὸ φαγητὸ στὸν ἀφέντη του), τὴν ὥρα κατὰ τὴν ὁποία ἐπέστρεψα ἀπὸ τὸ μεγάλο τζαμὶ στὸν τόπο ὅπου κατοικοῦσα, βρῆκα ἐπάνω στὸ τραπέζι, σὲ ἕναν ὀντά (δωμάτιο) ὅπου τὸν εἶχα κλειδωμένο, τοῦτο τὸ σαχάνι (πιάτο) γεμάτο πιλάφι. Στάθηκα μὲ ἀπορία, σκεπτόμενος, ποῖος ἄραγε εἶχε φέρει ἐκεῖνο τὸ φαγητό καὶ πρὸ πάντων δὲν μποροῦσα νὰ ἐννοήσω μὲ τὶ τρόπο εἶχε ἀνοίξει τὴν πόρτα, τὴν ὁποία εἶχα κλείσει καλά. Μὴ γνωρίζοντας πῶς νὰ ἐξηγήσω αὐτὸ τὸ παράδοξο πρᾶγμα, περιεργαζόμουν τὸ πιάτο μέσα στὸ ὁποῖο ἄχνιζε τὸ πιλάφι καὶ εἶδα μὲ ἀπορία ὅτι ἦταν χαραγμένο τὸ ὄνομά μου ἐπάνω στὸ χάλκωμα, ὅπως σὲ ὅλα τὰ χάλκινα σκεύη τῆς οἰκίας μας. Ὡστόσο, μὲ ὅλη τὴν ταραχὴ ὅπου εἶχα ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ ἀνεξήγητο περιστατικό, κάθησα καὶ ἔφαγα τὸ πιλάφι μὲ μεγάλη ὄρεξη, καὶ ἰδοὺ τὸ πιάτο ποὺ τὸ ἔφερα μαζί μου, καὶ εἶναι ἀληθινὰ τὸ δικό μας».

Ἀκούγοντας αὐτὴ τὴ διήγηση οἱ οἰκεῖοι τοῦ Ἱππάρχου ἐξέστησαν καὶ ἀπόρησαν, ἡ δὲ σύζυγός του τοῦ ἐξιστόρησε πῶς ζήτησε ὁ Ἰωάννης τὸ πιάτο μὲ τὸ φαγητὸ καὶ εἶπε ὅτι τὸ ἔστειλε στὴ Μέκκα, καὶ ὅτι, ἀκούγοντάς τον νὰ λέγει ὅτι τὸ ἔστειλε, γέλασαν.

Αὐτὸ τὸ θαῦμα μαθεύτηκε σὲ ὅλο τὸ χωριὸ καὶ στὴ γύρω περιοχὴ καὶ ὅλοι θεωροῦσαν πλέον τὸν Ἰωάννη ὡς ἄνθρωπο δίκαιο καὶ ἀγαπητὸ στὸν Θεό, τὸν ἔβλεπαν δὲ μὲ φόβο καὶ σεβασμό, καὶ δὲν τολμοῦσε κανεὶς νὰ τὸν ἐνοχλήσει. Ὁ κύριός του καὶ ἡ σύζυγός του τὸν περιποιούνταν περισσότερο καὶ τὸν παρακαλοῦσαν πάλι νὰ φύγει ἀπὸ τὸν σταῦλο καὶ νὰ κατοικήσει σὲ ἕνα οἴκημα, τὸ ὁποῖο ἦταν κοντὰ στὸν σταῦλο, ὅμως ἐκεῖνος δὲν ἤθελε νὰ ἀλλάξει κατοικία. Περνοῦσε, λοιπόν, τὸν βίο του μὲ τὸν ἴδιο τρόπο, ὡς ἀσκητής, ἐργαζόμενος ὅπως πρὶν στὴν περιποίηση τῶν ζώων καὶ κάνοντας μὲ προθυμία τὰ θελήματα τοῦ ἀγᾶ.

Ἀλλὰ ὕστερα ἀπὸ λίγα χρόνια, κατὰ τὰ ὁποία ἔζησε ὁ μακάριος Ἰωάννης μὲ νηστεία, προσευχὴ καὶ χαμευνία, πλησιάζοντας στὸ τέλος τῆς ζωῆς του, ἀσθένησε καὶ ἦταν ξαπλωμένος πάνω στὰ ἄχυρα τοῦ σταύλου, τὸν ὁποῖο εἶχε ἁγιάσει μὲ τὶς δεήσεις του καὶ μὲ τὴν κακοπάθεια τοῦ σώματός του γιὰ τὸ ὄνομα καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ.

Προαισθανόμενος ὁ Ὅσιος τὸ τέλος του, ζήτησε νὰ κοινωνήσει τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων καὶ γι’αὐτὸ ἔστειλε καὶ κάλεσε ἕναν ἱερέα. Ἀλλὰ ὁ ἱερεὺς φοβήθηκε νὰ μεταφέρει φανερὰ τὰ Ἅγια Μυστήρια στὸ σταῦλο, ἐξαιτίας τοῦ φανατισμοῦ τῶν Τούρκων. Ὅμως σοφίστηκε, κατὰ Θεία φώτιση, καὶ πῆρε ἕνα μῆλο, τὸ ἔσκαψε, ἔβαλε μέσα τὴν Θεία Κοινωνία καὶ ἔτσι μετέβη στὸ σταῦλο καὶ κοινώνησε τὸν μακάριο Ἰωάννη. Ὁ Ἰωάννης, μόλις ἔλαβε τὸ Ἄχραντο Σῶμα καὶ τὸ Τίμιο Αἷμα τοῦ Κυρίου, παρέδωσε τὴν ἁγία ψυχή του στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, τὸν Ὁποῖο τόσο ἀγάπησε. Ἦταν τὸ 1730.

Τὸ 1733, τὸ ἀκέραιο καὶ εὐωδιάζον ἱερὸ λείψανο τοῦ Ὁσίου Ἰωάννου μεταφέρθηκε, μετὰ τὴν ἐκταφή του, ἀρχικὰ στὴ λατομημένη σὲ βράχο ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, ἀργότερα στὸ νεόδμητο ναὸ τοῦ Ἁγίου Βασιλείου καὶ τέλος στὸ ναὸ ποὺ ἀνεγέρθηκε πρὸς τιμήν του. Τοποθετήθηκε σὲ λάρνακα στὸ δεξιὸ μέρος τῆς Ἐκκλησίας. Ἐκεῖ κατέφθαναν ἀναρίθμητοι προσκυνητὲς καὶ πάσχοντες ἀπὸ διάφορα νοσήματα ποὺ εὕρισκαν τὴν θεραπεία τους.

Ὅταν, κατὰ τὸ 1832, ἐπὶ σουλτάνου Μαχμοὺτ τοῦ Β’, ἐπαναστάτησε ἐναντίον του ὁ ἀντιβασιλέας τῆς Αἰγύπτου Ἰμπραχὴμ πασᾶς, ὁ σουλτάνος ἔστειλε ἐναντίον του καὶ τὸν Χαζνετὰρ Ὀγλοὺ Ὀσμὰν πασᾶ μὲ 1.800 στρατιῶτες. Ὁ Ὀσμὰν πασᾶς, ἀφοῦ πέρασε τὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας, ἔφθασε κοντὰ στὸ Προκόπιο, ὅπου σκεπτόταν νὰ ἀναπαυθεῖ καὶ νὰ ἀναχωρήσει τὴν ἄλλη ἡμέρα. Ἐπειδὴ ὅμως οἱ περισσότεροι ἀπὸ τοὺς Μουσουλμάνους τοῦ Προκοπίου, σὰν γενίτσαροι ποὺ ἦσαν, μισοῦσαν τὸν σουλτάνο, συμφώνησαν ὅλοι νὰ μὴν δεχθοῦν τὸν Ὀσμὰν πασᾶ στὸ Προκόπι οὔτε στὰ σύνορα. Οἱ Χριστιανοί, ποὺ ἦσαν πιστοὶ στὸν σουλτάνο, προσπάθησαν νὰ πείσουν τοὺς συμπατριῶτες τους νὰ πειθαρχήσουν στὸν σουλτάνο καὶ νὰ δεχθοῦν τὸν στρατὸ ποὺ ἐρχόταν ἀπὸ ἐκεῖνον, λέγοντας μάλιστα σὲ αὐτοὺς ὅτι μπορεῖ ὁ Ὀσμὰν πασᾶς νὰ ἀγανακτίσει καὶ νὰ καταστρέψει τὸ χωριό. Ἐκεῖνοι ὅμως δὲν ἄλλαζαν γνώμη. Τότε οἱ Χριστιανοὶ πῆραν τὰ γυναικόπαιδα καὶ ἔφυγαν στὰ γύρω χωριὰ καὶ στὶς σπηλιές, γιὰ νὰ μὴν πέσουν θύματα τῆς ἀνόητης ἀντιδράσεως τῶν γενιτσάρων.

Πράγματι, τὴν ἄλλη ἡμέρα, ὅταν ὁ Ὀσμὰν πασᾶς εἰσῆλθε στὸ Προκόπι, τὸ λεηλάτησε καὶ τὸ κατέστρεψε. Κάποιοι ἀπὸ τοὺς στρατιῶτες εἰσῆλθαν καὶ στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου. Ἅρπαξαν τὰ ἱερὰ σκεύη καὶ ἄνοιξαν τὴ λάρνακα τοῦ Ὀσίου ἐλπίζοντας νὰ βροῦν καὶ ἐκεῖ χρυσαφικὰ καὶ ἀσημικά. Δὲν βρῆκαν ὅμως τίποτε. Ἀπὸ τὸ κακό τους, ποὺ βγῆκαν γελασμένοι καὶ γιὰ νὰ κοροϊδέψουν τὴ χριστιανικὴ πίστη, ἀποφάσισαν νὰ κάψουν τὸ ἱερὸ λείψανο.

Τὸ ἔβαλαν στὸ προαύλιο, μάζεψαν πολλὰ φρύγανα, ἔβαλαν φωτιὰ καὶ ἔριξαν μὲ ἀσέβεια τὸ ἱερὸ σκήνωμα μέσα στὶς φλόγες. Τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ὁσίου Ἰωάννου ὄχι μόνο ἔμεινε ἄφλεκτο, ἀλλὰ καὶ φάνηκε στοὺς ἄπιστους ὅτι ζοῦσε, τοὺς φοβέριζε καὶ τοὺς ἔδιωχνε ἀπὸ τὸν περίβολο τῆς ἐκκλησίας.

Τὴν ἐπόμενη ἡμέρα γέροντες Χριστιανοὶ βρῆκαν τὰ ἀσημικὰ, ποὺ εἶχαν ἀφήσει ἀπὸ τὸν τρόμο τους οἱ Τούρκοι στρατιῶτες, πῆραν μὲ εὐλάβεια τὸ ἱερὸ λείψανο καὶ τὸ τοποθέτησαν πάλι μέσα στὴ λάρνακα.
Τὸ ἱερὸ λείψανο μεταφέρθηκε στὴν Εὔβοια τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1924 μαζὶ μὲ τοὺς πρόσφυγες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ἀπὸ τὸ πλοῖο «Βασίλειος Δεστούνης». Καὶ ἐνῶ τὸ πλοῖο βρισκόταν στὴ Ρόδο δὲν προχωροῦσε, ἀλλὰ περιστρεφόταν μέσα στὴ θάλασσα καὶ ἔμενε στὸν ἴδιο τόπο. Ὁ κυβερνήτης τοῦ πλοίου φοβήθηκε. Τότε ὁ Παναγιώτης Παπαδόπουλος, ποὺ εἶχε πάρει μαζί του τὸ ἱερὸ λείψανο κρυφά, ἐξήγησε στὸν πλοίαρχο ὅτι μέσα στὸ πλοῖο καὶ μάλιστα στὸ ἀμπάρι ἦταν τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ὁσίου Ἰωάννου τοῦ Ρώσου. Ἀμέσως ὁ κυβερνήτης διέταξε τὴν μεταφορὰ τοῦ ἱεροῦ σκηνώματος στὸ διαμέρισμα τοῦ πλοίου, τὸ ὁποῖο χρησιμοποιοῦταν ὡς εὐκτήριος οἶκος, ὅπου τὸ ἐναπέθεσαν καὶ ἄναψαν τὸ καντήλι.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, τὸ φῶς κατέχων, πικρὰν ἤνεγκας, αἰχμαλωσίαν, Ἰωάννη καὶ ὁσίως ἐβίωσας· ὅθεν τὸ θεῖόν σου λείψανον Ἅγιε, θαυματουργίας πηγάζει ἐν Πνεύματι· ᾧ προστρέχοντες, ὑμνοῦμεν τὸν σὲ δοξάσαντα, τιμῶντες τὰ σεπτά σου προτερήματα.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Εὐσεβείας δόγμασιν, ἐντεθραμμένος θεόφρον, ἀκλινῶς ὑπέμεινας, αἰχμαλωσίας τὰς θλίψεις. Ὅθεν σε, ὁ Ζωοδότης λαμπρῶς δοξάσας, δέδωκε, πιστοῖς τὸ τίμιον λείψανόν σου, ἀναβλῦζον Ἰωάννη, Πνεύματι θείῳ ῥεῖθρα ἰάσεων.

 

Μεγαλυνάριον.
Ἄστρον ἐξ Ἑῴας ὤφθης λαμπρόν, μάκαρ Ἰωάννη, καταυγάζον τοὺς εὐσεβεῖς, χάριτι θαυμάτων, καὶ νῆσον τῆς Εὐβοίας, τῷ σῷ καθαγιάζεις, λειψάνῳ Ἅγιε.

Ὁ Ἅγιος Ἑλλάδιος ὁ Ἱερομάρτυρας

Εἶναι ἄγνωστο ἀπὸ ποῦ καταγόταν καὶ πότε ἄθλησε ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἑλλάδιος. Ἀφοῦ διέπερεψε στὴν ἀρετὴ καὶ τὴν εὐσέβεια, μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ κατέστη Ἐπίσκοπος. Γιὰ τὴν ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ δράση του συνελήφθη, καὶ, ἀφοῦ ἀρνήθηκε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, ὑποβλήθηκε σὲ σειρὰ σκληρῶν βασανιστηρίων. Ρίχθηκε στὴν πυρά, ἀλλὰ μὲ τὴν Θεία Δύναμη ἐξῆλθε ἀβλαβής. Μὲ τὰ θαυμάσια αὐτὰ γεγονότα ἔγινε πρόξενος, ὥστε πολλοὶ τῶν παρισταμένων εἰδωλολατρῶν νὰ προσέλθουν στὴν ἀληθινὴ πίστη τοῦ Χριστοῦ. Τέλος, ἀφοῦ ἐδάρη σκληρὰ μὲ ράβδους καὶ γροθιές, παρέδωσε τὸ πνεῦμα καὶ περιεβλήθηκε τὸν ἀμαράντινο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Φερωνύμως ἐδέξω ὡς θεῖον ἔλαιον, ἱερουργίας τὴν χάριν, τῇ ἐπινεύσει Χριστοῦ, καὶ ἱέρευσας σοφῶς Πάτερ Ἑλλάδιε, καὶ Μαρτύρων κοινωνός, δι’ ἀγώνων ἱερῶν, γενόμενος Ἱεράρχα, καθικετεύεις ἀπαύστως, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

Κοντάκιο. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ὥσπερ ἐλαία ἀνεβλάστησας κατάκαρπος

Ἀθλητικὴν ἱερουργὲ νέμων χρηστότητα

Τοῖς τὸ ἔλεος τοῦ Λόγου προσδεχομένοις.

Ἀλλ’ ὡς Μάρτυς καὶ φωστὴρ λαμπρὸς τῆς πίστεως

Καθοδήγησον ἡμᾶς πρὸς γνῶσιν ἔνθεον
Τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις Πάτερ Ἑλλάδιε.

 

Μεγαλυνάριο.
Ἔλεος Ἑλλάδιε θεϊκόν, ταῖς σαῖς εὐπροσδέκτοις, μεσιτείαις πρὸς τὸν Θεόν, βλῦσον Ἱεράρχα, τοῖς πίστει εὐφημοῦσι, τῶν σῶν ἀγωνισμάτων, τὴν θείαν ἄθλησιν.

Ὁ Ἅγιος Θεράπων ὁ Ἱερομάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Θεράπων καταγόταν ἀπὸ τὶς Σάρδεις καὶ ἄθλησε κατὰ τοὺς χρόνους τῶν διωγμῶν τῶν Χριστιανῶν. Λόγῳ τῶν ἀρετῶν, τοῦ ἔνθεου ζήλου, τῶν φιλάνθρωπων αἰσθημάτων καὶ τῆς φωτισμένης διδασκαλίας του,  χειροτονήθηκε πρεσβύτερος Σαρδέων. Διαβλήθηκε γιὰ τὴν χριστιανικὴ δράση του, συνελήφθη ἀπὸ τὸν ἄρχοντα τῶν Σαρδέων Οὐαλεριανό, ἀρνήθηκε δὲ νὰ ἀποκηρύξει τὴν πατρώα εὐσέβεια, ἀφοῦ βασανίσθηκε σκληρά, καὶ μεταφέρθηκε δέσμιος στὴ Συναὸ καὶ ἀκολούθως στὴν Ἄγκυρα, ὅπου κοντὰ στὸν ποταμὸ Ἀτσαλῆ ὑποβλήθηκε σὲ βασανιστήρια, καὶ κατεγδάρησαν οἱ σάρκες του.
Τέλος, μεταφέρθηκε στὸ θέμα τῶν Θρακησίων, κοντὰ στὸν ποταμὸ Ἕρμο, στὴν Ἐπισκοπὴ Σατάλων, ὅπου καὶ πάλι βασανίσθηκε ἀνηλεῶς καὶ τελειώθηκε διὰ ἀποκεφαλισμοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Βασίλειος ἐκ Γεωργίας 

Ὁ Ὅσιος Βασίλειος ἔζησε τὸν 11ο αἰώνα μ.Χ. στὴ Γεωργία καὶ ἦταν υἱὸς τοῦ βασιλέως Μπαγράτ. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ἁγία Ρεστιτούτα ἡ Μάρτυς και ἡ συνοδεία αὐτῆς 

Ἡ Ἁγία Μάρτυς Ρεστιτούτα καταγόταν ἀπὸ ἐπιφανὴ καὶ εὐγενὴ οἰκογένεια τῆς Ρώμης. Λόγῳ τῶν διωγμῶν κατὰ τῶν Χριστιανῶν κατέφυγε στὴν πόλη Σόρα τῆς Καμπανίας τῆς Ἰταλίας καὶ μαρτύρησε, μαζὶ μὲ ἄλλους Χριστιανούς, ἐπὶ αὐτοκράτορος Αὐρηλιανοῦ (270 – 275 μ.Χ.). Στὴν τέχνη ἡ Ἁγία Ρεστιτούτα εἰκονογραφεῖται μαζὶ μὲ τὸν φύλακα Ἄγγελό της.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἰούλιος ὁ Μάρτυρας ὁ Στρατηλάτης 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἰούλιος μαρτύρησε ἐπὶ αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.) καὶ Μαξιμιανοῦ (285 – 305 μ.Χ.). Ἐπειδὴ ἦταν Χριστιανός, συνελήφθη τὸ 297 μ.Χ. στὸ Δορύστολο, ἐπαρχία τῆς Κάτω Μοισίας καὶ ὁδηγήθηκε ἐνώπιον τοῦ ἐπάρχου Μαξίμου, ὁ ὁποῖος τὸν προέτρεψε νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστὸ καὶ νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, γιὰ νὰ ζήσει. Ὁ στρατιώτης Ἰουλιανὸς ὅμως μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία ὁμολόγησε τὸ Ὄνομα τοῦ Θεοῦ ἐνώπιον τῶν εἰδωλολατρῶν. Τότε ὁ ἄρχοντας ἔδωσε ἐντολὴ νὰ θανατωθεῖ διὰ ξίφους.

Ὅταν ἔφεραν τὸν Ἅγιο στὸν τόπο τῆς καταδίκης του, τὸν ἀποχαιρέτισαν ὅλοι. Κάποιος Χριστιανός, ποὺ ὀνομαζόταν Ἡσύχιος, τὸν παρακάλεσε νὰ τὸν ἐνθυμεῖται στὶς προσευχές του μαζὶ μὲ τοὺς Μάρτυρες Πασικράτη καὶ Βαλεντίωνα, ποὺ εἶχαν πεθάνει μαρτυρικά († 24 Ἀπριλίου).
Στὴν συνέχεια ὁ δήμιος ἐκτέλεσε τὴν ἐντολὴ καὶ ἀποκεφάλισε  τὸν Ἅγιο. Ἔτσι ὁ Ἅγιος Ἰουλιανὸς εἰσῆλθε στὴ χαρὰ τοῦ Κυρίου αὐτοῦ καὶ ἔλαβε τὸν ἀμαράντινο στέφανο τῆς δόξας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Εὐσεβιώτης ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Εὐσεβιώτης ἢ Εὐβοιώτης τελιώθηκε, ἀφοῦ ρίχθηκε στὴν πυρά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἀλύπιος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἀλύπιος τελειώθηκε, ἀφοῦ τοῦ συνέτριψαν τὴν κεφαλὴ διὰ λίθου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ἁγία Ἰουλιανὴ ἡ Μάρτυς 

Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη τῆς Ἀγίας Μάρτυρος Ἰουλιανὴς στὶς 4 Μαρτίου, ὅπου καὶ ὁ βίος της. Δεν γνωρίζουμε γιατὶ ἐπαναλαμβάνεται ἡ μνήμη της αὐτὴ την ἡμέρα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Εὐτρόπιος 

Ὁ Ὅσιος Εὐτρόπιος γεννήθηκε στὴ Μασσαλία τῆς Γαλλίας καὶ ἔζησε τὸν 5ο αἰώνα μ.Χ. Ἀσκήτεψε θεοφιλῶς σὲ μονὴ τῆς πόλεως Ὀρὰνζ καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 475 μ.Χ., κατὰ τὴν περίοδο ποὺ ἡ περιοχὴ εἶχε καταστραφεῖ ἀπὸ τοὺς Βησιγότθους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ὁσία Μελάνη ἡ ἐξ Οὐαλλίας

Ἡ Ὁσία Μελάνη καταγόταν ἀπὸ τὴν Οὐαλλία καὶ γεννήθηκε τὸ 590 μ.Χ. Ἀκολούθησε τὸ μοναχικὸ βίο καὶ ἀσκήτεψε στὴν περιοχὴ τοῦ Μοντγκομερυσάϊρ (Montgomeryshire). Ἀργότερα ἵδρυσε μιὰ μικρὴ μοναστικὴ κοινότητα στὴν μακρινὴ περιοχὴ Μελανζέλ, στὴν ὁποία ἔγινε ἡγουμένη. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸν 7ο ἢ 8ο αἰώνα μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ρανοῦλφος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ρανοῦλφος ἔζησε τὸν 7ο καὶ 8ο αἰώνα μ.Χ. στὴ Γαλλία καὶ ἦταν πατέρας τοῦ Ἁγίου Ἀδούλφου († 19 Μαΐου), Ἐπισκόπου τῆς περιοχῆς Ἄρρας – Καμπραὶ τῆς νοτιοανατολικῆς Γαλλίας. αρτύρησε γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ τὸ 700 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ὁσία Μελάνη ἡ ἐξ Οὐαλλίας

Ἡ Ὁσία Μελάνη καταγόταν ἀπὸ τὴν Οὐαλλία καὶ γεννήθηκε τὸ 590 μ.Χ. Ἀκολούθησε τὸ μοναχικὸ βίο καὶ ἀσκήτεψε στὴν περιοχὴ τοῦ Μοντγκομερυσάϊρ (Montgomeryshire). Ἀργότερα ἵδρυσε μιὰ μικρὴ μοναστικὴ κοινότητα στὴν μακρινὴ περιοχὴ Μελανζέλ, στὴν ὁποία ἔγινε ἡγουμένη. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸν 7ο ἢ 8ο αἰώνα μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ρανοῦλφος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ρανοῦλφος ἔζησε τὸν 7ο καὶ 8ο αἰώνα μ.Χ. στὴ Γαλλία καὶ ἦταν πατέρας τοῦ Ἁγίου Ἀδούλφου († 19 Μαΐου), Ἐπισκόπου τῆς περιοχῆς Ἄρρας – Καμπραὶ τῆς νοτιοανατολικῆς Γαλλίας. Μαρτύρησε γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ τὸ 700 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Βεδέας ὁ Ὁμολογητής

Ὁ Ὅσιος Βεδέας γεννήθηκε στὴ Νορθμπρία τῆς Ἀγγλίας τὸ 673 μ.Χ. Σὲ ἡλικία ἑπτὰ ἐτῶν εἰσῆλθε στὴ μονὴ τοῦ Γιάρροου, ὅπου σπούδασε καὶ παρέμεινε καθ’ ὅλο τὸν βίο του, χωρὶς ποτὲ νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὰ ὅρια αὐτῆς. Ὅπως ἐξάγεται ἀπὸ τὰ συγγράμματά του καὶ ἀπὸ ἄλλες μαρτυρίες, ἀνάλωσε τὸν βίο του καὶ ὅλη τὴν ἐνεργητικότητά του στὴν μελέτη τῶν Ἁγίων Γραφῶν, στὴν ἀκριβὴ τήρηση τῶν Κανόνων τῆς μοναχικῆς πολιτείας, τὴ διδασκαλία καὶ τὴ συγγραφή. Οἱ θεολογικές του ἐργασίες, κυρίως ἑρμηνευτικές, ἦσαν ἐμβριθεῖς καὶ ἐξετιμῶντο πολύ, ἀλλὰ ὁ Ὅσιος Βεδέας κατέστη περίφημος κυρίως ὡς ἱστορικός. Τὸ ὑπὸ τὸν τίτλο «Ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀγγλίας καὶ τοῦ Ἀγγλικοῦ λαοῦ» ἔργο του, εἶναι ἡ σπουδαιότερη πηγὴ γιὰ τὴν πρὶν ἀπὸ αὐτὸν ἱστορικὴ περίοδο τῆς Βρετανίας καὶ τῆς Ἐκκλησίας αὐτῆς. Συνέθεσε, ἐπίσης, ὕμνους καὶ ἄλλα ποιήματα, ἐπιστολές,  διάφορες ὁμιλίες καὶ συνέθεσε τὸ «Μικρὸν Μαρτυρολόγιον» μὲ ἱστορικὲς σημειώσεις.

Ὁ Ὅσιος Βεδέας ἦταν ὁ πρῶτος, ὁ ὁποῖος συνέγραψε στὴν ἀγγλικὴ γλώσσα. Ἐκτὸς τῶν προσόντων του αὐτῶν ἦταν πρὸ πάντων ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, εὐλαβής, ταπεινός, ἁγνὸς στὴν ψυχή καὶ τὸ σῶμα.
Τὴν τελευταία ἡμέρα τῆς ζωῆς του, ὅταν πλέον εἶχε ἐντελῶς ἐξαντληθεῖ, ἕνας ἀπὸ τοὺς μαθητές του τοῦ ὑπενθύμισε ὅτι ἀπομένει τὸ τελευταῖο κεφάλαιο τοῦ Ἰωάννου πρὸς ἑρμηνεία. «Γράφε, τέκνον μου», εἶπε ὁ Ὅσιος καὶ ἄρχισε νὰ ὑπαγορεύει. Ὅταν τὸ κεφάλαιο τελείωσε, ὁ ἑτοιμοθάνατος ἀδελφὸς ἀποχαιρέτησε ὅλους τοὺς μοναχούς, στοὺς ὁποίους διένειμε μικρὰ δῶρα ὡς εὐλογία, στράφηκε πρὸς τὸ ναό, ὁπου καθημερινὰ προσευχόταν ἐπὶ ἑξήντα συναπτὰ ἔτη, πρόφερε τοὺς λόγους «Δόξα τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι» καὶ παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ τὸ 735 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Μιχαὴλ ἐκ Γεωργίας 

Ὁ Ὅσιος Μιχαὴλ Παρεκχέλι ἔζησε καὶ ἀσκήτεψε κατὰ τὸν 13ο καὶ 14ο αἰώνα μ.Χ. στὴ Γεωργία. Κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

 

Ὁ Ἅγιος Φίλιππος Α’ Μητροπολίτης Μόσχας

Ὁ Ἅγιος Φίλιππος ἔζησε τὸν 15ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἦταν ἀπὸ τὸ 1455 Ἐπίσκοπος Σουζδαλίας. Ἐπελέγη ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Μόσχας Θεόγνωστο καὶ τὸν μεγάλο πρίγκιπα Ἰβὰν Γ’ Βασίλιεβιτς (1462 – 1505), Μητροπολίτης Μόσχας τὸ 1464.
Ὁ νέος Μητροπολίτης ἄρχισε ἀμέσως τὸ θεοφιλὲς ἔργο του καὶ ξεκίνησε τὴν ἀνέγερση τοῦ καθεδρικοῦ ναοῦ τοῦ Οὐσπένσκι. Φρόντισε μὲ ἐπιμέλεια γιὰ τὴν ἐκπαίδευση τῶν κληρικῶν καὶ τὴν καλλιέργεια ἱερατικοῦ ἤθους σὲ αὐτούς. Ἀσθένησε στὶς 4 Ἀπριλίου 1473 καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Μετὰ τὴν κοίμησή του ἀποκαλύφθηκε ὁ ἀσκητικός του βίος, ἀφοῦ φοροῦσε ἐπάνω του γιὰ ἄσκηση βαριὲς ἁλυσίδες.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἁγίων Ἰωνᾶ, Φωτίου καὶ Κυπριανοῦ Μητροπολιτῶν Μόσχας

Ἡ εὕρεσις καὶ μετακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων τῶν ἁγίων Ἱεραρχῶν Ἰωνᾶ († 31 Μαρτίου), Φωτίου († 2 Ἰουλίου) καὶ Κυπριανοῦ († 16 Σεπτεμβρίου) ἔγινε στὶς 17 Μαΐου τοῦ 1472, κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἀνέγερσης τοῦ νέου ναοῦ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου στὸ Κρεμλίνο, ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Μόσχας Φίλιππο Α’ († 9 Ἰανουαρίου καὶ 27 Μαΐου) καὶ τὸν μεγάλο πρίγκιπα Ἰβάν III.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ὁσίου Νείλου τοῦ ἐκ Σομπένσκ

Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη τοῦ Ὁσίου Νείλου στὶς 7 Δεκεμβρίου. Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Λάζαρος τοῦ Πσκώφ 

Ὁ Ὅσιος Λάζαρος γεννήθηκε τὸ 1733 ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους γονεῖς καὶ μεγάλωσε στὴν πόλη Ὄποτσα κοντὰ στὴν περιοχὴ τοῦ Πσκώφ. Ἔγινε μοναχὸς στὴ μονὴ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τῆς Λαύρας τοῦ Πσκώφ καὶ ἀνέλαβε τὸ 1800 καθήκοντα οἰκονόμου τῆς μονῆς. Διακρίθηκε γιὰ τὴν εὐσέβεια καὶ τὸν ἀσκητικό του βίο καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1824.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Θεράπων ἡγούμενος τῆς Λευκῆς Λίμνης 

Ὁ Ὅσιος Θεράπων, κατὰ κόσμον Θεόδωρος, γεννήθηκε τὸ 1337 στὴν πόλη Βολοκολάμσκ ἀπὸ τὴν εὐσεβὴ οἰκογένεια Ποσκόχιν. Οἱ γονεῖς του τὸν ἀνέθρεψαν μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου καὶ ἀπὸ τὴν παιδικὴ ἡλικία ἐξεδήλωσε τὴν κλίση καὶ τὴν ἀγάπη του πρὸς τὸν μοναχικὸ βίο. Γι’ αὐτὸ ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἐγκαταστάθηκε βόρεια τῆς Λευκῆς Λίμνης μαζὶ μὲ τὸν Ὅσιο Κύριλλο († 9 Ἰουνίου), ὅπου ἀσκήτεψε ὡς ἐρημίτης ἀσκούμενος στὴ σιωπή. Ἡ ἁγιότητα τοῦ βίου του προσείλκυσε γύρω του μαθητὲς ποὺ ὀργάνωσαν ἕνα μοναστήρι, τὸ ὁποῖο ἀργότερα ἔλαβε τὸ ὄνομα τοῦ Ὁσίου.

Τὸ 1398 ὁ Ὅσιος ἀνοικοδόμησε μία ξύλινη ἐκκλησία ἀφιερωμένη στὸ Γενέσιον τῆς Θεοτόκου, ἐνῶ οἱ μοναχοὶ τὸν βοηθοῦσαν στὸ ἔργο αὐτὸ καὶ ἀσχολοῦνταν παράλληλα μὲ τὴν ἀντιγραφὴ ἐκκλησιαστικῶν βιβλίων. Ἀργότερα, περὶ τὸ 1500, στὸν τόπο αὐτὸ κτίσθηκε πέτρινος ναὸς φημισμένος γιὰ τὶς ἁγιογραφίες του, ἔργα τοῦ ἁγιογράφου Διονυσίου καὶ τῶν υἱῶν του Βλαδιμήρου καὶ Θεοδώρου.

Ὁ Ὅσιος ἀπὸ ταπείνωση παραιτήθηκε ἀπὸ τὴν θέση τοῦ ἡγουμένου τῆς μονῆς, ἐμπιστεύθηκε τὴν πνευματικὴ καθοδήγησή του σὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς πατέρες αὐτῆς καὶ ἐπέστρεψε στὸν πνευματικὸ σύμβουλό του, Ὅσιο Κύριλλο.

Τὸ 1408 ὁ πρίγκιπας Ἀνδρέας Δημητρίεβιτς ζήτησε ἀπὸ τὸν Ὅσιο Θεράποντα νὰ ἱδρύσει ἕνα νέο μοναστήρι στὴν πόλη Μοζάϊσκ. Ἐκεῖ, στὸ λόφο Λοῦσχο, ὁ Ὅσιος ἀνήγειρε τὴ νέα μονὴ καὶ ἔλαβε τὸ ὀφφίκιο τοῦ ἀρχιμανδρίτου ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Μόσχας Φώτιο († 27 Μαΐου καὶ 2 Ἰουλίου). Ἐδῶ ὁ Ὅσιος ἀσκήτεψε γιὰ δέκα ὀκτὼ χρόνια καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1426.
Τὸ ἱερὸ λείψανό του ἐνταφιάσθηκε στὸ βόρειο κλίτος τοῦ ναοῦ τοῦ Γενεσίου τῆς Θεοτόκου καὶ βρέθηκε τὸ 1514.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Θεράπων ἡγούμενος τῆς Μόνζας 

Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη τοῦ Ὁσίου Θεράποντος, ἡγουμένου τῆς μονῆς Μόνζας, στὶς 12 Δεκεμβρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ἠλίας 

Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη τοῦ Ὁσίου Ἠλία, ἐκ Ρωσίας, στὶς 7 Δεκεμβρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ματθαῖος ἐκ Ρωσίας 

Ὁ Ὅσιος Ματθαῖος τοῦ Ζαράνσκϊυ, κατὰ κόσμον Μητροφάνης Κούζμικ Σβέκωφ, γεννήθηκε, τὸ 1861, στὴν πόλη Βγιάτκα. Ὁ πατέρας του ἦταν ὑποδηματοποιὸς καὶ ὁ Ὅσιος στὴ νεαρὴ ἡλικία του, ἀσχολήθηκε μὲ τὸ ἐμπόριο. Τὸ 1891, ὁ Μητροφάνης κείρεται μοναχὸς στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου καὶ λαμβάνει τὸ ὄνομα Ματθαῖος. Ἐδῶ ἀσκεῖται στὴν ὑπακοὴ καὶ διδάσκεται τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή. Ὁ Ἅγιος Θεὸς τοῦ δωρίζει τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας καὶ τὸ πρόσωπο τοῦ Ὁσίου γίνεται πενυματικὸ καταφύγιο καὶ παρηγοριὰ γιὰ τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ.
Ἔτσι, ἀφοῦ ἔζησε θεοφιλῶς, ὁ Ὅσιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1927.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr