Ὁ Ἅγιος Λέων γεννήθηκε στὴ Ρώμη περὶ τὰ τέλη τοῦ 4ου αἰῶνος μ.Χ. καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τῶν βασιλέων Μαρκιανοῦ καὶ Πουλχερίας (450 – 457 μ.Χ.). Διετέλεσε διάκονος τῶν Ἐπισκόπων Ρώμης Καλλίστου καὶ Σίξτου (432 – 440 μ.Χ.) καὶ ἐξαιτίας τῆς πολλῆς ἀρετῆς, τῆς συνέσεως καὶ τῆς καθαρότητας τοῦ βίου του χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Ρώμης στὶς 29 Σεπτεμβρίου τοῦ ἔτους 440 μ.Χ.

Κατὰ τὴν Δ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ συνῆλθε στὴ Χαλκηδόνα, τὸ ἔτος 451 μ.Χ., προσέφερε μεγάλη ὑπηρεσία στὴν ὀρθόδοξη ἀλήθεια διὰ τῆς ἐνεργοῦ καὶ φωτισμένης συμβολῆς του. Ἀπέστειλε σὲ αὐτὴν τέσσερις ἀντιπροσώπους του, ἡ δὲ ἐπιστολὴ τὴν ὁποία ἀπηύθυνε πρὸς τὴ Σύνοδο καθόριζε μὲ ὅλη τὴν ἀκρίβεια καὶ τὸ φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας περὶ τοῦ προσώπου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τὶς δύο φύσεις τοῦ Κυρίου, τὴ θεία καὶ τὴν ἀνθρώπινη.
Ὁ Ἅγιος Λέων κοιμήθηκε σὲ βαθὺ γῆρας στὶς 10 Νοεμβρίου 460 μ.Χ. μὲ εἰρήνη καὶ ἡ Σύναξή του ἐτελεῖτο στὴ Μεγάλη Ἐκκλησία.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Θείας πίστεως, ὀρθοδοξίᾳ, ὑπεστήριξας, τὴν Ἐκκλησίαν, ὡς πολύφωνον τοῦ πνεύματος ὄργανον· ἐκ γὰρ Δυσμῶν ἀναλάμψας ὡς ἥλιος, αἱρετικῶν τὴν ἀπάτην ἐμείωσας· Λέων Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Ἕτερο Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Ὀρθοδοξίας ὁδηγέ, εὐσεβείας Διδάσκαλε καὶ σεμνότητος, τῆς οἰκουμένης ὁ φωστήρ, τῶν ὀρθοδόξων θεόπνευστον ἐγκαλλώπισμα, Λέον σοφέ, ταῖς διδαχαῖς σου πάντας ἐφώτισας, λύρα τοῦ Πνεύματος, Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθήναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἐπὶ θρόνου ἔνδοξε, ἱερωσύνης καθίσας, καὶ λεόντων στόματα, τῶν λογικῶν ἀποφράξας, δόγμασιν, ἐν θεοπνεύστοις σεπτῆς Τριάδος, ηὔγασας, φῶς τῇ σῇ ποίμνῃ θεογνωσίας· διὰ τοῦτο ἐδοξάσθης, ὡς θεῖος μύστης Θεοῦ τῆς χάριτος.

 

Μεγαλυνάριον.
Βρυχήματι Λέον βασιλικῷ τῶν θεοτυπώτων, καὶ σοφῶν σου ὑποθηκῶν, ὡς θῶας καὶ λύκους, αἱρετικῶν τὰ σμήνη, τῆς θεολέκτου ποίμνης, σκορπίζεις πάντοτε. 

Οἱ Ἅγιοι Λέων καὶ Παρηγόριος οἱ Μάρτυρες οἱ ἐν Πατάροις τῆς Λυκίας Ἀθλήσαντες

Οἱ Συναξαριστὲς σημειώνουν ὅτι οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Λέων καὶ Παρηγόριος συνελήφθησαν στὰ Πάταρα τῆς Λυκίας. Πρῶτος συνελήφθη ὁ Ἅγιος Παρηγόριος, ὁ ὁποῖος μαρτύρησε διὰ πολλῶν καὶ ποικίλων βασάνων. Ὁ Ἅγιος Λέων προσευχόταν στὸν τόπο, ὅπου ἔριξαν τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Παρηγορίου καὶ ἔκλαιγε γιὰ τὸν θάνατο τοῦ ἀγαπημένου του φίλου καὶ Μάρτυρα, ἐπιθυμώντας νὰ ἀκολουθήσει καὶ αὐτὸς τὴν ὁδὸ τοῦ μαρτυρίου. Καὶ ἡ εὐκαιρία βρέθηκε.
Σὲ κάποια ἑορτὴ τῶν Ἐθνικῶν ὁ Λέων πλησίασε στὸν εἰδωλολατρικὸ ναὸ καὶ συνέτριψε τὰ κηροπήγια καὶ τοὺς λύχνους τῶν εἰδώλων, ἐνῷ ἔψαλε ὕμνους πρὸς τὸν Κύριο. Ἀμέσως συνελήφθη καὶ ὁδηγήθηκε στὸν ἡγεμόνα τοῦ τόπου, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Ἀμέσως τὰ βασανιστήρια ἄρχισαν. Τὸν χτύπησαν μὲ βούνευρα καὶ τὸν ἔσυραν σὲ γκρεμό, ὅπου τὸν ἔριξαν. Ἔτσι ἔλαβε τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου ὁ ἀθλητὴς τοῦ Χριστοῦ Λέων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ἀγαπητὸς ὁ Ὁμολογητής καὶ Θαυματουργὸς Ἐπίσκοπος Σινάου 

Ὁ Ὅσιος Ἀγαπητὸς καταγόταν ἀπὸ τὴν Καππαδοκία καὶ γεννήθηκε ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους γονεῖς. Ἔζησε κατὰ τὴν ἐποχὴ τῶν αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.) καὶ Μαξιμιανοῦ (285 – 305 μ.Χ.). Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἀναχώρησε γιὰ μοναστήρι κοντὰ στὴ Σίναο καὶ ἔγινε μοναχός. Ἀγαπήθηκε ἀπὸ τὸν Ἡγούμενο, ἐξαιτίας τῆς ἐνάρετης ζωῆς του καὶ διδάχθηκε τὰ ἱερὰ γράμματα. Ἔλαβε δὲ ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τὸ χάρισμα τῶν θαυμάτων. Μὲ τὴν προσευχὴ θανάτωσε δράκοντα μεγάλο, ποὺ φανερώθηκε κοντὰ στὸ μοναστήρι καὶ ἀφάνιζε ἀνθρώπους καὶ ζῶα καὶ εὐεργετοῦσε τοὺς προστρέχοντες σὲ αὐτόν.

Ἀργότερα, ἐπὶ αὐτοκράτορα Λικινίου (308 – 323 μ.Χ.), ὁ Ὅσιος Ἀγαπητὸς προσελήφθη στὸ στράτευμα. Ἐκεῖ εἶδε νὰ βασανίζονται γιὰ τὴν πίστη τους στὸν Χριστὸ οἱ καλλίνικοι Μάρτυρες Βικτώριος, Δωρόθεος, Θεόδουλος, Ἀγρίππας καὶ ἄλλοι πολλοί. Ἀμέσως θέλησε καὶ αὐτὸς νὰ γίνει κοινωνὸς τοῦ μαρτυρίου τους. Καὶ ἐνῶ ἐκεῖνοι ἐτελειώθησαν ἐν Χριστῷ διὰ τοῦ ξίφους, αὐτὸς διαφυλάχθηκε σῶος καὶ ἀβλαβής, ἂν καὶ τὸν κτύπησαν μὲ ἀκόντιο, κατ’ οἰκονομία Θεοῦ, γιὰ νὰ ὁδηγήσει πολλοὺς στὴ σωτηρία.

Μετὰ τὴν στρατιωτικὴ θητεία καὶ ὅταν πλέον αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Μέγας Κωνσταντίνος (324 – 337 μ.Χ.), ὁ Ἅγιος Ἀγαπητὸς ἐπιδόθηκε στὴ μελέτη τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου καὶ ὁ Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Σινάου τὸν χειροτόνησε Πρεσβύτερο. Μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ Ἐπισκόπου του καὶ ὕστερα ἀπὸ κοινὴ γνώμη κλήρου καὶ λαοῦ, ἐξελέγη Ἐπίσκοπος.
Ὁ Ὅσιος Ἀγαπητὸς ἀφοῦ ἀρχιεράτευσε θεοφιλῶς, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Ἀγρίππας, Βικτωρίνος, Δωρόθεος καὶ Θεόδουλος οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες, μαρτύρησαν ἐπὶ βασιλείας Λικινίου (308 – 323 μ.Χ.). Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Ἁγίων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Πιούλιος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Πιούλιος μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Κοσμᾶς ὁ ἐκ Ρωσίας 

Ὁ Ὅσιος Κοσμᾶς τοῦ Γιαχρὸμ γεννήθηκε στὴ Ρωσία τὸν 15ο αἰῶνα μ.Χ. Ἀρχικὰ ἦταν ὑπηρέτης κάποιου εὐγενοῦς, τὸν ὁποῖο φρόντιζε κατὰ τὸν χρόνο τῆς ἀσθένειάς του καὶ τοῦ διάβαζε βιβλία.

Κάποτε, ὅταν ὁ Ὅσιος ταξίδευε, ἐμφανίσθηκε σὲ αὐτὸν στὴ δασώδη περιοχὴ τοῦ ποταμοῦ Γιαχρόμ, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος λέγοντάς του νὰ γίνει μοναχὸς καὶ νὰ ἀνεγείρει μονή. Ἔτσι ὁ Ὅσιος μετέβη στὸ Κίεβο, ὅπου ἐκάρη μοναχὸς στὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων καὶ κατόπιν ἐπέστρεψε στὸ Γιαχρόμ, γιὰ νὰ κτίσει ναὸ ἀφιερωμένο στὴν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου.

Μὲ τὴν βοήθεια τῶν Χριστιανῶν τῆς περιοχῆς ἔκτισε τὸ ναὸ καὶ ἵδρυσε μονὴ τῆς ὁποίας ἐξελέγη ἡγούμενος.
Ὁ Ὅσιος Κοσμᾶς κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη σὲ βαθὺ γῆρας τὸ ἔτος 1492 καὶ ἐνταφιάσθηκε στὴ μονὴ τὴν ὁποία εἶχε ἱδρύσει. Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται καὶ στὶς 18 Ὀκτωβρίου, ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῆς εἰκόνος τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Γιαχρόμ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος Πατριάρχης Γεωργίας 

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ἀρχιεράτευσε κατὰ τὰ ἔτη 1584 – 1591 ὡς Πατριάρχης τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Γεωργίας.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Τήρων καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Ἀμάσεια στὴ Μαύρη Θάλασσα, ποὺ ὀνομαζόταν Χουμιαλὰ καὶ ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τῶν αὐτοκρατόρων Μαξιμιανοῦ (286 – 305 μ.Χ.), Γαλερίου (305 – 311 μ.Χ.) καὶ Μαξιμίνου (305 – 312 μ.Χ.). Ὀνομάζεται Τήρων, διότι κατετάγη στὸ στράτευμα τῶν Τηρώνων, δηλαδὴ τῶν νεοσυλλέκτων, διοικούμενο ὑπὸ τοῦ πραιπόσιτου Βρίγκα.

Διαβλήθηκε στὸν πραιπόσιτο ὡς Χριστιανὸς καὶ κλήθηκε σὲ ἐξέταση. Ἐκεῖ ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ χωρὶς δισταγμό. Ὁ διοικητὴς Βρίγκας δὲν θέλησε νὰ προχωρήσει στὴν σύλληψη καὶ τιμωρία τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου, ἀλλὰ τὸν ἄφησε νὰ σκεφθεῖ καὶ νὰ τοῦ ἀπαντήσει λίγο ἀργότερα. Πίστευε ὅτι ὁ Θεόδωρος θὰ ἄλλαζε καὶ θὰ θυσίαζε στὰ εἴδωλα. Ὁ Μεγαλομάρτυς, ὄχι μόνο παρέμεινε ἀδιάσειστος στὴν πίστη του, ἀλλὰ ἔκαψε καὶ τὸ ναὸ τῆς μητέρας τῶν θεῶν Ρέας, μετὰ τοῦ εἰδώλου αὐτῆς. Ἀμέσως τότε συνελήφθη καὶ ρίχθηκε ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες σὲ πυρακτωμένη κάμινο, ὅπου καὶ τελειώθηκε μαρτυρικά.
Ἡ Σύναξη τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρα Θεοδώρου τοῦ Τήρωνος ἐτελεῖτο στὸ ἁγιότατο Μαρτύριό του, τὸ ὁποῖο βρισκόταν στὴν περιοχὴ τοῦ Φωρακίου ἢ Σφωρακίου, τὸ Σάββατο τῆς Α’ ἑβδομάδος τῶν Νηστειῶν, δηλαδὴ τὴν ἡμέρα ποὺ ὁ Ἅγιος ἔκανε τὸ θαῦμα τῶν κολλύβων σώζοντας τὸν ὀρθόδοξο λαὸ ἀπὸ τὰ μιασμένα εἰδωλόθυτα, τὰ ὁποῖα ἐπρόκειτο ἀπὸ ἄγνοια νὰ φάει.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος β’.
Μεγάλα τὰ τῆς πίστεως κατορθώματα! ἐν τῇ πηγῇ τῆς φλογός, ὡς ἐπὶ ὕδατος ἀναπαύσεως, ὁ Ἅγιος Μάρτυς Θεόδωρος ἠγάλλετο· πυρὶ γὰρ ὁλοκαυτωθείς, ὡς ἄρτος ἡδύς, τῇ Τριάδι προσήνεκται. Ταῖς αὐτοῦ ἱκεσίαις, Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Αὐτόμελον.
Πίστιν Χριστοῦ ὡσεὶ θώρακα, ἔνδον λαβὼν ἐν καρδίᾳ σου, τὰς ἐναντίας δυνάμεις κατεπάτησας Πολύαθλε, καὶ στέφει οὐρανίῳ, ἐστέφθης αἰωνίως ὡς ἀήττητος.

 

Μεγαλυνάριον.
Δῶρον πολυτίμητον καὶ τερπνόν, ἀθλήσας προσήχθης, τῷ δοξάσαντί σε λαμπρῶς· ὅθεν ἐδωρήθης, θερμότατος προστάτης, τῇ Ἐκκλησίᾳ πάσῃ, Τήρων Θεόδωρε.

Ἡ Ἁγία Μαριάμνη ἡ Ἰσαπόστολος ἀδελφὴ τοῦ Ἁγίου Φιλίππου τοῦ Ἀποστόλου

Ἡ Ἁγία παρθένος Μαριάμνη καταγόταν ἀπὸ τὴν Βηθσαϊδᾶ τῆς Γαλιλαίας, τὴν πατρίδα καὶ τῶν ἀποστόλων Ἀνδρέου καὶ Πέτρου. Ἀπὸ τοὺς εὐλαβεὶς καὶ ἐνάρετους γονεῖς της κληρονόμησε τόσο αὐτή, ὅσο καὶ ὁ ἀδελφός της Φίλιππος τὸν πλοῦτο τῆς εὐσέβειάς των. Μετὰ τὴν κλήση μάλιστα τοῦ ἀδελφοῦ της στὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα, ὁλόκληρη ἡ οἰκογένεια ἄρχισε νὰ ζεῖ ἐντονότερα τὸν πόθο τῆς σωτηρίας. Ἡ διδασκαλία τοῦ Κυρίου τὴν ὁποία παρακολουθοῦσε ὅσες φορὲς μποροῦσε, βοήθησε τὴν εὐλαβὴ κόρη ἀπὸ τὰ πρῶτα χρόνια τῆς ζωῆς της νὰ προσηλωθεῖ στοῦ Θεοῦ τὸ θέλημα καὶ αὐτὸ νὰ κάμει βίωμα καὶ ζωή της. Ἡ ἰδιαίτερη πρὸς τὸν Κύριο ἀγάπη της, τὴν ἔσπρωξε μὲ ἐπιμονὴ νὰ ἀρνηθεῖ πολλὲς προτάσεις γάμου καὶ νὰ προτιμήσει ἐλεύθερη ἀπὸ οἰκογενειακὲς ὑποχρεώσεις, νὰ ἀκολουθήσει τὸν ἀδελφό της στὴν ἱεραποστολική του προσπάθεια καὶ πορεία.

Μετὰ τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὁ ἀδελφὸς τῆς Ἁγίας, Φίλιππος, ὅπως καὶ οἱ ἄλλοι ἀπόστολοι, ξεκίνησε γιὰ νὰ μεταφέρει καὶ αὐτὸς τὸ μήνυμα τῆς σωτηρίας ἐκεῖ ὅπου ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ τὸν εἶχε καλέσει. Μὲ πίστη καὶ πυρωμένη καρδιὰ ὁ πνευματέμφορος αὐτὸς ἐργάτης τῆς νέας πίστεως, συνοδευόμενος πάντα ἀπὸ τὸν φίλο του Βαρθολομαῖο καὶ τὴν ἀδελφή του Μαριάμνη προχώρησε γιὰ νὰ κηρύξει τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ σὲ διάφορες πόλεις καὶ ἐπαρχίες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Μὲ ὅπλο της τὸν ἔνθεο ζῆλο καὶ τὴ φλογερὴ ἀγάπη καὶ αὐταπάρνηση ἀκολουθεῖ καὶ ἡ ἁγνὴ παρθένος Μαριάμνη τοὺς δύο Ἀποστόλους στὴ μακρινὴ τους πορεία. Μαζί τους μοιράζεται τὶς χαρὲς καὶ τὶς λῦπες τῆς ἱεραποστολῆς, καθὼς καὶ τὰ πολλὰ βασανιστήρια ἀπὸ τὴ μανία καὶ τὴν ἀγριότητα τῶν εἰδωλολατρῶν.

 

Παρὰ τὶς δυσκολίες, τὶς ἀφάνταστες δυσκολίες ποὺ συναντοῦσαν ὅπου πήγαιναν, ἡ ἱεραποστολικὴ ὁμάδα κήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο τῆς νέας ζωῆς σὲ πολλὲς πόλεις τῆς Λυδίας, Φρυγίας καὶ Παμφυλίας ποὺ εἶναι ἐπαρχίες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Μὲ τὰ πολλὰ θαύματα μὲ τὰ ὁποῖα ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ παραχωροῦσε νὰ συνοδεύεται τὸ κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων, ἡ ἐπιτυχία τῆς ὁμάδος ὑπῆρξε πολὺ μεγάλη. Ἀλλὰ καὶ τὰ μαρτύρια καὶ βασανιστήρια ἀφάνταστα. Σ' αὐτὸ φυσικὰ εἶχε καὶ ἡ ἁγνὴ κόρη τὸ μερίδιό της. Μερίδιο ἀνάλογο τῆς προσφορᾶς της καὶ τοῦ ζήλου της.

 

Πολλοὶ συνηθίζουν νὰ ἀποκαλοῦν ἀσθενὲς τὸ γυναικεῖο φῦλο. Κι εἶναι τοῦτο μία πραγματικότητα στὶς περιπτώσεις ποὺ ἡ γυναῖκα εἶναι ἀποκομμένη ἀπὸ τὴν πηγὴ τῆς δυνάμεως, τὸν Χριστό. Ὅταν ὅμως αὐτὴ εἶναι συνδεδεμένη μὲ τὸν κραταιὰ καὶ παντοδύναμο Δημιουργό, τότε συμβαίνει ὅλως διόλου τὸ ἀντίθετο. Τότε καὶ ἡ λεπτὴ καὶ ἀδύνατη κόρη γίνεται μὲ τὴ μυστικὴ δύναμη ποὺ τῆς χαρίζει Ἐκεῖνος, πανίσχυρη. Τότε ἐξαίσια κατορθώματα βλέπουμε νὰ ἐπιτελοῦνται καὶ ἀπὸ τοὺς πιὸ ἀσθενεῖς ὀργανισμούς. Κάτι τέτοιο βλέπουμε νὰ γίνεται στὴ ζωὴ καὶ τοὺς ἀγῶνες χιλιάδων νεαρῶν γυναικῶν τοῦ μαρτυρολογίου τῆς Ἐκκλησίας μας. Σὲ ὅλες αὐτὲς τὶς γυναῖκες εὑρίσκει πλήρη τὴν ἐφαρμογή του ὁ λόγος τοῦ μεγάλου Πατρὸς τῆς Ἐκκλησίας μας τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, «Οὐδὲν ἰσχυρότερον γυναικὸς εὐλαβοῦς καὶ συνετῆς». Κάτι παρόμοιο βλέπουμε νὰ γίνεται καὶ στὴ ζωὴ τῆς παρθένου Μαριάμνης γιὰ τὴν ὁποίαν ὁμιλοῦμε.

 

'Ὕστερα ἀπὸ πολλὰ χρόνια ἔντονης ἐργασίας ἡ εὐλογημένη ὁμάδα τῶν ἱεραποστόλων μας ἔφθασε καὶ στὴν Ἱεράπολη τῆς Φρυγίας. Τὸ κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων συγκέντρωνε κάθε φορὰ πολλοὺς ἀκροατές. Κάθε βράδυ πλήθη ἀπὸ Ἕλληνες ἔτρεχαν νὰ ἀκούσουν τὸ κήρυγμα καὶ νὰ βαπτισθοῦν. Οἱ λόγοι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ποὺ εἶχε πεῖ στὸν Φίλιππο καὶ τὸν Ἀνδρέα, ὅταν αὐτοὶ τὸν πλησίασαν ἐκεῖ ποὺ δίδασκε καὶ τοῦ ἀνέφεραν ὅτι μερικοὶ Ἕλληνες προσήλυτοι στὸν Ἰουδαϊσμὸ ἤθελαν νὰ Τὸν ἰδοῦν, ἄρχισαν νὰ πραγματοποιοῦνται. «Ἐλήλυθεν ἡ ὥρα, ἵνα δοξασθεῖ ὁ Υἱὸς τοῦ ἄνθρωπου» (Ἰωάν. ιβ’ 29) εἶχε πεῖ τότε ὁ Κύριος. Ἔφτασε δηλαδὴ ἡ ὁρισμένη ἀπὸ τὸν Θεὸ ὥρα, γιὰ νὰ δοξαστεῖ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου. Νὰ δοξαστεῖ μὲ τὴ σταύρωση καὶ τὴν ἀνάληψή Του καὶ νὰ ἀναγνωριστεῖ ὡς Μεσσίας καὶ Λυτρωτὴς ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες, ποὺ τὴ στιγμὴ ἐκείνη ἀντιπροσώπευαν ὅλο τὸν ἐθνικὸ κόσμο. Εὐλογημένη καὶ μεγάλη ὑπῆρξε ἡ ἡμέρα ἐκείνη.

Εὐλογημένη καὶ μεγάλη, γιατί ὁ ἐρχομὸς τῶν Ἑλλήνων στὴν πίστη τὴν χριστιανική, σήμαινε καὶ προανήγγελλε τὸν θρίαμβο τῆς νέας θρησκείας. Τὸ φούντωμα τοῦ χριστιανισμοῦ στὶς διάφορες πόλεις τῆς Ἑλληνικῆς τότε Μικρᾶς Ἀσίας ἦταν ἑπόμενο νὰ ἐξεγείρει ἐνάντια στοὺς ζηλωτὲς ἐργάτες καὶ διδασκάλους τῆς νέας πίστεως ἄγριο τὸ μῖσος καὶ τὴ μανία τοῦ πονηροῦ. Ἕνα βράδυ λοιπόν, ἐκεῖ ποὺ ὁ ἀπόστολος Φίλιππος μιλοῦσε καὶ τὰ πλήθη τῶν παρευρισκομένων κρεμόντουσαν λὲς ἀπὸ τὰ χείλη του, μερικοὶ φανατικοὶ εἰδωλολάτρες ἅρπαξαν τὸν Φίλιππο καὶ τοὺς συνεργάτες του καὶ ἀφοῦ τοὺς βασάνισαν σκληρὰ τοὺς ὁδήγησαν στοὺς ἄρχοντες. Μία ψευτοδίκη ποὺ ἔγινε ἀμέσως κατέληξε στὴν ἀπόφαση ὁ Φίλιππος νὰ θανατωθεῖ καὶ οἱ ἄλλοι νὰ βασανισθοῦν. Οἱ δήμιοι ποὺ περίμεναν ἅρπαξαν τὸν Ἀπόστολο καὶ ἀφοῦ τὸν βασάνισαν, τὸν ἔδεσαν ἀπὸ τοὺς ἀστραγάλους καὶ τὸν κρέμασαν σ’ ἕνα δένδρο μὲ τὸ κεφάλι πρὸς τὰ κάτω. Τὸ ἴδιο ἔκαμαν ἀργότερα καὶ στὸν Βαρθολομαῖο καὶ τὴ Μαριάμνη.

Τὰ πλήθη τῶν εἰδωλολατρῶν μὲ φωνὲς καὶ ὕβρεις παρακολουθοῦν τὸ μαρτύριο τῶν ὑπηρετῶν τοῦ Κυρίου ἐνῷ αὐτοὶ καὶ ἀπὸ τῆς θέσεώς των δὲν παύουν νὰ προσεύχονται καὶ νὰ ἐκζητοῦν ἀπὸ τὸν Πανάγαθο Θεὸ μὲ ὅλη τους τὴν ψυχὴ νὰ τοὺς συγχωρήσει.

Οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων ὁ Κύριος, ἀλλὰ καὶ τιμωρός. Ἐκεῖ ποὺ οἱ ἐχθροὶ τοῦ Χριστοῦ διασκεδάζουν καὶ χαίρονται μὲ τὸ μαρτύριο τῆς Μαριάμνης καὶ τῶν Ἀποστόλων, ἔξαφνα ἕνας σεισμὸς συντάραξε τὴ γῆ καὶ ἕνας μεγάλος ἀριθμὸς τῶν παρευρισκομένων καταχώσθηκε στὸ βάραθρο ποὺ ἄνοιξε μπροστά τους. Μὲ κλάματα καὶ σπαρακτικὲς φωνὲς ὅσοι εἶχαν μείνει ἔξω ἀπὸ τὸ χάσμα μετανοιωμένοι παρακαλοῦν τοὺς μάρτυρες νὰ τοὺς συγχωρήσουν καὶ νὰ ζητήσουν ἀπὸ τὸν Θεό τους νὰ τοὺς σπλαγχνισθεῖ. Ἐπειδὴ ἡ μετάνοια τους ἦταν εἰλικρινὴς ὁ Πανάγαθος τοὺς σπλαγχνίστηκε καὶ σταμάτησε τὸν σεισμό, τοὺς δὲ καταχωσθέντες ἔβγαλε ἔξω ἀπὸ τὸ βάραθρο. Σ’ αὐτὸ ἔμεινε μόνον ὁ ἀνθύπατος καὶ ἡ γυναῖκα του Ἔχιδνα γιὰ παραδειγματισμὸ ὅλων. Τὴν ἴδια ὥρα μία θαυμαστὴ ὀπτασία ἔδωκε ἀκόμη μία ἀπόδειξη τῆς θείας του δυνάμεως. Μία κλίμακα φάνηκε ἐκεῖ νὰ ἑνώνει τὴ γῆ μὲ τὸν οὐρανό. Αὐτὴ ἦταν ἡ ὁδὸς τῆς σωτηρίας γι’ αὐτούς. Τὰ πλήθη τρομαγμένα ἔτρεξαν καὶ κατέβασαν τὴν Μαριάμνη καὶ τὸν Βαρθολομαῖο ἀπὸ τὸ μέρος ποὺ ἦσαν κρεμασμένοι. Ὁ Φίλιππος συνέχισε νὰ τοὺς διδάσκει καὶ νὰ τοὺς προτρέπει νὰ μετανοήσουν καὶ νὰ βαπτισθοῦν. Πρὶν προλάβουν νὰ τὸν κατεβάσουν ἡ ἁγία ψυχή του πέταξε στὸν οὐρανό, στὴ χώρα τῆς αἰωνιότητας.


Ὁ ἀπόστολος Βαρθολομαῖος καὶ ἡ Μαριάμνη μὲ σεβασμὸ πῆραν τὸ λείψανο καὶ τὸ ἔθαψαν ραίνοντάς το μὲ τὰ δάκρυα τῆς στοργῆς καὶ τῆς εὐγνωμοσύνης τῶν βαπτισθέντων καὶ τῆς ἰδικῆς των ἀγάπης. Ὁ Βαρθολομαῖος, ἀφοῦ τακτοποίησε τὰ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἱεραπόλεως ἐγκατέστησε ἐκεῖ ἐπίσκοπο κάποιο Στάχυ καὶ συνοδευόμενος ἀπὸ τὴ Μαριάμνη προχώρησε πρὸς τὴ Λυκαονία κηρύττοντας τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἀργότερα μετέβη στὶς Ἰνδίες ὅπου συνέχισε τὸ ἔργο του, καὶ ὅπου εἶχε μαρτυρικὸ τέλος μὲ σταυρικὸ θάνατο. Ἡ Μαριάμνη μετὰ τὴ Λυκαονία ἐπέστρεψε στὴν Παλαιστίνη στὰ μέρη τοῦ Ἰορδάνου ὅπου καὶ κοιμήθηκε εἰρηνικά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Αὐξίβιος Ἐπίσκοπος Σόλων Κύπρου 

Ὁ ἱερὸς καὶ φλογερὸς αὐτὸς ἐργάτης τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ καταγόταν ἀπὸ τὴ Ρώμη καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τῶν Ἀποστόλων. Οἱ γονεῖς του ἦσαν πλούσιοι, ἀλλὰ εἰδωλολάτρες. Εἶχαν δύο παιδιά, τὸν Αὐξίβιο καὶ ἕναν ἄλλο, τὸν Θεμισταγόρα, ποὺ ἦταν πιὸ μικρός.

 

Ὁ Αὐξίβιος εἶχε ὡραῖο καὶ ἐπιβλητικὸ παράστημα ἀγαποῦσε δὲ πολὺ τὰ γράμματα. Ὅταν μεγάλωσε καὶ ἦρθε ὁ καιρὸς νὰ μορφωθεῖ, οἱ γονεῖς του τὸν παρέδωσαν σὲ σοφοὺς δασκάλους, κοντὰ στοὺς ὁποίους ὁ νέος διδάχτηκε ὅλη τὴ σοφία καὶ τὴ γνώση τοῦ καιροῦ του. Τὴν ἴδια περίοδο ὁ φιλομαθὴς νέος εἶχε γνωριστεῖ καὶ μὲ χριστιανούς, καὶ ἄρχισε καὶ ἀπὸ αὐτοὺς νὰ μαθαίνει τὰ τῆς νέας θρησκείας.

 

Οἱ γονεῖς ποὺ ἔβλεπαν στὸ μεταξὺ τὸ παιδί τους νὰ μεγαλώνει καὶ νὰ φτάνει στὴν κατάλληλη ἡλικία γιὰ ἀποκατάσταση, ἄρχισαν νὰ τοῦ μιλοῦν γιὰ γάμο καὶ νὰ τὸν ἐκβιάζουν νὰ νυμφευτεῖ. Μὰ ὁ καλὸς καὶ μεγαλεπήβολος νέος ποὺ διψοῦσε γιὰ ἄλλη ζωή, ζωὴ ἀνώτερη, τοὺς παράτησε καὶ ἔφυγε κρυφὰ ἀπὸ τὴ Ρώμη μ’ ἕνα καράβι, ποὺ ταξίδευε στὴν Κύπρο. Κάποιο πρωινὸ τὸ καράβι ἔφτασε καὶ ἀγκυροβόλησε στὸν Λιμνίτη, ἕνα λιμάνι ποὺ βρίσκεται στὴ βόρεια ἀκτὴ τῆς νήσου καὶ ἀπέχει τέσσερα περίπου μίλια ἀπὸ τὴν πόλη τῶν Σόλων. Τὴν πόλη αὐτή, ὅπως εἶναι γνωστό, ἔκτισε ὁ βασιλιὰς τῆς Αἴπειας Φιλόκυπρος, τὸ πρῶτο τέταρτο τοῦ ἕκτου αἰῶνος π.Χ. πρὸς τιμὴ τοῦ μεγάλου νομοθέτου τῶν Ἀθηνῶν, τοῦ Σόλωνα, ποὺ ἐπισκέφθηκε τότε τὴν Κύπρο. Στὴν πόλη αὐτὴ ἡ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ κανόνισε, ὥστε ὁ Αὐξίβιος νὰ συναντηθεῖ μὲ τὸν ἀπόστολο Μᾶρκο καὶ νὰ γίνει μαθητής του. Ὁ νεαρὸς ἀπόστολος ἦταν μόνος του, γιατί ὁ σύντροφός του, καὶ ἀρχηγὸς τῆς ἱεραποστολικῆς ὁμάδας, Κύπριος ἀπόστολος Βαρνάβας εἶχε ὑποστεῖ στὸ μεταξὺ τὸν μαρτυρικὸ θάνατο στὴ Σαλαμίνα. Τὸν εἶχαν λιθοβολήσει ἕνα βράδυ οἱ Ἰουδαῖοι.

 

Κοντὰ στὸν εὐαγγελιστὴ Μᾶρκο ὁ νεαρὸς προσήλυτος Αὐξίβιος συμπλήρωσε τὶς γνώσεις του γιὰ τὴ νέα πίστη, δέχτηκε τὸ βάπτισμα καὶ χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος. Ἀπὸ τὴ στιγμὴ αὐτὴ στὴν ψυχή του ἕνας πόθος φλογερὸς καὶ ἱερὸς εἶχε ἀνάψει δυνατά. Ὁ πόθος νὰ μεταδώσει τὸν θησαυρὸ ποὺ βρῆκε καὶ σὲ ἄλλους. Νὰ βοηθήσει καὶ ἄλλους νὰ γνωρίσουν τὸν Χριστὸ καὶ νὰ μοιραστοῦν μαζί του τὴν ἀνεκλάλητη χαρά του.

 

Στὸν πόθο του ὅμως αὐτὸ τὸν ἱερὸ καὶ ἅγιο παρουσιαζόταν ἐμπόδιο τρανὸ καὶ ἀνυπέρβλητο μία ὑπόδειξη – ἐντολή, ποὺ τοῦ ἔκαμε ὁ δάσκαλός του, ὁ ἀπόστολος Μᾶρκος.

– Προσπάθησε, τοῦ εἶχε πεῖ, νὰ ἐπιβληθεῖς στοὺς γύρω σου πρῶτα μὲ τὸ παράδειγμά σου καὶ τὰ ἔργα σου καὶ ὕστερα μὲ τὰ λόγια καὶ τὴ διδασκαλία σου.

 

Τὴν ὑπόδειξη αὐτὴ ὁ ἅγιος μας τὴν σεβάστηκε καὶ τὴν τήρησε πιστά. Εἶχε μάθει πὼς ἡ ὑπακοὴ εἶναι μεγάλη ἀρετὴ γιὰ τὸν χριστιανό. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν θέλησε νὰ τὴν ἀγνοήσει. Ἀφοῦ ἀποχαιρέτησε τὸν εὐαγγελιστὴ καὶ πνευματικὸ πατέρα καὶ ὁδηγό του Μᾶρκο, ποὺ ἀναχώρησε γιὰ τὴν Αἴγυπτο, ὁ νεοφώτιστος μαθητὴς ἔφυγε καὶ αὐτὸς ἀπὸ τὸν Λιμνίτη, κι ἦρθε στοὺς Σόλους. Ἐκεῖ κοντὰ στὸν μεγάλο καὶ καλλιμάρμαρο ναὸ τῆς πόλης ποὺ ἦταν ἀφιερωμένος στὸν πατέρα «τῶν θεῶν καὶ τῶν ἀνθρώπων», τὸν Δία, συνάντησε ὁ ἅγιος μας τὸν εἰδωλολάτρη ἱερέα, ποὺ μόλις τὸν εἶδε καὶ ἀντιλήφθηκε πὼς ἦταν ξένος, τὸν κάλεσε γιὰ νὰ τὸν φιλοξενήσει.

 

Στὸ σπίτι τοῦ ἱερέα ὁ μακάριος Αὐξίβιος ἔμεινε ἀρκετὸ καιρὸ χωρὶς νὰ μιλήσει ποτὲ σὲ κανένα γιὰ τὴ χριστιανική του ἰδιότητα.

Κάποια μέρα ποὺ ὁ εἰδωλολάτρης ἱερέας ἐπέστρεψε ἀπὸ τὸν ναό, ὁ Αὐξίβιος ἀποφάσισε νὰ διακόψει τὴ σιωπή.

 

– Γιατί λατρεύετε καὶ προσκυνᾶτε σὰν θεοὺς τὶς πέτρες καὶ τὰ μάρμαρα, τοῦ εἶπε; Ὀφθαλμοὺς ἔχουσι, μὰ δὲν βλέπουσι. Ὦτα ἔχουσι, μὰ δὲν ἀκούουσι οὔτε καὶ ἀντιλαμβάνονται τὶς προσευχὲς τὶς ὁποῖες κάμνετε, καὶ τὶς θυσίες ποὺ τοὺς προσφέρετε. Ὁ Θεὸς τῶν χριστιανῶν, ὅπως ἔχω ἀκούσει, εἶναι ὁ ἀληθινὸς Θεός. Αὐτὸς ἔχει δημιουργήσει ὅλο τὸν κόσμο μὲ μόνο τὸν λόγο του. Αὐτὸς δημιούργησε καὶ τὸ ἀνθρώπινο γένος ἀπὸ ἕνα ζευγάρι. Ὁ Θεὸς δημιούργησε τὸν ἄνθρωπο γιὰ νὰ εἶναι εὐτυχισμένος. Γιὰ τὴν εὐτυχία του, τὸν ἔβαλε σ’ ἕνα θαυμάσιο κῆπο, τὸν Παράδεισο μέσα στὸν ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος μὲ λίγη δουλειὰ θὰ μποροῦσε νὰ βρίσκει, ὅτι τοῦ χρειαζόταν γιὰ τὴν εὐτυχία του. Γιὰ νὰ εἶναι ὄμορφη ἡ ζωή του καὶ νὰ ἔχει νόημα, τοῦ ἔδωσε καὶ μία ἐντολή, ἕνα νόμο. Τοῦ εἶπε νὰ τρώγει ἀπὸ τοὺς καρποὺς ὅλων τῶν δένδρων τοῦ Παραδείσου. Νὰ μὴν τρώγει μόνο ἀπὸ τοὺς καρποὺς ἑνὸς δένδρου, ποὺ τὸ ὀνόμασε «δένδρον τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κάκου». Μὲ τὴν ὑπακοὴ τους οἱ πρῶτοι ἄνθρωποι στὴν ἐντολὴ αὐτὴ τοῦ Θεοῦ, θὰ μποροῦσαν νὰ τελειοποιηθοῦν στὴν ἀρετὴ καὶ νὰ ὁμοιάσουν μὲ τὸν Δημιουργό τους. Νὰ γίνουν ἅγιοι, ὅπως Ἅγιος εἶναι καὶ Αὐτός. Δυστυχῶς οἱ πρωτόπλαστοι, ἔτσι λέμε τοὺς πρώτους ἀνθρώπους, δὲν τήρησαν τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ γιὰ πολὺ καιρό.

Τὴν παράβηκαν. Παράκουσαν. Καὶ μὲ τὴν παρακοὴ τους ἔχασαν τὸν Παράδεισο. Μόνο αὐτό; Κάτι περισσότερο. Μπῆκε καὶ τὸ κακὸ στὸν κόσμο μὲ ἀποτέλεσμα ὁ βασιλιὰς τῆς δημιουργίας, ὁ ἄνθρωπος νὰ γίνει σὰν τὰ ἄλογα ζῶα. Νὰ κάμει σκοπό του τὸ φαγητὸ καὶ τὸ ποτὸ καὶ τὴν ἱκανοποίηση τῶν πόθων καὶ τῶν ὁρμῶν του. Καὶ ὅταν δὲν ἔβρισκε τὰ μέσα, τότε δὲν εἶχε παρὰ νὰ κλέβει, νὰ ἀδικεῖ, νὰ σκοτώνει. Νὰ σκοτώνει καὶ αὐτοὺς τοὺς δικούς του. Νὰ σκοτώνει τ’ ἀδέλφια του, τὸν σύντροφό του, τὰ παιδιά του.

 

Ἀπὸ τὸ κατάντημα αὐτὸ ὁ καλὸς Θεὸς θέλησε νὰ σώσει στὶς ἡμέρες μας τὰ πλάσματά του. Αὐτός, γιὰ τὸν ὁποῖο μᾶς μίλησαν οἱ μεγάλοι σοφοί μας, ᾖρθε. Ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἄνθρωπος καὶ ᾖρθε. Γεννήθηκε σὰν ἄνθρωπος, μεγάλωσε σὰν καὶ ἐμᾶς, δίδαξε, πέθανε, ἀναστήθηκε, ἀναλήφθηκε στὸν Οὐρανὸ καὶ θὰ ξανάρθει νὰ μᾶς κρίνει. Νὰ τιμωρήσει τὸ κακὸ καὶ νὰ βραβεύσει τὸ καλό.

 

Τὰ ἁπλὰ τοῦτα λόγια τοῦ ἁγίου συγκίνησαν τὸν καλοκάγαθο εἰδωλολάτρη ἱερέα, ποὺ ὄχι μόνο ἔπαψε σὲ λίγο νὰ θυσιάζει στοὺς ψεύτικους καὶ ἀνύπαρκτους θεούς, τὰ εἴδωλα, ἀλλὰ καὶ ἄρχισε νὰ ζητᾷ νὰ μάθει περισσότερα γιὰ τὸν Θεὸ τῶν χριστιανῶν. Καὶ ὁ ἱεραπόστολος συνέχισε νὰ τὸν διδάσκει. Ἡ κατήχηση κράτησε κάμποσες μέρες. Τὸ ἀποτέλεσμα ὑπῆρξε θριαμβευτικό. Ἕνα βράδυ ὁ κατηχούμενος ἀσπάστηκε τὴν καινούργια πίστη καὶ βαπτίστηκε στὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Στὸ πρόσωπό του ἡ χριστιανικὴ Ἐκκλησία βρῆκε ἀκόμη ἕνα ζηλωτὴ ἐργάτη, ἕνα ἐργάτη μὲ κῦρος καὶ παλμό.

 

Λίγες μέρες μετὰ τὸ περιστατικὸ τοῦτο, ὁ ἅγιος μας δέχθηκε στοὺς Σόλους τὴν ἐπίσκεψη τοῦ ἱεροῦ Ἠρακλειδίου, ἐπισκόπου τῆς Ταμασοῦ. Ἀφορμὴ γιὰ τὴν ἐπίσκεψη ἔδωκε τοῦτο τὸ γεγονός.

 

Ὁ ἀπόστολος Μᾶρκος μετὰ τὴν ἀναχώρησή του ἀπὸ τὴν Κύπρο, πῆγε στὴν Ἀλεξάνδρεια. Ἀπὸ ἐκεῖ, ἀφοῦ ἵδρυσε τὴν πρώτη Ἐκκλησία στὴν πολυάνθρωπο ἐκείνη πόλη, ἔφυγε γιὰ νὰ βρεῖ τὸν ἀπόστολο Παῦλο. Ἡ εὐγενικὴ ψυχὴ τοῦ νεαροῦ ἀποστόλου ἔνοιωθε τὴν ἀνάγκη νὰ συναντήσει τὸν πολύπειρο ἀπόστολο καὶ νὰ συζητήσει μαζί του μερικὰ προβλήματα τοῦ χριστιανικοῦ ἔργου. Μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ ἡ συνάντηση πραγματοποιήθηκε γρήγορα. Καὶ οἱ δύο ἀπόστολοι ἀφοῦ ἀντήλλαξαν ἀσπασμὸ χριστιανικῆς ἀγάπης, ἄρχισαν μὲ μεγάλο ἐνδιαφέρον νὰ συνομιλοῦν γιὰ τὴν Κύπρο. Κατὰ τὴ συνομιλία ὁ Μᾶρκος ἀποκάλυψε στὸ φλογερὸ ἀπόστολο τὸ μαρτυρικὸ τέλος τοῦ φίλου του ἀποστόλου Βαρνάβα καὶ τοῦ φανέρωσε πὼς στὴν Κύπρο δὲν ἦταν ἄλλος ἀπόστολος γιὰ νὰ συνεχίσει τὸ ἔργο τους. Ὁ θεῖος Παῦλος, σὰν ἄκουσε τὴ δυσκολία, ἔσπευσε ἀμέσως νὰ στείλει στὸ πολύπαθο νησὶ τοὺς συνεργάτες του Ἐπαφρὰ καὶ Τυχικὸ καὶ μερικοὺς ἄλλους. Τοὺς ἔστειλε στὸν Ἠρακλείδιο μὲ ἐπιστολὴ στὴν ὁποία τοῦ ἔγραφε, νὰ ἐγκαταστήσει τὸν μὲν Ἐπαφρὰ ἐπίσκοπο στὴν Πάφο, τὸν Τυχικὸ στὴ Νεάπολη, δηλαδὴ τὴ Λεμεσὸ καὶ τὸν Αὐξίβιο στοὺς Σόλους χωρὶς ὅμως νὰ τὸν χειροτονήσει.

Καὶ ὁ λόγος; Γιατί ὁ Αὐξίβιος ἦταν χειροτονημένος ἀπὸ τὸν ἀπόστολο Μᾶρκο.

 

Ὁ ἅγιος Ἠρακλείδιος μόλις πῆρε τὴν ἐπιστολή, φρόντισε νὰ κάμει ὅ,τι τοῦ ἔγραφε ὁ μακάριος Παῦλος καὶ πῆγε νὰ συναντήσει τὸν Αὐξίβιο. Ἡ συνάντηση ὑπῆρξε συγκινητική. Οἱ ἱεροὶ ἄνδρες «ἠσπάσθησαν ἀλλήλους φιλήματι ἁγίῳ» καὶ ἄρχισαν μὲ ἀγάπη καὶ κατανόηση νὰ συζητοῦν. Ὁ Ἠρακλείδιος μὲ τὴν εὐκαιρία αὐτή, ἀφοῦ ἄκουσε τὸν Αὐξίβιο, τὸν συμβούλεψε νὰ φανερώσει πιὰ τὴν ἰδιότητά του καὶ ν’ ἀρχίσει νὰ ἐργάζεται μὲ ζῆλο γιὰ τὴν πνευματικὴ ἀναγέννηση τῶν συμπολιτῶν του.

 

Τὸ κήρυγμα τοῦ Αὐξιβίου προβαλλόμενο ἔντονα καὶ ἀπ’ τὴν ἅγια ζωή του καὶ τὰ πολλὰ θαύματα μὲ τὰ ὁποῖα τὸν χαρίτωσε ὁ Κύριος, ἔφερε καταπληκτικὰ ἀποτελέσματα. Συνεχῶς τὸ μικρὸ ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ πλήθαινε· πλήθαινε καὶ γινόταν λαὸς πολύς. Τὰ διάφορα σπίτια στὰ ὁποῖα μαζεύονταν ὡς τότε οἱ χριστιανοί, γιὰ νὰ ἐκτελοῦν τὰ θρησκευτικά τους καθήκοντα, μίκραιναν καὶ δὲν τοὺς χωροῦσαν. Μία ἀνάγκη πρόβαλε ἀπαιτητική: Ἡ δημιουργία ἐνὸς εἰδικοῦ χώρου γιὰ τὶς συναθροίσεις τῶν πιστῶν. Τὸ κτίσιμο μιᾶς ἐκκλησίας.

 

Ἕνα πρωινὸ μετὰ τὴ συνηθισμένη συγκέντρωση ὁ θεῖος Ἠρακλείδιος παράλαβε τὸν ἅγιο Αὐξίβιο καὶ ἀφοῦ ἀνέπεμψε μαζί του θερμὴ προσευχή, χάραξε σὲ κάποιο τόπο τὸν χῶρο ἐκκλησίας, τοῦ ἔδωκε τὶς τελευταῖες συμβουλὲς καὶ τὸν ἀποχαιρέτησε.

Ὁ ἱερὸς Ἠρακλείδιος ἀναχώρησε μὲ τὴ συνοδεία του γιὰ τὴν πατρίδα του. Καὶ ὁ μακάριος Αὐξίβιος ρίχτηκε μὲ ὅλη τὴ δύναμη τῆς ψυχῆς του στὸ ἔργο ποὺ ἔλαβε. Καὶ νά! Μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, σὲ λίγο χρόνο, μία ὄμορφη ἐκκλησία ὑψώθηκε στὴν πόλη τῶν Σόλων. Μέσα σ’ αὐτὴ μὲ προθυμία καὶ ἐνθουσιασμὸ μαζεύονταν οἱ πιστοὶ καὶ οἱ προσήλυτοι τὶς ὁρισμένες μέρες γιὰ ν’ ἀκούσουν τὰ ρήματα τῆς αἰωνίου ζωῆς.

 

Μία βραδιὰ ἐκεῖ ποὺ ὁ ἅγιος Αὐξίβιος δίδασκε πρόσεξε μέσα στὸ πλῆθος μία γνωστή του ἀγαπημένη μορφή. Ἦταν ὁ ἀδελφός του Θεμισταγόρας ποὺ εἶχε ἔλθει ἀπὸ τὴ Ρώμη μὲ τὴ σύζυγό του, τὴν ἐνάρετη Τιμώ, γιὰ νὰ τὸν βρεῖ. Ἡ συνάντηση τῶν ἀδελφῶν ὕστερα ἀπὸ τόσο καιρὸ ὑπῆρξε πολύ – πολὺ συγκινητική. Ὁ Αὐξίβιος κράτησε κοντά του τὸ ἀγαπητὸ ζευγάρι. Τὸ κατήχησε μὲ ἰδιαίτερη χαρὰ στὴ χριστιανικὴ πίστη καὶ κάποια βραδιὰ προχώρησε στὴ βάπτισή του. Μετὰ χειροτόνησε τὸν Θεμισταγόρα πρεσβύτερο τῆς Ἐκκλησίας τῶν Σόλων καὶ τὴ γυναῖκα του διακόνισσα γιατί ὕστερα ἀπὸ τὸ βάπτισμα οἱ δυὸ σύζυγοι ἔζησαν πιὰ σὰν ἀδελφοί.

 

Ἡ συστηματικὴ ἐργασία τοῦ ἁγίου Αὐξιβίου ποὺ συνοδευόταν ἀπὸ μία πολὺ προσεκτικὴ καὶ ἐνάρετη ζωή, μαζὶ μὲ τὰ πολλά του θαύματα ἔγινε ἀφορμή, ἡ πρώτη ἐκκλησία ποὺ κτίστηκε, νὰ εἶναι σὲ λίγο χρόνο πολὺ μικρὴ γιὰ νὰ ἐξυπηρετήσει τὰ πλήθη τῶν πιστῶν τῆς ἱστορικῆς πόλεως. Μὲ τὴ βοήθεια ὅλων τῶν χριστιανῶν μία νέα προσπάθεια ἀναλήφθηκε. Καὶ τὴ μικρὴ ἐκκλησία πολὺ γοργὰ ἀντικατέστησε μία καινούργια πολὺ πιὸ μεγάλη καὶ ὡραῖα.

Ἀλήθεια! Τί δὲν κάνει ἡ ὁμόνοια, ὁ ζῆλος τῶν πιστῶν καὶ ἡ ἁγία ζωή;

 

Ἀνθρώπους μὲ φλογερὸ ζῆλο καὶ ἁγία ζωὴ χρειάζεται καὶ ἡ ἐποχή μας, γιὰ ν’ ἀλλάξει καὶ νὰ ὀρθοποδήσει. Μὰ τοὺς ἀνθρώπους μὲ τὴν ἐνάρετη καὶ ἁγία ζωὴ μόνο ἕνας μπορεῖ νὰ τοὺς δημιουργήσει: Ὁ Χριστός.

 

Κοντὰ στὸν νεοποιὸ Χριστὸ καλεῖται νὰ τρέξει καὶ νὰ σταθεῖ ὁ καθένας ποὺ θέλει καὶ ποθεῖ ἀληθινὰ νὰ γίνει ὁ καινούργιος καὶ πραγματικὰ κοινωνικὸς ἄνθρωπος.

 

Τὰ ἱερὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας ποὺ συνέστησε ὁ Κύριος καὶ προπαντὸς τὰ ἁγιαστικὰ Μυστήρια ποὺ λέγονται: Μετάνοια, Ἐξομολόγηση καὶ Θεία Εὐχαριστία εἶναι δύο μέσα μοναδικὰ γιὰ νὰ πραγματώσει ὁ ἄνθρωπος, ὁ κάθε ἄνθρωπος, ἐκεῖνο ποὺ ἔλεγαν oἱ πρόγονοι καὶ πατέρες μας: «Τί ὄμορφο πρᾶγμα εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ὅταν εἶναι ἄνθρωπος». Τότε, αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων τὸ παράδειγμα ἀποτελεῖ τὸ ζωντανότερο κήρυγμα, κήρυγμα πολὺ πιὸ εὔγλωττο καὶ ἀπὸ τὰ ὡραιότερα λόγια. Τέτοιο ἦταν τὸ κήρυγμα τοῦ μεγάλου ἁγίου μας, τοῦ ἱεροῦ Αὐξιβίου. Κέρδισε τὴν ἐμπιστοσύνη τῶν συμπολιτῶν του μὲ τὴν ἅγια ζωή του. Πενήντα ὁλόκληρα χρόνια ἔζησε σὰν ἀρχιερέας διδάσκοντας καὶ νουθετώντας τὸ ποίμνιό του.

 

Πρὶν κλείσει τὰ μάτια ὅρισε σὰν διάδοχο καὶ ἀντικαταστάτη του στὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο τῶν Σόλων τὸν μαθητὴ καὶ συνεργάτη του Αὐξίβιο.

Αὐτὸς τὸν κατήχησε καὶ τὸν βάπτισε καὶ τοῦ ἔδωκε καὶ τ’ ὄνομά του. Μετὰ ἀφοῦ ἀποχαιρέτησε μὲ δάκρυα στοργῆς καὶ ἀγάπης κλῆρο καὶ λαὸ παρέδωκε τὸ πνεῦμα.

Οἱ χριστιανοὶ πένθησαν τὸν πνευματικό τους πατέρα καὶ τὸν κήδεψαν μὲ πολὺ σεβασμὸ καὶ ἐπιμέλεια.

Ὁ τάφος τοῦ ἁγίου ἔγινε «ἰατρεῖον νοσημάτων ἄμισθον καὶ θλιβομένων ψυχῶν παραμύθιον». 
Χιλιάδες πιστοὶ ἀπὸ ὅλη τὴ νῆσο προσέρχονται κάθε χρόνο μ’ εὐλάβεια στὴ χάρη του γιὰ νὰ ζητήσουν μὲ δάκρυα τὴν μεσιτεία καὶ τὴν βοήθειά του. Ἀληθινά! Θαυμαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοῖς Ἁγίοις αὐτοῦ!.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ἀποστόλων τὴν χάριν ὡς τοῦ Πνεύματος ὄργανον, διὰ Μάρκου τοῦ θείου, θησαυρίσας, Αὐξίβιε, ἐδείχθης Ἱεράρχης εὐκλεής, καὶ πρόεδρος τῶν Σόλων καὶ ποιμὴν διὰ τοῦτό σου τὴν μνήμην, τὴν ἱερὰν τιμῶμεν ἀνακράζοντες, δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Οἱ Ἅγιοι Ρωμύλος, Σεκουνδιανός, Δονάτος οἱ Μάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ρωμύλος, Σεκουνδιανὸς καὶ Δονάτος μαρτύρησαν στὴ Βενετία τὸ ἔτος 304 μ.Χ. ἐπὶ αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.) καὶ Μαξιμιανοῦ (285 – 305 μ.Χ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Θεόδουλος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Θεόδουλος μαρτύρησε ἐπὶ αὐτοκράτορα Μαξιμίνου (307 – 313 μ.Χ.), τὸ ἔτος 308 μ.Χ., στὴν Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Θεοστήρικτος

Ὁ Ὅσιος Θεοστήρικτος, ὅπως μαθαίνουμε ἀπὸ κάποιο Ἐξαποστειλάριο, ποὺ περισώθηκε στὸν Παρισινὸ Κώδικα 259 φ. 97β, ἔζησε ἐπὶ τῶν εἰκονομάχων καὶ ἄθλησε ὑπὲρ τῶν ἱερῶν εἰκόνων. Μνημονεύεται στὶς 10 Νοεμβρίου καὶ στὶς 28 Φεβρουαρίου, ὅπου ἀναφέρεται καὶ ὡς ἡγούμενος τῆς μονῆς Πελεκητῆς στὴν Τριγλία.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Εὕρεσις Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Μηνᾶ τοῦ Καλλικέλαδος 

Κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Μαρκιανοῦ (450 – 457 μ.Χ.) ὁ Ἅγιος Μηνᾶς ὁ Καλλικέλαδος († 10 Δεκεμβρίου) ἐμφανίσθηκε μία νύχτα σὲ κάποιον ἄνδρα ποὺ λεγόταν Φιλομμάτης, ὁ ὁποῖος εἶχε καταταγεῖ στὴ στρατιωτικὴ σχολὴ τῶν Ἰκανάτων καὶ τοῦ ὑπέδειξε τὸν τόπο ὅπου ἔκειτο τὸ ἅγιο λείψανο αὐτοῦ.
Τὸ γεγονὸς ἔφτασε στὶς βασιλικὲς ἀκοὲς τοῦ Μαρκιανοῦ, ὅτι δηλαδὴ κάτω στὸν αἰγιαλὸ τῆς Νικομήδειας, κατὰ τὴν ἀκρόπολη, κρύπτονταν κάτω ἀπὸ τὴ γῆ τὰ τίμια λείψανα τοῦ Ἁγίου. Πράγματι, στρατιῶτες ἔσκαψαν στὸν τόπο ἐκεῖνο καὶ βρῆκαν σιδερένια λάρνακα, μέσα στὴν ὁποία ὑπῆρχε τὸ ἱερὸ λείψανο. Στὴ λάρνακα ἦταν κολλημένη μία πλάκα, στὴν ὁποία ἦταν χαραγμένη ἐπιγραφὴ ποὺ ἔλεγε ὅτι ἐκεῖ εἶχε ἐναποτεθεῖ τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου, καθὼς καὶ σὲ ποιὸν τόπο ἔπρεπε νὰ κατατεθεῖ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Μαρκιανὸς καὶ Πουλχερία οἱ βασιλεῖς

Ἡ Ἁγία Πουλχερία ἦταν θυγατέρα τῶν βασιλέων Ἀρκαδίου (395 – 408 μ.Χ.) καὶ Εὐδοκίας καὶ ἀδελφὴ τοῦ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου Β’ τοῦ Μικροῦ (408 – 450 μ.Χ.). Τὸ ἔτος 414 μ.Χ. ἡ Πουλχερία ἀναγορεύθηκε Αὐγοῦστα καὶ ἀνέλαβε τὴν ἐξουσία τοῦ κράτους. Ἦταν εὐσεβέστατη, πλήρης σωφροσύνης, χρηστότητος καὶ σοφίας.

Ὅταν, κατὰ τὸ ἔτος 429 μ.Χ., ὁ Πατριάρχης Νεστόριος (428 – 431 μ.Χ.) παρουσίασε τὴ γνωστὴ αἵρεσή του, ἐπικεφαλῆς τῶν ἀντιπάλων του τάχθηκε ὁ Ἅγιος Κύριλλος, Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας († 18 Ἰανουαρίου καὶ 9 Ἰουνίου). Καὶ ὁ μὲν Θεοδόσιος, ἔχοντας ἤδη ἀναλάβει τὴν βασιλικὴ ἀρχή, ὑποστήριζε τὸν αἱρεσιάρχη Νεστόριο, ὠθούμενος ἀπὸ τὸν Χρυσάφιο, ἡ δὲ Πουλχερία ἦταν μὲ τὸ μέρος τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου καὶ κατόρθωσε νὰ πείσει τὸν ἀδελφό της νὰ συγκαλέσει τὴν Γ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ συνῆλθε στὴ Χαλκηδόνα, τὸ ἔτος 431 μ.Χ. καὶ καταδίκασε τοὺς αἱρετικούς.

Ἡ Ἁγία νυμφεύθηκε τὸν Μαρκιανό, ὁ ὁποῖος καταγόταν ἀπὸ τὴ Θρᾴκη καὶ στὶς 25 Αὐγούστου τοῦ 450 μ.Χ. διαδέχθηκε στὸν θρόνο τὸν ἀδελφό της Θεοδόσιο Β’. Ὡστόσο ἡ πολιτικὴ κατάσταση ἦταν ταραγμένη. Εἶχε ἤδη γίνει στὸ προηγούμενο ἔτος ἡ λῃστρικὴ Σύνοδος τῆς Ἐφέσου, ποὺ ἐξόρισε τὸν Πατριάρχη Ἅγιο Φλαβιανὸ († 16 Φεβρουαρίου) καὶ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μαστιζόταν ἀπὸ τὴν αἵρεση τοῦ Εὐτυχοῦς. Οἱ δυὸ εὐσεβεῖς βασιλεῖς συγκάλεσαν τότε στὴ Χαλκηδόνα, τὸ ἔτος 451 μ.Χ., τὴν Δ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ἡ ὁποία καταδίκασε τὶς αἱρετικὲς δοξασίες τοῦ Εὐτυχοῦς καὶ τοῦ Διόσκουρου.
Ἡ Ἁγία Πουλχερία κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη στὶς 10 Σεπτεμβρίου 453 μ.Χ. καὶ ὁ Ἅγιος Μαρκιανὸς τὸ ἔτος 457 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Θεόδωρος ἐκ Ρωσίας

Ὁ Ὅσιος Θεόδωρος ἔζησε κατὰ τὸν 13ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ μόνασε στὴ Μεγάλη Λαύρα τοῦ Κιέβου. Ἡ μεγάλη ἄσκησή του ἦταν ἡ σιωπή, γι’ αὐτὸ καὶ ἐπονομάζεται «Σιωπηλός».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Νεομάρτυρας ὁ Βυζαντινὸς

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Θεόδωρος καταγόταν ἀπὸ τὸ Νεοχώρι τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Γονεῖς του ἤσαν ὁ Χατζὴ – Ἀναστάσιος καὶ ἡ Σμαραγδοὺ καὶ ἀδελφοί του ὁ Ἀντώνιος καὶ ὁ Γεώργιος, ἀναγνώστης τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας καὶ μετέπειτα Μητροπολίτης Ἀδριανουπόλεως μὲ τὸ ὄνομα Γρηγόριος (1830 – 1840).

Ὁ Θεόδωρος ἦταν ζωγράφος καὶ ἐργαζόταν στὰ ἀνάκτορα. Οἱ Τοῦρκοι προσπάθησαν νὰ τὸν προσελκύσουν στὴν μουσουλμανικὴ θρησκεία καὶ τὸ πέτυχαν. Ὁ Ἅγιος ὅμως ἀνένηψε καὶ μετανόησε γι’ αὐτό. Ἔτσι κατέφυγε στὴ Χίο καὶ ἔμεινε κοντὰ σὲ ἕνα Πνευματικὸ Πατέρα, τὸν Ἅγιο Μακάριο τὸ Νοταρᾶ († 17 Ἀπριλίου). Ἐκεῖ καθημερινὰ μελετοῦσε τὰ μαρτύρια τῶν Ἁγίων καὶ βιβλία ψυχωφελὴ καὶ κατανυκτικά. Ἀπὸ μέρα σὲ μέρα αὐξανόταν σὲ αὐτὸν ἡ κατάνυξη καὶ ὁ πόθος τοῦ μαρτυρίου. Ἔτσι ἔφθασε στὴ Μυτιλήνη, ὅπου ἐνώπιον τῶν ἀρχῶν ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ καὶ ἀποκήρυξε τὴν μωαμεθανικὴ θρησκεία. Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος συλλαμβάνεται, φυλακίζεται καὶ πάσχει τοὺς βασανισμούς, τοὺς δαρμούς, τοὺς λακτισμοὺς καὶ ἄλλα ἀπάνθρωπα μαρτύρια. Τοῦ ἔδεσαν τὰ πόδια σὲ ξύλο καὶ τοῦ πέρασαν στὸ λαιμὸ βαριὰ ἁλυσίδα. Τοῦ τύλιξαν τὸ κεφάλι μὲ ἕνα σχοινὶ καὶ τοῦ ἔβαλαν στοὺς κροτάφους δύο κομμάτια ἀπὸ τοῦβλο. Ἔπειτα μὲ ἕνα ξύλο ἔστριβαν τὸ σχοινὶ καὶ ἕσφιγγαν τὴν κεφαλή του τόσο πολύ, μέχρι ποὺ βγῆκαν οἱ βολβοὶ τῶν ὀφθαλμῶν του ἔξω ἀπὸ τὸν τόπο τους. Ὁ δὲ τοῦ Χριστοῦ στρατιώτης ἔλεγε: «Χριστιανός, Χριστιανός, Χριστιανὸς εἶμαι».

Τὸ πρωὶ τοῦ Σαββάτου ὁ Ἅγιος ζήτησε ἀπὸ ἕναν Χριστιανὸ ὑπηρέτη καλαμάρι καὶ ἔγραψε πρὸς τὸν Ἐπίσκοπο, γιὰ νὰ τοῦ στείλει τὴ Θεία Κοινωνία. Ἀφοῦ μετέλαβε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων ὁδηγήθηκε στὸν τόπο τῆς ἐκτελέσεως, στὸν ὁποῖο ἔτρεχε μὲ πολὺ προθυμία. Ἐκεῖ ὑπέστη τὸν διὰ ἀγχόνης θάνατο τὸ ἔτος 1795.
Μετὰ τρεῖς ἡμέρες οἱ Χριστιανοὶ πῆραν ἄδεια καὶ παρέλαβαν τὸ ἱερὸ λείψανο αὐτοῦ καὶ τὸ ἐνταφίασαν στὸ νότιο μέρος τοῦ ναοῦ τῆς Παναγίας τῆς Χρυσομαλλούσας. Τὸ ἔτος 1798 τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Μάρτυρος ἀνακομίσθηκε καὶ μεταφέρθηκε στὴν κρύπτη τοῦ Μητροπολιτικοῦ ναοῦ τῆς Μυτιλήνης.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Μιχαὴλ ὁ Νεομάρτυρας ὁ ἐν Ἀδριανούπολει

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Μιχαὴλ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀδριανούπολη καὶ ἀνῆκε στοὺς ἐπιφανεὶς καὶ εὔπορους κατοίκους αὐτῆς. Διαβλήθηκε στὸν δικαστὴ τῆς Ἀδριανουπόλεως ἀπὸ φανατικοὺς Τούρκους, ὅτι περιφρόνησε τὸ ὄνομα τοῦ θεοῦ αὐτῶν. Ὁ δικαστής, ποὺ γνώριζε τὴν ἐντιμότητα τοῦ Ἁγίου, τὸν ἀπέλυσε, ἀλλὰ οἱ συκοφάντες τὸν ἀπείλησαν ὅτι θὰ καταγγείλουν αὐτὸν στὸν Σουλτάνο ὡς ὀλιγωροῦντα τῆς πίστεως αὐτῶν. Ὁ δικαστὴς φοβήθηκε καὶ ἔδωσε ἐντολὴ νὰ φυλακίσουν τὸν Ἅγιο. Παράλληλα γνωστοποίησε στὸν Σουλτάνο τὰ γενόμενα καὶ ἀνέμενε τὶς ἐντολὲς αὐτοῦ. Ἡ διαταγὴ ἦταν σαφής: ἢ νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πατρῴα πίστη του ἢ νὰ καεῖ ζωντανός. Παρὰ τὶς ὑποσχέσεις καὶ τὶς ἀπειλὲς ὁ Μάρτυρας παρέμεινε ἀκλόνητος στὴν πίστη του στὸν Χριστό, γι’ αὐτὸ καὶ ἀποκεφαλίσθηκε τὸ ἔτος 1490.
Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης καλεῖ τὸν Μάρτυρα Μαυρουδὴ καὶ ὁρίζει τὴν μνήμη του στὶς 10 Μαρτίου, ἐνῷ ὁ Παρισινὸς Κώδικας καλεῖ αὐτὸν Μαυροειδὴ καὶ σημειώνει τὴ μνήμη του στὶς 17 Φεβρουαρίου. Ὁ Σωφρόνιος Εὐστρατιάδης θεωρεῖ ὅτι δὲν εἶναι ἄλλος ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Μιχαὴλ ὁ ἐξ Ἀδριανουπόλεως καὶ ἄλλος ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Μιχαὴλ ὁ Μαυρουδής, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Γρανίτσα τῆς Εὐρυτανίας καὶ ἑορτάζει στὶς 21 Μαρτίου, ἀλλὰ πρόκειται περὶ ἐνὸς καὶ τοῦ αὐτοῦ προσώπου. Ἡ νεωτέρα ἔρευνα θεωρεῖ ὅτι δὲν πρόκειται περὶ τοῦ αὐτοῦ προσώπου, ἀλλὰ περὶ δύο ξεχωριστῶν Ἁγίων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ρωμανὸς ὁ ἐκ Τυρνόβου 

Ὁ Ὅσιος Ρωμανὸς ὁ ἡσυχαστὴς καταγόταν ἀπὸ τὸ Τύρνοβο τῆς Βουλγαρίας καὶ ἔζησε κατὰ τὸν 14ο αἰῶνα μ.Χ. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη περὶ τὸ ἔτος 1370.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ἐρμογένης ὁ Ἱερομάρτυρας Πατριάρχης Μόσχας 

Ὁ Ἅγιος Ἐρμογένης, κατὰ κόσμο Ἐρμόλαος, γεννήθηκε στὴ Μόσχα τὸ ἔτος 1530 καὶ ἔζησε στὴ μονὴ Μεταμορφώσεως τοῦ Καζάν. Τὸ 1579 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος καὶ διορίσθηκε ἐφημέριος τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Νικολάου Καζάν. Ἡ διακονία του ἐκεῖ τὸν συνέδεσε μὲ τὴν ἀνακάλυψη τῆς ἱερᾶς εἰκόνος τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Καζάν. Τὸ ἔτος 1583 χήρευσε καὶ ἔγινε μοναχὸς στὴ Μονὴ Μεταμορφώσεως, τῆς ὁποία ἀνεδείχθη ἡγούμενος. Ἡ Σύνοδος τοῦ 1589 τὸν ἐξέλεξε Μητροπολίτη Καζάν.

Ὡς ποιμενάρχης ὁ Ἅγιος ἀνέπτυξε μεγάλη ἱεραποστολικὴ δραστηριότητα. Φρόντισε κυρίως γιὰ τὴν στερέωση τοῦ φρονήματος καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς τῶν νεοφώτιστων τῆς ἐπαρχίας του. Τὸ ἔτος 1592 πραγματοποίησε τὴ μετακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων ἐνὸς ἐκ τῶν προκατόχων του, τοῦ Ἁγίου Γερμανοῦ († 6 Νοεμβρίου).

Ὅταν τὴν ἐξουσία ἀνέλαβε ὁ Βασίλειος Ἰβάνοβιτς Σούϊσκυ (1606 – 1610), ὁ Ἅγιος Ἐρμογένης ἐξελέγη Πατριάρχης Μόσχας. Στὴν ταραγμένη ἐποχή του ἀγωνίστηκε ἰδιαιτέρως κατὰ τῆς ἰησουϊτικῆς προπαγάνδας καὶ ἐπεσήμανε τοὺς σοβαροὺς κινδύνους γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία.

Ἀπὸ τοὺς πρώτους μῆνες τῆς πατριαρχίας του ὁ Ἅγιος Ἐρμογένης ὑπεραμύνθηκε τῶν δικαιωμάτων τοῦ αὐτοκράτορα Βασιλείου Σούϊσκυ. Μάταια, ὅμως. Ὁ λαὸς ἀνέτρεψε τὸν αὐτοκράτορα Βασίλειο στὶς 17 Ἰουλίου 1610. Τότε ὁ Ἐρμογένης ἐπεδίωξε μάταια νὰ ἐκλεγεῖ αὐτοκράτορας ὁ νεαρὸς Μιχαὴλ Ρομανώφ, ὁ ὁποῖος πράγματι ἐξελέγη τὸ 1613 καὶ συμμερίστηκε τὸ σχέδιο ὁρισμένων εὐγενῶν, τὸ ὁποῖο προέβλεπε τὴν ἀνάδειξη στὸ Ρώσικο θρόνο τοῦ Βλαδίσλαου, υἱοῦ τοῦ βασιλέως τῆς Πολωνίας Σιγιμούνδου, ὑπὸ τὸν ὅρο ὅτι ὁ πρίγκιπας θὰ ἀσπαζόταν τὴν ὀρθόδοξη πίστη. Οἱ Πολωνοί, θέλοντας νὰ παρακάμψουν τὸν ὅρο αὐτό, προσέκρουσαν στὴν ἀκαμψία τοῦ Πατριάρχου. Ὁ Ἅγιος ὡς μόνος ἀναμφισβήτητος ἐκκλησιαστικὸς ἄνδρας κύρους στὴ Ρωσία κατ’ ἐκείνη τὴν ὥρα, κατόρθωσε νὰ ἐμποδίσει τὸν ρωμαιοκαθολικὸ Βλαδίσλαο, νὰ γίνει ἐπίσημα αὐτοκράτορας τῆς Ρωσίας. Ἡ κατοχὴ τῆς πρωτεύουσας ὑπὸ τοῦ Πολωνικοῦ στρατοῦ δὲν λύγισε τὸν Πατριάρχη. Ἀντίθετα, ὁ Ἅγιος Ἐρμογένης, βλέποντας τὴν κακοπιστία τοῦ βασιλέως τῆς Πολωνίας, στράφηκε ἀνοικτὰ κατὰ τοῦ ξένου ἐπιδρομέως καὶ ἐπεδίωξε μὲ ὅλα τὰ μέσα τὴν συγκρότηση τοῦ ἀναγκαίου στρατοῦ γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς πατρίδας του.
Ὁ Ἅγιος συνελήφθη καὶ καθαιρέθηκε ἀπὸ τὴν θέση τοῦ Πατριάρχου. Τὸν ἔκλεισαν στὸ Μετόχι τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου, ὅπου πέθανε, ἀπὸ πεῖνα ἴσως, στὶς 17 Ἰανουαρίου 1612 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Βαρνάβας τῆς Γεθσημανῆ

Ὁ Ὅσιος Βαρνάβας, κατὰ κόσμος Βασίλειος Ἴλιτς Μέρκουλωφ, γεννήθηκε στὶς 24 Ἰανουαρίου 1831 στὸ χωριὸ Προυντίσκι τῆς ἐπαρχίας Τούλα τῆς Ρωσίας. Τὸ ἔτος 1851 εἰσῆλθε στὴ μονὴ τῆς Λαύρας τοῦ Κιέβου καὶ ἐκάρη μοναχός. Ἀσκήτεψε θεοφιλῶς στὴν ἔρημο τῆς Γεθσημανῆ κοντὰ στὸν στάρετς Δανιὴλ καὶ στὸν ἱερομόναχο Γρηγόριο καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1906.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Δανιήλ, Ἠλίας, Ἡσαΐας, Θεόδουλος, Ἱερεμίας, Ἰουλιανός, Οὐάλης, Παύμφιλος, Παῦλος, Πορφύριος, Σαμουὴλ καὶ Σέλευκος, μαρτύρησαν ἐπὶ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.).

 Κατάγονταν ἀπὸ διάφορους τόπους, τοὺς ἕνωνε ὅμως ἡ ἀγάπη καὶ ἡ πίστη τοῦ Χριστοῦ.

Ἐργαζόμενοι στὴν Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης ὁμολόγησαν τὸν Χριστὸ ἐνώπιον τοῦ ἔπαρχου Φιρμιλιανοῦ. Ὁ ἄρχοντας κατέβαλε κάθε προσπάθεια νὰ πείσει τοὺς Ἁγίους νὰ ἀρνηθοῦν τὴν πίστη τους στὸν Χριστό. Ἐκεῖνοι ὅμως παρέμειναν σταθερὰ προσηλωμένοι στὴν πατρῴα εὐσέβεια. Τότε ὁ Φιρμιλιανὸς ἔδωσε ἐντολὴ νὰ τοὺς θανατώσουν, ἀφοῦ πρῶτα τοὺς βασανίσουν.

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἠλίας, Πάμφιλος, Οὐάλης, Παῦλος, Σέλευκος, Ἱερεμίας, Ἡσαΐας, Σαμουὴλ καὶ Δανιὴλ ἀποκεφαλίσθηκαν διὰ ξίφους. Ὁ Πορφύριος, ὑπηρέτης τοῦ Παμφίλου, συνελήφθη τὴν ὥρα ποὺ ἀναζητοῦσε τὸ λείψανο τοῦ κυρίου του καὶ κάηκε ζωντανὸς μαζὶ μέ τὸν Μάρτυρα Ἰουλιανό. Τὸν Ἅγιο Θεόδουλο τὸν σταύρωσαν ἐπὶ ξύλου. Ἔτσι μαρτύρησαν οἱ Ἅγιοι καὶ προσετέθησαν στὴ χορεία τῶν ἀθλητῶν τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ Σύναξη τῶν Ἁγίων Μαρτύρων ἐτελεῖτο στὴ Μεγάλη Ἐκκλησία.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Τὴν δωδεκάριθμον, Μαρτύρων φάλαγγα, ἀνευφημήσωμεν, ἐνθέοις ᾄσμασι, Πάμφιλον Παῦλον Σαμουήλ, Οὐάλεντα καὶ Ἠλίαν, Ἱερεμίαν, Σέλευκον, Δανιὴλ καὶ Πορφύριον, Ἰουλιανὸν ὁμοῦ Ἠσαΐαν Θεόδουλον· αὐτοὶ γὰρ τὸν Δεσπότην τῶν ὅλων, πᾶσιν ἡμῖν ἐξιλεοῦνται.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Κολαστηρίων φοβερῶν προκειμένων, οἱ τοῦ Κυρίου Ἀθληταὶ οἱ γενναῖοι, ἐν ἀπτοήτῳ χαίροντες φρονήματι, τούτοις προσωμίλησαν, τῆς σαρκὸς ἀλογοῦντες· ὅθεν ἐκληρώσαντο, αἰωνίζουσαν δόξαν, ὑπὲρ ἡμῶν πρεσβεύοντες ἀεί, τῶν εὐφημούντων, αὐτῶν τὰ μνημόσυνα.

 

Μεγαλυνάριον.
Φάλαγξ δωδεκάριθμε Ἀθλητῶν, ἡ συντεταγμένη, εὐσεβείᾳ τε καὶ σπουδῇ, σύναψον σπουδαίως, ἡμᾶς ἐν ὁμονοίᾳ, καὶ λύσιν τῶν πταισμάτων, ἡμῖν πρυτάνευσον.

Ὁ Ὅσιος Μαρουθᾶς ὁ Ἐπίσκοπος καὶ οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες ἐν Περσίᾳ

Ὁ Ὅσιος Μαρουθᾶς ἔζησε κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου Α’ τοῦ Μεγάλου (379 – 395 μ.Χ.) καὶ ἦταν Ἐπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ὁ αὐτοκράτορας, ἐκτιμώντας τὶς ἀρετὲς τοῦ Ἁγίου, τὸν ἀπέστειλε πρεσβευτὴ στὸ βασιλέα τῶν Περσῶν Σαπὼρ Γ’ (383 – 388 μ.Χ.). Ἐκεῖ ὁ Ὅσιος ἀπάλλαξε τὴ θυγατέρα τοῦ βασιλέως ἀπὸ τὸ πονηρὸ δαιμόνιο, ποὺ τὴν εἶχε κυριεύσει καὶ τὴν βασάνιζε. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ τοῦ ἔδωσε θάρρος καὶ ζήτησε ἀπὸ τὸν βασιλέα τῆς Περσίας τὰ ἱερὰ λείψανα τῶν Μαρτύρων, οἱ ὁποῖοι μαρτύρησαν στὴν Περσία. Ἐκεῖνος ἱκανοποίησε ἀμέσως τὸ αἴτημα τοῦ Ὁσίου. Ἔτσι, λοιπόν, ὁ Ὅσιος ἔκτισε πόλη ἐπ’ ὀνόματί τους, τὴ Μαρτυρόπολη, ποὺ βρισκόταν στὴ Μεγάλη Ἀρμενία, κοντὰ στὸ Νυμαφαῖο ποταμό, καὶ ἀποθησαύρισε σὲ αὐτὴν τὰ ἱερά τους λείψανα.
Ὁ Ὅσιος Μαρουθᾶς κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὴν ἡμέρα ποὺ ἑορταζόταν ἡ ἐπέτειος τῶν ἐγκαινίων τῆς Μαρτυροπόλεως.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Φλαβιανός

Ὁ Ὅσιος Φλαβιανὸς ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία ἀκολούθησε τὸν δρόμο τῆς μοναχικῆς πολιτείας καὶ τῆς ἀσκήσεως. Λέγεται δὲ ὅτι ἀνέβηκε στὴν κορυφὴ ἐνὸς βουνοῦ καὶ πέρασε μόνος ἑξήντα καὶ πλέον χρόνια μὲ νηστεία καὶ προσευχή. Ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε τοῦ χαρίσματος τῆς θαυματουργίας.
Ὁ Ὅσιος Φλαβιανὸς κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Φλαβιανὸς Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

Ὁ Ἅγιος Φλαβιανός, ἦταν Πρεσβύτερος τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ σκευοφύλακας τοῦ ναοῦ τῆς Ἁγίας Σοφίας.

Γνωστὸς γιὰ τὶς ἀρετὲς καὶ τὰ πνευματικά του χαρίσματα, διαδέχθηκε τὸν Ἅγιο Πρόκλο († 20 Νοεμβρίου 446) στὸν ἀρχιεπισκοπικὸ θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως τὸ ἔτος 447 μ.Χ. Ἡ πατριαρχία του συνέπεσε μὲ τὸ σάλο, τὸν ὁποῖο εἶχαν ἐγείρει στὴν Ἐκκλησία οἱ αἱρέσεις τοῦ Νεστορίου καὶ τοῦ Εὐτυχοῦς. Ὁ Νεστόριος εἶχε καταδικασθεῖ ἀπὸ τὴν Γ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο ποὺ συνῆλθε στὴν Ἔφεσο, ἀλλὰ καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτὸ δὲν εἶχαν λείψει οἱ συνήγοροι τοῦ αἱρεσιάρχου. Τὰ πάθη μεγάλωσαν, ὅταν στὴν αἵρεση τοῦ Νεστορίου προστέθηκε ἡ αἱρετικὴ διδασκαλία τοῦ Εὐτυχοῦς, ὁ ὁποῖος δίδασκε ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν εἶχε παρὰ μόνο μία φύση, τὴ Θεία, ἡ ὁποία ἀπορρόφησε ἐντελῶς τὴν ἀνθρώπινη. Μία τέτοια διδασκαλία θεωροῦσε τὴν θεότητα παθητή. Ὁ Ἅγιος Φλαβιανὸς καταδίκασε τὴν πλάνη αὐτὴ διὰ τῆς συγκλίσεως τοπικῆς Συνόδου τὸ ἔτος 448 μ.Χ. Στὴ Σύνοδο ὁ αἱρετικὸς Εὐτυχὴς ἔδειξε μετριόφρονα διαγωγή, ἀρνήθηκε ὅμως νὰ ἀναθεματίσει τὰ προηγούμενα φρονήματά του. Ἡ σύνοδος ἔπαυσε αὐτὸν ἀπὸ τὸ ἀξίωμα τοῦ ἡγουμένου μοναστηρίου, τὸν καθαίρεσε ἀπὸ Πρεσβύτερο καὶ τὸν ἀφόρισε. Ὁ Εὐτυχὴς μετὰ τὸ τέλος τῆς Συνόδου ἔκανε ἔκκληση πρὸς τὸν Πάπα Ρώμης Λέοντα Α’ (440 – 461 μ.Χ.) καὶ τὸν Ἀλεξανδρείας Διόσκορο, ποὺ ὑποστήριζε τοὺς αἱρετικούς.

Ὁ αὐτοκράτορας Θεοδόσιος Β’ ὁ Μικρὸς (408 – 450 μ.Χ.), πεισθεὶς ἀπὸ τοὺς ὑποστηρικτὲς τοῦ αἱρετικοῦ Εὐτυχοῦς, συνεκάλεσε στὴν Ἔφεσο Σύνοδο, τὸ ἔτος 449 μ.Χ. Πρόεδρος ὁρίσθηκε ὁ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Διόσκορος. Ὁ Ἅγιος Φλαβιανὸς λόγω τῆς ἐμμονῆς του στὴ διδασκαλία τῆς Γ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καταδιώχθηκε ἀπὸ τὸν αἱρετικὸ Διόσκορο καὶ τοὺς ὀπαδούς του. Ὁ Ἅγιος ἀποπειράθηκε νὰ καταφύγει κάτω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα ὡς σὲ ἄσυλο, χωρὶς ὅμως νὰ τὸ κατορθώσει αὐτό. Τὸν κτύπησαν καὶ τὸν ἔσυραν ἔξω ἀπὸ τὸ ναό, τὸν καθαίρεσαν καὶ τὸν ἐξόρισαν στὴν Ἔφεσο, ὅπου καὶ πέθανε λίγο ἀργότερα. Τὰ ἔκτροπα δὲν ἀναφέρονται ἀπὸ περισωθέντα πρακτικὰ τῆς Συνόδου, ἀλλὰ εἶναι γνωστὰ ἀπὸ μαρτυρίες γενόμενες στὴν Δ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο.
Τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου μετακομίσθηκε μετὰ δύο χρόνια, τὸ 451 μ.Χ., στὴν Κωνσταντινούπολη ἀπὸ τὴν Πουλχερία, ἀδελφὴ τοῦ Θεοδοσίου τοῦ Μικροῦ καὶ κατατέθηκε στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν Κύπρῳ 

Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὴν εἰκόνα αὐτὴ τῆς Θεοτόκου μας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ρωμανὸς ὁ Ὁσιομάρτυρας 

Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Ρωμανοῦ, τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία στὶς 5 Ἰανουαρίου, ὅπου καὶ ὁ βίος του. Ἄγνωστο γιατὶ ἐπαναλαμβάνεται σήμερα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ἠλίας ὁ Ἱερομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἠλίας (Νικολάγιεβιτς) γεννήθηκε σὲ κάποιο χωριὸ τῆς Μόσχας κατὰ τὸν 19ο αἰώνα μ.Χ. Σπούδασε στὴν Θεολογικὴ Ἀκαδημία τῆς Μόσχας καὶ νυμφεύθηκε τὴν εὐσεβὴ Εὐγενία. Στὴν συνέχεια χειροτονήθηκε ἱερεὺς καὶ διακόνησε στὸ μικρὸ ναὸ ἑνὸς πτωχοκομείου καὶ στὴν ἐνορία τοῦ Ἁγίου Νικολάου Τολματσὲφ τῆς Μόσχας, πρὶν ξεσπάσει ἡ Ὀκτωβριανὴ ἐπανάσταση τοῦ ἔτους 1917 μ.Χ.

Ὁ Ἅγιος ἦταν εὐλαβέστατος ἱερέας. Ὁ ναὸς του ἦταν φάρος πνευματικοῦ φωτὸς γιὰ πολλοὺς πιστούς. Ἦταν ἔγγαμος, ἀλλὰ ζοῦσε ἀσκητικὴ ζωή. Ἦταν τὸ 1932 μ.Χ., ὅταν ἡ μυστικὴ Σοβιετικὴ ἀστυνομία τὸν συνέλαβε καὶ τὸν φυλάκισε. Τὸν ἐξόρισαν στὴν περιοχὴ τοῦ ποταμοῦ Κράσναγια Βίσερα. Ἡ πρεσβυτέρα Εὐγενία ὅλη τὴν νύχτα τὴν πέρασε μὲ προσευχὴ καὶ δάκρυα. Κατὰ τὸ πρωὶ ὅμως ἀποκοιμήθηκε καὶ τότε εἶδε τὴν Θεοτόκο στὸν ὕπνο της ποὺ τῆς εἶπε νὰ μὴν φοβᾶται.

Μετὰ δύο χρόνια, ἡ πρεσβυτέρα τὸν ἐπισκέφθηκε στὸν τόπο τῆς ἐξορίας καὶ τοῦ ἔφερε ἕνα Εὐαγγέλιο καὶ ἕνα μικρὸ φιαλίδιο μὲ ἁγιασμό. Οἱ φύλακες ἅρπαξαν ἀμέσως τὸ Εὐαγγέλιο. Ὅταν τὴν ρώτησαν τί περιεῖχε τὸ φιαλίδιο, ἐκείνη τοὺς ἀπάντησε ὅτι γι’ αὐτοὺς ἦταν ἁπλὸ νερό, ἀλλὰ γιὰ ἐκείνη καὶ τὸν σύζυγό της ἦταν κάτι ἱερό. Τὸ φάρμακό τους. Ὁ Ἅγιος φαινόταν σὰν νὰ τὸν εἶχαν βασανίσει. Δὲν τοῦ ἐπέτρεπαν νὰ λειτουργεῖ καὶ αὐτὸ τὸν ἔθλιβε ἀφάνταστα.  Ἄρχισε νὰ διηγεῖται στὴν Εὐγενία τὸ μαρτύριό του. Ὅταν μετέφεραν ἐκεῖνον καὶ πολλοὺς ἄλλους στὸν τόπο τῆς ἐξορίας, τοὺς ἀνάγκασαν νὰ περπατοῦν ἐπάνω στὸ χιόνι ποὺ εἶχε λιώσει ἐπιφανειακά. Τὸ λεπτὸ στρῶμα τοῦ πάγου ἔσπαζε κάτω ἀπὸ τὰ πόδια τους καὶ οἱ «κατάδικοι» βυθίζονταν μέσα στὸ χιόνι μέχρι τὴ μέση. Βρεγμένοι μέχρι τὸ κόκαλο, χωρὶς νὰ ἔχουν φάει ἢ πιεῖ τίποτα ὅλη τὴν ἡμέρα, ἀναγκάστηκαν νὰ περάσουν τὴ νύχτα μέσα σὲ μία καλύβα. Οἱ ἐξουθενωμένοι ἄνδρες ἀμέσως ἔπεσαν στὸ πάτωμα καὶ ἀποκοιμήθηκαν σὰν πεθαμένοι. Μόνο ὁ Ἅγιος ἔμεινε ξάγρυπνος. Μέσα στὰ βαθιὰ μεσάνυχτα μία κραυγὴ ἀκούσθηκε ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς του: «Κύριε, γιατί μὲ ἐγκατέλειψες; Σὲ ὑπηρέτησα τόσο πιστά. Ὁλόκληρη τὴν ζωή μου τὴν ἀφιέρωσα σὲ Σένα. Πόσες φορὲς διάβασα τὸν Ἀκάθιστο Ὕμνο καὶ τοὺς Κανόνες. Μὲ πόση εὐλάβεια ὑπηρετοῦσα στὴν Ἐκκλησία. Γιατί, Κύριε, μὲ ἐγκατέλειψες καὶ ὑποφέρω τόσο πολύ; Ὑπεραγία Θεοτόκε, ἅγιε ἱεράρχα Νικόλαε, ἅγιε πάτερ Σεραφείμ, πάντες οἱ Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ! Μετὰ ἀπὸ ὅλες τὶς προσευχές μου σὲ σᾶς, γιατί βασανίζομαι τόσο;».

Ξαφνικὰ μία θεία ἐπίσκεψη, σὰν φλόγα, ἄγγιξε τὴν πονεμένη ψυχή του καὶ τὴν πλημμύρισε μὲ μία ὑπερκόσμια παρηγοριά. Τὸ φῶς τῆς πίστεως φώτισε μυστικὰ τὴν καρδιά του καὶ ἄναψε μέσα του μία ἀνέκφραστη καὶ ἀκατανίκητη ἀγάπη πρὸς τὸν Χριστό, ἡ ὁποία ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, «οὐκ ἐξὸν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι». Ὅταν ξημέρωσε, ἦταν νέος ἄνθρωπος, ἀναγεννημένος σὰν νὰ εἶχε βαπτισθεῖ στὴν φωτιά.

Καθὼς ἀποχαιρετοῦσε τὴν πρεσβυτέρα Εὐγενία, ὁ Ἅγιος τῆς εἶπε: «Ξέρεις, ἡ καρδιά μου φλέγεται γιὰ τὸν Χριστό. Νομίζω ὅτι ᾖλθα ἐδῶ, γιὰ νὰ καταλάβω ὅτι δὲν ὑπάρχει ἀπολύτως τίποτε καλύτερο, τίποτε πιὸ θαυμαστὸ ἀπὸ Αὐτόν. Θὰ ἤθελα νὰ πεθάνω γι’ Αὐτόν!».
Ὅταν ἡ πρεσβυτέρα ἔφθασε πίσω στὴ Μόσχα ἔμαθε ὅτι στὸ στρατόπεδο συγκεντρώσεως ἄναψε μία πυρκαγιὰ καὶ ὁ Ἅγιος ἔγινε παρανάλωμα τοῦ πυρὸς μαζὶ μὲ ἕνδεκα ἄλλους Χριστιανούς.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Τάνκο Ἐπίσκοπος Βέρντεν 

Ὁ Ἅγιος Τάνκο καταγόταν ἀπὸ τὴ Σκωτία καὶ ἐργάσθηκε ἱεραποστολικὰ στὴ Γερμανία. Ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Βέρντεν καὶ μαρτύρησε τὸ ἔτος 815 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

 

Ὁ Ἅγιος Ὀνήσιμος, ἕνας ἀπὸ τοὺς ἑβδομήκοντα Ἀποστόλους, ἦταν δοῦλος στὸ σπίτι τοῦ Ρωμαίου ἄρχοντα Φιλήμονος, ὁ ὁποῖος καταγόταν ἀπὸ τὴν Φρυγία καὶ ἔγινε Χριστιανὸς ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο. Ὁ Ὀνήσιμος ἔφυγε κρυφὰ ἀπὸ τὸν κύριό του καὶ μετέβη στὴ Ρώμη σὲ ἐπίσκεψη τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Ἔτσι ἀφιερώθηκε στὴ Διακονία τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν Χριστιανῶν. Ὁ Παῦλος τὸν ἀπέστειλε πίσω στὸν Φιλήμονα μὲ ἐπιστολή του, στὴν ὁποία ἀνέφερε γιὰ τὸν Ἅγιο Ὀνήσιμο τὰ ἀκόλουθα: «Τέτοιος ποὺ εἶμαι, ἐγὼ ὁ Παῦλος ὁ ἡλικιωμένος, καὶ τώρα φυλακισμένος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, σὲ παρακαλῶ γιὰ τὸ παιδί μου, τὸν Ὀνήσιμο, ὁ ὁποῖος ἄλλοτε σοῦ ἦταν ἄχρηστος, τώρα ὅμως εἶναι χρήσιμος καὶ σὲ ἐσένα καὶ σὲ ἐμένα. Σοῦ τὸν ἀποστέλλω πάλι καὶ σὺ δέξου αὐτὸν ποὺ εἶναι ἡ καρδιά μου. Θὰ ἤθελα νὰ τὸν κρατήσω κοντά μου, γιὰ νὰ μὲ ὑπηρετεῖ, ἀντί σοῦ, στὴν φυλακὴ ποὺ εἶμαι χάριν τοῦ Εὐαγγελίου, ἀλλὰ δὲν ἤθελα νὰ κάνω τίποτε χωρὶς τὴν δική σου συγκατάθεση, γιὰ νὰ μὴν γίνει ἡ ἀγαθή σου πράξη ἀναγκαστικὰ ἀλλὰ μὲ τὴν θέλησή σου. Ἴσως γι’ αὐτὸ ἀποχωρίσθηκε προσωρινὰ ἀπὸ ἐσένα, γιὰ νὰ τὸν ἔχεις παντοτινά, ὄχι πλέον σὰν δοῦλο, ἀλλὰ περισσότερο ἀπὸ δοῦλο, σὰν ἀδελφὸ ἀγαπητό, ἰδιαίτερα γιὰ μένα, πόσο μᾶλλον γιὰ σένα καὶ σὰν ἄνθρωπο καὶ σὰν Χριστιανό. Ἐὰν λοιπόν, μὲ θεωρεῖς φίλο, δέξου τον σὰν νὰ ἤμουν ἐγώ».

Ὁ Ἀπόστολος Ὀνήσιμος ἐπανέκαμψε στὴ Ρώμη πρὸς τὸν Ἀπόστολο Παῦλο καὶ τὸν διακονοῦσε. Μετὰ τὸ μαρτύριο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου συνελήφθη ὑπὸ τοῦ ἐπάρχου Ρώμης Τερτύλου καὶ ἐξορίσθηκε στοὺς Ποτιόλους τῆς Ἰταλίας. Ὅμως ὁ Ὀνήσιμος συνέχισε μὲ ζῆλο νὰ κηρύττει τὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ὁ ἔπαρχος Τέρτυλος ἐπισκέφθηκε τὸν τόπο ἐξορίας του καὶ πληροφορήθηκε τὴ χριστιανική του δράση, διέταξε νὰ συλληφθεῖ ὁ Ἅγιος καὶ νὰ βασανισθεῖ. Τὸν κτύπησαν ἀλύπητα καὶ μὲ ραβδισμοὺς τοῦ ἔσπασαν τὰ σκέλη. Στὸ τέλος, μετὰ ἀπὸ φρικώδεις βασάνους, ὁ Ἅγιος Ὀνήσιμος μαρτύρησε καὶ ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου. Τὸ τίμιο λείψανό του παρέλαβε καὶ ἐνταφίασε μία πλούσια ἀλλὰ εὐσεβὴς Ρωμαία Χριστιανή.
Ναὸς πρὸς τιμὴν τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Ὀνησίμου εἶχε ἀνεγερθεῖ κατὰ τὸν 10ο αἰῶνα μ.Χ. στὴν Κωνσταντινούπολη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς Ἐρήμου πολίτης.
Ταῖς ἀκτῖσι τοῦ Παύλου φωτισθεὶς τὴν διάνοιαν, ὤφθης ὑπηρέτης τοῦ Λόγου καὶ Ἀπόστολος ἔνθεος· καὶ ὄνησιν ἐβράβευσας ζωῆς, Ὀνήσιμε θεράπον τοῦ Χριστοῦ, διὰ λόγων καὶ θαυμάτων θεοπρεπῶν, τοῖς πίστει ἐκβοῶσί σοι· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι φαιδρῶς, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

 

Κοντάκιον. χος δ’. πεφάνης σήμερον.
Ὡς ἀκτὶς ἐξέλαμψας τῇ οἰκουμένῃ, ταῖς βολαῖς λαμπόμενος, ἡλίου μάκαρ παμφαοῦς, Παύλου τοῦ κόσμον φωτίσαντος· διό σε πάντες, τιμῶμεν Ὀνήσιμε.

 

Μεγαλυνάριον.
Παύλῳ τῷ θεόπτῃ μαθητευθείς, ὤφθης ἀληθείας, θεηγόρος μυσταγωγός· ὑπὲρ ἧς προθύμως, Ὀνήσιμε ἀθλήσας, ὀνήσιμον πηγάζεις, χάριν τοῖς χρήζουσι.

Ὁ Ἅγιος Μαΐωρ ὁ Μάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Μαΐωρ ἔζησε ἐπὶ αὐτοκρατορίας Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.) καὶ Μαξιμιανοὺ (285 – 305 μ.Χ.) καὶ ὑπηρετοῦσε ὡς στρατιώτης στὸ τάγμα τῶν Μαύρων. Ὅταν τὸ 302 μ.Χ. ἄρχισε ὁ διωγμὸς κατὰ τῶν Χριστιανῶν, ὁ Ἅγιος, ποὺ βρισκόταν στὴ Γάζα τῆς Παλαιστίνης, καταγγέλθηκε στὸν ἔπαρχο ὅτι εἶναι Χριστιανὸς καὶ συνελήφθη. Ἀφοῦ ὁμολόγησε μὲ γενναιότητα τὴν πίστη του στὸν Χριστό, βασανίσθηκε σκληρά. Ἐπὶ ἑπτὰ ἡμέρες ὑπέστη τὸ φρικτὸ βασανιστήριο τῶν μαστιγώσεων.
Ἔτσι μαρτύρησε ὁ Μάρτυς Μαΐωρ καὶ εἰσῆλθε στὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Εὐσέβιος 

Ὁ Ὅσιος Εὐσέβιος ἔζησε κατὰ τὸν 5ο αἰῶνα μ.Χ. Ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ ἀκολούθησε τὴν ὁδὸ τῆς μοναχικῆς πολιτείας. Ἀρχικὰ πῆγε σὲ κάποιο μοναστήρι καὶ ἐκάρη μοναχός. Ἔπειτα ἀποσύρθηκε στὴ ράχη ἑνὸς βουνοῦ κοντὰ στὴν πόλη Ἀσιχᾶ, ὅπου ἀσκήτεψε. Ἐκεῖ περιέφραξε μὲ πέτρες ἕνα μέρος χωρὶς σκεπὴ καὶ πέρασε τὸν βίο του μὲ νηστεία καὶ σωματικὲς ταλαιπωρίες, ὥστε κατέπεσαν οἱ σάρκες του καὶ ἔμειναν μόνο τὰ ὀστά.
Ἡ φήμη τῆς ἁγιότητάς του ὁδήγησε πολλοὺς ἀνθρώπους στὸν Ὅσιο, οἱ ὁποῖοι ζητοῦσαν τὴν εὐχὴ καὶ τὴν εὐλογία του. Γιὰ νὰ ἀποφύγει τὸν θόρυβο καὶ νὰ διατηρήσει τὴν ἡσυχία στὸν πνευματικό του ἀγῶνα, ἔφυγε ἀπὸ τὸν τόπο αὐτὸ καὶ μετοίκησε σὲ μονὴ ποὺ βρισκόταν ἐκεῖ κοντά. Καὶ στὸν νέο τόπο τῆς ἀσκήσεώς του ζοῦσε μὲ προσευχὴ καὶ αὐστηρὴ ἄσκηση. Ἔτσι ὁ Ὅσιος Εὐσέβιος ἀφοῦ ἔζησε θεοφιλῶς, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη σὲ ἡλικία 90 ἐτῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Σύναξις Ἁγίου Ἀποστόλου καὶ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου ἐν τοῖς Διακονίσσης

Ὁ ναὸς βρισκόταν στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ θεωρεῖται ὅτι ἔκειτο ἐκεῖ ὅπου σήμερα εἶναι τὸ Καλενδέρ – χανὶ – τζαμί. Πιθανῶς παρεκκλήσιο τοῦ ναοῦ νὰ ἦταν ἀφιερωμένο στὸν Ἀπόστολο καὶ Εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη τὸν Θεολόγο ἢ ἡ Σύναξη ἐτελεῖτο λόγω κάποιου θαύματος ποὺ ἔγινε ἐκεῖ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νεομάρτυρας ὁ ἐκ Θεσσαλονίκης

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Ἰωάννης καταγόταν ἀπὸ τὴν Κωλακία, τὴ σημερινὴ κωμόπολη τῆς Χαλάστρας. Γιὰ κάποιο χρονικὸ διάστημα ἐγκαταβίωσε στὸ Ἅγιον Ὄρος, χωρὶς νὰ διευκρινίζεται ἐὰν ἔχει λάβει τὸ μοναχικὸ σχῆμα ἢ ἦταν λαϊκὸς καὶ εἶχε ὑποτακτικὸ κάποιον Ἀργύρη. Ὁ Ἰωάννης βρισκόταν στὴ Θεσσαλονίκη, ὅταν κατὰ τὴν διάρκεια ἐνὸς συμποσίου μὲ Τούρκους, αὐτοὶ ἰσχυρίσθηκαν πὼς δῆθεν τοὺς εἶχε πεῖ ὅτι θέλει νὰ γίνει καὶ αὐτὸς Μωαμεθανός. Ὁ Ἰωάννης ἀρνήθηκε κατηγορηματικὰ τὸν ἰσχυρισμό τους, γι’ αὐτὸ καὶ ὁδηγήθηκε στὸ παζάρι, πιθανὸν στὴν κεντρικὴ ἀγορὰ τῆς πόλεως, ὅπου καὶ ἐκτελέσθηκε ἄνευ δίκης μὲ ἀπαγχονισμὸ τὸ ἔτος 1776. Μετὰ τὸν ἀπαγχονισμό του, τὸ λείψανο τοῦ Νεομάρτυρα ρίφθηκε στὴ θάλασσα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἄνθιμος ἀπὸ τὴν Χίο 

Ὁ Ὅσιος Ἄνθιμος, κατὰ κόσμο Ἀργύριος Κ. Βαγιάνος, γεννήθηκε τὴν 1η Ἰουλίου 1869 στὴν περιοχὴ τοῦ Ἁγίου Λουκᾶ Λιβαδίων. Οἱ εὐσεβεῖς καὶ ἐνάρετοι γονεῖς του, Κωνσταντίνος καὶ Ἀργυρῶ, φρόντισαν νὰ δώσουν Χριστιανικὴ ἀγωγὴ στὸ τέκνο τους. Καὶ ὁ νεαρὸς Ἀργύριος δωρεοδέκτης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μὲ πνεῦμα σοφίας, ἦταν προορισμένος ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ ἀναδειχθεῖ σκεῦος ἐκλογῆς καὶ νὰ γίνει μέγας παιδαγωγὸς εἰς Χριστόν. Ἡ ὅλη παιδιόθεν ἀνάπτυξη καὶ ἀνατροφή του τελοῦσε προφανῶς ὑπὸ τὴν ἰσχυρὴ καὶ βαθιὰ ἐπίδραση τοῦ χριστιανικοῦ οἰκογενειακοῦ του περιβάλλοντος.

Γράμματα δὲν ἔμαθε πολλά. Περιορίσθηκε στὶς ἁπλὲς γνώσεις τοῦ δημοτικοῦ σχολείου. Ἔτσι χωρὶς τίς θεωρητικὲς γνώσεις τῆς ἐγκοσμίου καταξιώσεως, ἀλλὰ μὲ εὐφυΐα καὶ διεισδυτικότητα πνεύματος καὶ μὲ ἰδιαιτέρως ἔντονη τὴν ἐπιθυμία γιὰ βίο πνευματικό, προχωρᾶ ἀταλάντευτος στὴν ἐνάρετη ζωὴ μὲ τὴν πολύτιμη δωρεὰ τῆς ἀκλόνητης πίστεως.

Ὁ θεῖος ἔρως τὸν ὁδηγεῖ στὴν ἀπάρνηση τοῦ κόσμου καὶ τῆς βοῆς του καὶ στὴ μοναχικὴ πολιτεία, ἀπὸ ὅπου ἐξέλαμψαν οἱ ἀρετές του. Ἀφορμὴ γιὰ νὰ ἀκολουθήσει τὴν μοναχικὴ ὁδὸ ὑπῆρξε ἡ ἐπίσκεψή του στὴ Σκήτη τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Χίου γιὰ τὴν ἐπισκευὴ ἰδιόκτητης εἰκόνας τῆς Παναγίας. Μὲ αὐτὴ τὴν εἰκόνα ἔκτοτε συνέδεσε ἄρρηκτα ὁλόκληρη τὴν ζωή του. Ἡ Παναγία ἔγινε γιὰ ἐκεῖνον πηγὴ ἀνεξάντλητης δυνάμεως στοὺς μετέπειτα σκληροὺς ἀγῶνες του, ἀλλὰ καὶ πηγὴ δροσιᾶς καὶ ἀνακουφίσεως. Ὁδηγός του στὸν ἀσκητικὸ βίο ὑπῆρξε ὁ σεβάσμιος Γέροντας τῆς Σκήτης Παχώμιος, ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἐκάρη μικρόσχημος μοναχὸς καὶ μετονομάσθηκε Ἄνθιμος.

Ὑποτάσσεται στὸν Γέροντα Παχώμιο καὶ μὲ τὶς ἀδιάλειπτες προσευχὲς καὶ νηστεῖες καὶ μὲ τοὺς σκληροὺς ἀγῶνες του ἀναδεικνύεται, μὲ τὴν εὐδοκία τοῦ Θεοῦ, μεγάλος στὴν ἄσκηση καὶ τὴν ἀρετή. Μὲ τὴν σωματικὴ καὶ πνευματική του ὅμως αὐτὴ ἄσκηση ἐξαντλήθηκε καὶ ἀσθένησε. Τότε μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Παχωμίου ἐπιστρέφει στὸ σπίτι του, ὅπου ἐγκαθίσταται γιὰ ἀνάρρωση. Ὅμως ὁ Ὅσιος Ἄνθιμος δὲν ἐγκατέλειψε τὴν ἄσκηση. Μόλις ἀποκαταστάθηκε μερικῶς ἡ ὑγεία του ἀποσύρθηκε σὲ μικρὸ ἀπομονωμένο κελὶ μέσα στὰ πατρικά του κτήματα, στὰ Λιβάδια τῆς Χίου, συνεχίζοντας τοὺς πνευματικούς του ἀγῶνες. Ἐκεῖ μόναζε ἀσκώντας ταυτοχρόνως καὶ τὴν τέχνη τοῦ ὑποδηματοποιοῦ, γιὰ νὰ βοηθᾶ τοὺς φτωχοὺς γονεῖς του καὶ νὰ ἐλεεῖ τοῦ πάσχοντες.

Στὸ κελί του αὐτὸ μὲ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχὴ καὶ τὴν μελέτη τοῦ βίου μεγάλων ἀσκητῶν λάμβανε δύναμη, προέκοπτε σὲ πνευματικὴ οἰκοδομή, ἀλλὰ καὶ προκαλοῦσε καὶ τὴ δαιμονιώδη λύσσα τοῦ πονηροῦ. Ὁ Ὅσιος ἀγωνιζόταν σκληρὰ καὶ ἀποτελεσματικά, διεξήγαγε πολυμέτωπους ἀλλὰ νικηφόρους ἀγῶνες κατὰ τοῦ πονηροῦ μὲ τὴν πύρινη προσευχὴ καὶ καθημερινὰ ἀνερχόταν τὴν εὐλογημένη κλίμακα τῶν ἀρετῶν καὶ τῆς ἁγιότητας. Ἀργότερα, σὲ ἡλικία 40 ἐτῶν, τὸ ἔτος 1909, κείρεται μεγαλόσχημος μοναχὸς ἀπὸ τὸν διάδοχο τοῦ Παχωμίου, Ἱερομόναχο Ἀνδρόνικο.

Ὁ ἐνάρετος ὅμως ἀσκητὴς Ἄνθιμος ἦταν σκεῦος ἐκλογῆς καὶ ἕτοιμος γιὰ τὸ ἀξίωμα τῆς ἱεροσύνης. Καλεῖται λοιπὸν στὸ Ἀδραμύττιο τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ἀπὸ τὸν ἀνάδοχό του Στέφανο Διοματάρη τὸ 1910 γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτό. Ἡ χειροτονία τοῦ Ἁγίου δὲν ἦταν κάτι τὸ συνηθισμένο. Στὴν περίπτωσή του εἴχαμε θεία συγκατάθεση ποὺ ἀπεκάλυψαν οἱ θεοσημίες εὐδοκίας κατὰ τὸ τέλος τῆς χειροτονίας. Σεισμός, ἀστραπές, βροντές, κατακλυσμιαία βροχὴ συμβαίνουν τὴν ἱερὴ ἐκείνη ὥρα. Τὰ κανδήλια τοῦ ναοῦ κινοῦνται, ἐνῷ ἕνα ἀπὸ αὐτὰ καταπίπτει. Μετὰ δὲ τὴ χειροτονία ἐπικρατεῖ γαλήνη, ἠρεμία, χαρὰ Θεοῦ. Τὰ φυσικὰ αὐτὰ φαινόμενα ἀποκαλύπτουν καὶ μαρτυροῦν τὴν εὐαρέσκεια τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ θεία συγκατάνευση.

Ὅσο καιρὸ παρέμενε στὸ Ἀδραμύττιο, ἀκτινοβολοῦσε ἐκθαμβωτικὰ μὲ τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν ἁγιότητά του, ἡ ὁποία ἴσχυσε νὰ θεραπεύσει δαιμονιζόμενο τῆς περιοχῆς, κάτι ποὺ δὲν κατόρθωσαν οἱ συλλειτουργοί του. Αὐτὴ λοιπὸν ἡ πνευματική του ἀκτινοβολία προκάλεσε τὸ πάθος τῆς ἀντιζηλίας τῶν συλλειτουργῶν του. Ἐκεῖνος θέλοντας νὰ τοὺς ἐλευθερώσει ἀπὸ τὸ πάθος αὐτό, ἐγκατέλειψε τὸ Ἀδραμύττιο τὸ 1911 καὶ μετέβη στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου οἱ Ἁγιορεῖτες μοναχοὶ τοῦ ἐπιδαψίλευσαν πολλὲς τιμές.

Ἐπιστρέψας στὴ Χίο τοποθετήθηκε ὡς ἐφημέριος στὸ Λεπροκομεῖο. Ἐκεῖ ἄνοιξε τὸ νέο στάδιο τῶν ἀρετῶν καὶ τῆς ἀγαθοεργοῦ δράσεώς του. Ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας Ὑπαπαντῆς ἐπικεντρώνει τὴν ὅλη του εὐεργετικὴ δράση. Ἡ Κυρία Θεοτόκος διὰ τῆς μεσιτείας καὶ τῆς προσευχῆς τοῦ Ἁγίου Ἀνθίμου ἐπιτελεῖ ἀναρίθμητα θαύματα θεραπείας ἀσθενῶν ἐπωνύμων καὶ ἀνώνυμων πιστῶν. Τὸ ἵδρυμα αὐτὸ μὲ τοὺς δυστυχεῖς λεπροὺς καθίσταται πνευματικὸ κέντρο σωματικῆς καὶ πνευματικῆς ὑγείας. Ἡ ὅλη διακονία του στὸ Λεπροκομεῖο καταδεικνύει τὴ βαθύτατη πίστη του καὶ τὴν πολύτιμη προσφορά του.

Ἐδῶ φαίνεται καὶ τὸ μεγαλεῖο τοῦ Ἁγίου. Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος ὡς ἐφημέριος τοῦ ναοῦ συμπαρευρισκόταν, συνέτρωγε καὶ συνομιλοῦσε μὲ τοὺς λεπρούς, τοὺς κοινωνοῦσε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων καὶ μετὰ τὴ Θεία Λειτουργία κατέλυε!

Τότε μέσα σὲ ἐκείνη τὴν ἁγιάζουσα ἀτμόσφαιρα ὁραματίζεται τὴν ἵδρυση Μονῆς, γιὰ νὰ στεγάσει πρόσφυγες καλόγριες προερχόμενες ἀπὸ τὴν Μικρὰ Ἀσία. Καὶ προχωρεῖ στὴν πραγμάτωση τῶν ὁραματισμῶν του. Ὑψώνει τὸν μεγαλοπρεπὴ Ἱερὸ Παρθενῶνα τῆς Παναγίας Βοηθείας Χίου. Ἀπὸ τότε ἐγκαταστάθηκε στὴ Μονὴ μὲ πλήρη ἀφοσίωση στὴν Παναγία καὶ ἐκεῖ κατηύγαζε  μὲ τὴν ἀσκητική του βιοτὴ τὸ πλῆθος τῶν ἀρετῶν καὶ τὴν ἁγιότητά του καὶ τὴ μεσιτεία καὶ βοήθεια τῆς Θεοτόκου καὶ ποίμαινε μὲ πλεονάζουσα στοργὴ καὶ ἀγάπη τὸ ποίμνιό του, ἐνίσχυε καὶ παρηγοροῦσε μὲ τὸν γλυκὺ καὶ ἁπλό του λόγο καὶ θεράπευε ἀσθενεῖς καὶ πάσχοντες ποὺ κατέφευγαν κοντά του.
Μέσα σὲ αὐτὴ τὴ διὰ βίου διακονία, ὥριμος πλέον, πλήρης ἡμερῶν, σὲ ἡλικία 90 ἐτῶν, μὲ ὁσιότητα ποὺ θύμιζε τοὺς μεγάλους ἀσκητὲς τῆς ἐρήμου, τέλεσε τὴν τελευταῖα Θεία Λειτουργία τὴν 27η Ἰανουαρίου 1960 καὶ λίγες ἡμέρες μετὰ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Δαλμάτιος ὁ ἐκ Σιβηρίας

Ὁ Ἅγιος Δαλμάτιος, κατὰ κόσμο Δημήτριος Ἰβάνοβιτς Μοκρίνσκιϋ, γεννήθηκε στὴν πόλη Τομπὸλκ τῆς Ρωσίας κατὰ τὸν 17ο αἰῶνα μ.Χ. Ἀσκήτεψε στὴ μονὴ Νεβγιὰνκ τῆς Σιβηρίας καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1724.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν Βιλὲνσκ 

Ἡ εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν Βιλένσκ, θεωρεῖται εἰκόνα ἀχειροποίητος καὶ εἰκονίζει τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο μὲ τὰ χέρια σταυρωμένα στὸ στῆθος της. Στὸ κεφάλι φοράει κορῶνα καὶ τὸ φωτοστέφανο εἶναι σχεδιασμένο μὲ ἀστέρια.
Δυστυχῶς δὲν ἔχουμε περισσότερες πληροφορίες γιὰ τὴν εἰκόνα αὐτή.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν Δαλματίᾳ

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν Βένσκ

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Αὐξέντιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Συρία. Ἔζησε στὴν Κωνσταντινούπολη ἐπὶ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου Β’ τοῦ Μικροῦ (408 – 450 μ.Χ.) καὶ κατεῖχε τὸ ἀξίωμα τοῦ σχολαρίου τοῦ στρατηλάτου.

Ἡ φιλήσυχη καὶ φιλομόναχη διάθεσή του καὶ ἡ ἀγάπη του γιὰ τὸν ἀσκητικὸ βίο, τὸν ὁδήγησε στὸ νὰ γίνει μοναχός. Ἐγκατέλειψε λοιπὸν τὶς τιμὲς καὶ τὰ ἀξιώματά του καὶ ἀποσύρθηκε σὲ ὄρος πετρῶδες τῆς Χαλκηδόνος, τὴν Ὀξεῖα Πέτρα, ὅπου καὶ ἀσκήτευε, ἐνῷ παράλληλα ἀσχολήθηκε μὲ τὴν μελέτη καὶ σπουδὴ τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Τόση δὲ ἦταν ἡ φήμη του γιὰ τὶς σπάνιες ἀρετὲς καὶ τὴν βαθιὰ θεολογικὴ μόρφωσή του, ὥστε προσκλήθηκε στὴν Δ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ συνεκλήθη τὸ ἔτος 451 στὴν Χαλκηδόνα γιὰ νὰ καταδικάσει τὶς κακοδοξίες τοῦ Εὐτυχοῦς.

Στὸ ἀσκητήριό του καθημερινὰ προσέρχονταν πολλοί, γιὰ νὰ λάβουν τὴν εὐλογία του, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ πολλοὶ πλούσιοι ποὺ τοῦ ἔφερναν τροφὲς καὶ δῶρα.

Ἀλλὰ ἐκεῖνος χρησιμοποιοῦσε γιὰ τὸν ἑαυτό του λίγο ψωμὶ γιὰ τὴ συντήρησή του καὶ κερὶ γιὰ τὸ παρεκκλῆσι του. Τὰ ὑπόλοιπα τὰ διαμοίραζε στοὺς πτωχούς. Ὁ σεβασμὸς πρὸς τὸν Ὅσιο ἔγινε αἰτία νὰ ἱδρυθεῖ στοὺς πρόποδες τοῦ βουνοῦ γυναικεία μονή.
Ὁ Ἅγιος Θεὸς ἀξίωσε τὸν Ἅγιο Αὐξέντιο τοῦ χαρίσματος τῆς θαυματουργίας καὶ ἔτσι ἐπιτέλεσε πολλὰ θαύματα. Ὁ Ὅσιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη μεταξὺ τῶν ἐτῶν 470 – 472 μ.Χ. Στὸ Συναξάριον τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀναφέρεται ὅτι τὸ τίμιο λείψανο τοῦ Ἁγίου κατατέθηκε στὸν εὐκτήριο οἶκο τῆς γυναικείας μονῆς ποὺ ἵδρυσε καὶ ἡ ὁποία ὀνομαζόταν Τριχιναρία. Ἡ Σύναξη αὐτοῦ ἐτελεῖτο στὴ μονὴ τοῦ Καλλιστράτου ἐντὸς τῆς Κωνσταντινουπόλεως.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ὥσπερ φοῖνιξ ηὐξήθης Πάτερ ὑψίκομος, δικαιοσύνης ἐκφέρων τοὺς ψυχοτρόφους καρπούς· σὺ γὰρ βίον ἱερὸν πολιτευσάμενος, τῆς Ἐκκλησίας στηριγμός, καὶ θαυμάτων αὐτουργός, Αὐξέντιε ἀνεδείχθης, διὰ παντὸς ἱκετεύων, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.

Ἐγκρατείας ὕδασι, πανευκλεῶς ἐκβλαστήσας, ὡς ἐλαία εὔκαρπος, ἐν τοῖς Ὁσίοις ἐφάνης· κόσμου γάρ, ἀπαρνησάμενος τὴν ἀπάτην, γέγονας, ὑπερκοσμίου φωτὸς δοχεῖον, δι’ οὗ λάμπρυνον ἐνθέως, τοὺς σὲ τιμῶντας, Πάτερ Αὐξέντιε.

 

Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.
Κατατρυφήσας θεόφρον τῆς ἐγκρατείας, καὶ τὰς ὀρέξεις τῆς σαρκὸς χαλινώσας, ὤφθης τῇ πίστει σου αὐξανόμενος, καὶ ὡς φυτὸν ἐν μέσῳ τοῦ Παραδείσου ἐξήνθησας, Αὐξέντιε Πάτερ ἱερώτατε.

 

Μεγαλυνάριον.
Κατηγλαϊσμένος ταῖς ἀρεταῖς, ὤφθης ἐν τῶ βίῳ, θεοφόρε περιφανής, ἄιγλῃ εὐσεβείας, καὶ χάριτι θαυμάτων, Αὐξέντιε ῥυθμίζων, τοὺς προσιόντας σοι.

Ὁ Ἅγιος Οὐαλεντίνος ὁ Ἱερομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Οὐαλεντίνος ἦταν Πρεσβύτερος καὶ μαρτύρησε στὴ Ρώμη ἐπὶ αὐτοκράτορα Κλαυδίου (41 – 54 μ.Χ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Πρόκλος, Ἀπολλώνιος καὶ Ἐφήβιος οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες συνελήφθησαν ὅταν πῆγαν νὰ ἐνταφιάσουν τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρα Οὐαλεντίνου καὶ μαρτύρησαν στὴ Ρώμη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Οὐαλεντίνος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Τέρνι

Ὁ Ἅγιος Οὐαλεντίνος ἦταν Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Τέρνι καὶ μαρτύρησε στὴ Ρώμη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Βάσσιος, Ἀντώνιος καὶ Πρωτόλικος οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Βάσσιος, Ἀντώνιος καὶ Πρωτόλικος μαρτύρησαν στὴν Ἀλεξάνδρεια βληθέντες στὴ θάλασσα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ἀγάθων ὁ Ἱερομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Ἀγάθων ἦταν Πρεσβύτερος καὶ μαρτύρησε μαζὶ μὲ ἄλλους Χριστιανοὺς στὴν Ἀλεξάνδρεια.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Μάρων 

Ὁ Ὅσιος Μάρων ἔζησε πρὶν τὸν 5ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ ἐπειδὴ ἀγαποῦσε τὸν μοναχικὸ βίο καὶ τὴν ἡσυχία εἶχε στήσει τὸ ἀσκητήριό του σὲ κορυφὴ βουνοῦ τῆς πόλεως Κύρρου τῆς Συρίας. Ἐκεῖ ὑπῆρχε ἐρειπωμένος εἰδωλολατρικὸς ναός, τὸν ὁποῖο ὁ Ὅσιος τὸν μετέτρεψε σὲ τόπο λατρείας τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Ἡ ἁγιότητα τοῦ βίου του καὶ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεὸ ὁδήγησαν καὶ προσείλκυσαν κοντά του πολλοὺς μοναχούς, χάριν τῶν ὁποίων ὁ Ὅσιος ἔκτισε μονὲς καὶ ἀσκητήρια στὴν εὐρύτερη περιοχὴ τῆς Κύρρου.
Ὁ Ὅσιος Μάρων, μετὰ ἀπὸ ἀσθένεια, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ἀβραάμης 

Ὁ Ὅσιος Ἀβραάμης ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου τοῦ Μεγάλου (395 – 408 μ.Χ.). Καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Κύρρο τῆς Συρίας καὶ ἀνατράφηκε μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου. Ὅταν ἔμαθε ὅτι σὲ κάποιο χωριὸ τοῦ Λιβάνου οἱ κάτοικοι ἦταν ὅλοι εἰδωλολάτρες, μετέβη ἐκεῖ καὶ μὲ τὴ διδασκαλία, τὴν ἁγία βιοτή του καὶ τὴ φιλανθρωπική του δράση, ἀφοῦ πλήρωσε ὁ ἴδιος τοὺς φόρους στοὺς εἰσπράκτορες ποὺ πίεζαν τὸν λαό, προσείλκυσε στὴ χριστιανικὴ πίστη πολλοὺς ἐθνικούς. Οἱ Χριστιανοὶ ἔκτισαν ναὸ στὸ χωριό τους καὶ εἶχαν τὸν Ἅγιο ὡς ἱερέα τους.

Ὁ Ὅσιος Ἀβραάμης, μετὰ ἀπὸ τριετὴ δράση, ἐπέστρεψε στὸ κελί του καὶ ἀπὸ ἐκεῖ μετέβη στὴν πόλη τῶν Καρρῶν τῆς Παλαιστίνης, στὴν ὁποία ἔγινε Ἐπίσκοπος ἀγωνιζόμενος νὰ ὁδηγήσει στὴν ἀληθινὴ πίστη τοὺς εἰδωλολάτρες κατοίκους αὐτῆς.
Ἡ φήμη τῆς ἁγιότητας καὶ τῆς ἀποστολικῆς δράσεως αὐτοῦ ἔφθασε μέχρι τὴν Κωνσταντινούπολη, ὁ δὲ αὐτοκράτορας Θεοδόσιος, ποὺ ἐπιθυμοῦσε νὰ τὸν δεῖ προσωπικά, τὸν κάλεσε στὴν Βασιλεύουσα. Ἐκεῖ ὁ Ὅσιος κοιμήθηκε εἰρηνικά. Τὸ τίμιο λείψανό του, κατὰ βασιλικὴ προσταγή, τὸ προέπεμψαν μὲ μεγάλες τιμὲς στὴν πόλη τῶν Καρρῶν, ὅπου καὶ ἐνταφιάσθηκε.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Φιλήμων ὁ Ἱερομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Φιλήμων μαρτύρησε τὸν 10ο αἰῶνα μ.Χ.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Αὐξέντιος ὁ ἐν Καρτιλίῳ ἀσκήσας

Ὁ Ὅσιος Αὐξέντιος γεννήθηκε στὴν Ἄνδρο στὶς ἀρχὲς τοῦ 18ου αἰῶνα μ.Χ. Διακόνησε στὴν ἀρχὴ ὡς νεωκόρος τοῦ ναοῦ τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ στὸ Γαλατὰ τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ κατόπιν χειροτονήθηκε διάκονος. Ὡς διάκονος ἐγκαθίσταται στὴν παραθαλάσσια κωμόπολη Κατιρλὶ τῆς Νικομήδειας καὶ ἀσκητεύει στὸ Κατίρλιον ὄρος τῆς Προποντίδος. Ἡ ἁγιότητα τοῦ βίου καὶ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας ποὺ τοῦ χάρισε ὁ Κύριος, ἔκαναν πολλοὺς νὰ προσέρχονται σὲ αὐτὸν γιὰ νὰ λάβουν τὴν εὐλογία του καὶ τὴν ἴαση. Ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Κύριλλος Ε’ (1748 – 1751, 1752 – 1757) τὸν εἶχε πνευματικὸ πατέρα.

Ὅταν ὁ Πατριάρχης Κύριλλος Ε’ διὰ συνοδικῆς ἀποφάσεως καθιέρωσε τὸν ἀναβαπτισμὸ τῶν προσερχόμενων Ρωμαιοκαθολικῶν, Διαμαρτυρομένων καὶ Ἀρμενίων στὴν ὀρθόδοξη πίστη, ὁ Ὅσιος Αὐξέντιος τὸν ὑποστήριξε μὲ τὰ κηρύγματά του. Ἔγινε δὲ ὁ ἡγέτης τῆς μερίδας ποὺ ὑποστήριζε τὴν βάπτιση τῶν ἑτεροδόξων. Ὅταν ἐκδιώχθηκε ἀπὸ τὸν θρόνο ὁ Πατριάρχης Κύριλλος Ε’, οἱ ἐπικρατήσαντες καταδίωξαν καὶ τὸν Ὅσιος Αὐξέντιο. Μάταια ὅμως. Ὁ ἀποσταλεῖς στὸ Κατίρλιον ρήτορας Κριτίας ἐκδιώχθηκε ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς τῆς κωμοπόλεως.

Τὸ Συναξάρι του ἀναφέρει ὅτι ὁ Ὅσιος ἔριχνε στὴ θάλασσα τὸ τριβώνιο ποὺ φοροῦσε καὶ τὸ χρησιμοποιοῦσε ὡς βάρκα, γιὰ νὰ διαπλέει τὸ πέλαγος. Ἔτσι ἔφθασε στὴν Κωνσταντινούπολη, ἀφοῦ κατέπαυσε τὴν τρικυμία τῆς θάλασσας ποιώντας τὸ σχῆμα τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἐπὶ τῆς θάλασσας.
Ὁ Ὅσιος Αὐξέντιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη καὶ ἡ μνήμη του ἑορτάζεται μὲ λαμπρότητα στὸν Σταυρὸ Χαλκιδικής, τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱερισσοῦ, Ἁγίου Ὄρους καὶ Ἀρδαμερίου. Ἐκεῖ φυλάσσεται καὶ τμῆμα τοῦ ἱεροῦ λειψάνου του, τὸ ὁποῖο μετακομίσθηκε ἐκεῖ ἀπὸ τοὺς ἐκριζωθέντες πρόσφυγες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας τὸ ἔτος 1922.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ἰσαάκιος ὁ Ἔγκλειστος ὁ ἐκ Ρωσίας

Ὁ Ὅσιος Ἰσαάκιος (Τοροπτσάνιν) γεννήθηκε στὴ Ρωσία ἀπὸ πλούσιους καὶ ἐπιφανεῖς γονεῖς. Ἡ κύρια ἐνασχόλησή του ἦταν τὸ ἐμπόριο. Κάποτε ὅμως ἡ ἀγαθὴ διάνοιά του σκέφθηκε ὅτι ὅλα τὰ ἀνθρώπινα εἶναι μάταια. Μοίρασε τότε ὅλη τὴν περιουσία του στοὺς πτωχοὺς καὶ ᾖλθε στὸ σπήλαιο τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου († 10 Ἰουλίου), στὴ Λαύρα τοῦ Κιέβου, ποθώντας νὰ ἀφιερωθεῖ στὸν Κύριο. Ἐκεῖ ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἄρχισε τὸν σκληρό του πνευματικὸ ἀγῶνα. Μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου κλείσθηκε στὸ βάθος τῶν Σπηλαίων, στὸ πιὸ σκοτεινὸ κελί.

Ὁ Ὅσιος προσευχόταν ἀδιάλειπτα στὸν Κύριο μὲ δάκρυα, χωρὶς νὰ γνωρίζει πότε ἦταν νύκτα καὶ πότε ἡμέρα. Δὲν εἶχε στρῶμα καὶ ποτὲ δὲν ξάπλωνε γιὰ ὕπνο. Κοιμόταν ἐλάχιστα καθισμένος σὲ ἕνα κούτσουρο. Ἔτρωγε μόνο λίγο πρόσφορο καὶ ἔπινε λίγο νερὸ ποὺ τοῦ ἔφερνε ὁ ἴδιος ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος.
Ὁ Ὅσιος Ἰσαάκιος δοκιμάσθηκε σκληρὰ ἀπὸ τὸν πειρασμὸ τὴν κενοδοξίας. Ὅμως τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἀγάπη τῶν Πατέρων τὸν διαφύλαξαν σῶο καὶ ἀβλαβή. Ἀφοῦ ἔζησε μὲ σκληρὴ ἄσκηση καὶ νηστεία καὶ πρόκοψε στὴν ὑπακοὴ καὶ τὴν ἁπλότητα, κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη. Ὁ ἡγούμενος Ἰωάννης καὶ οἱ ἀδελφοὶ κήδευσαν μὲ μεγάλη τιμὴ τὸ ἱερὸ λείψανό του στὸν ὑπόγειο τόπο, ὅπου ἀναπαύονταν τὰ σεπτὰ λείψανα καὶ τῶν ἄλλων Ἁγίων Ἀσκητῶν τῆς Λαύρας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Νεομάρτυρας ὁ ἐξ Ἰχθύος τῆς Κορινθίας

Ὁ Νεομάρτυς Νικόλαος καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Ψάρι τῆς Κορινθίας. Οἱ γονεῖς του ὀνομάζονταν Ἰωάννης καὶ Καλὴ καὶ ἦταν εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεοι. Ὁ Ἅγιος, σὲ ἡλικία 12 ἐτῶν, ἔμεινε ὀρφανὸς ἀπὸ πατέρα. Ἔτσι ἔφυγε στὴ Σηλυβρία, ὅπου ἀργότερα νυμφεύθηκε καὶ ἀπέκτησε παιδιά. Ἀπὸ ἐκεῖ μετέβη στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἀσκοῦσε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ πλανόδιου παντοπώλη. Κατηγορήθηκε ἀπὸ Ἀγαρηνοὺς συναδέλφους του ὅτι ἐξύβρισε τὴ θρησκεία τοῦ Μωάμεθ. Γι’ αὐτὸ συνελήφθη, ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ σουλτάνου Σουλεϊμᾶν Α’ (1520 – 1566) καὶ ὁδηγήθηκε στὸν κριτή. Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ καὶ ἔλεγξε τὴ θρησκεία τῶν Τούρκων ὡς ψευδή. Δὲν ὑπέκυψε στὰ βασανιστήρια καὶ τὶς κολακεῖες. Ἔτσι τὸν ἔριξαν πρῶτα στὴν πυρὰ καὶ ὕστερα τὸν ἀποκεφάλισαν. Ἦταν τὸ ἔτος 1554. Ἀκολουθία τοῦ μάρτυρος συνέγραψε ὁ Ἱερομόναχος Δαμασκηνός, ὁ μετέπειτα Ἐπίσκοπος Λιτῆς καὶ Ρενδίνης, τὴν ὁποία ἀργότερα ἐξέδωσε καὶ ὁ Μητροπολίτης Θεσσαλιώτιδος καὶ Φαναριοφερσάλων Ἰεζεκιήλ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Δαμιανὸς ὁ Ὁσιομάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Δαμιανὸς γεννήθηκε στὸ χωριὸ Μυρίχοβο Ἀγράφων (σήμερα Ἁγία Τριάδα) περὶ τὸ 1510 μ.Χ. ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς. Ἀπὸ τὴν παιδικὴ ἀκόμη ἡλικία ἀγάπησε τὸν μοναχικὸ βίο καὶ θέλησε νὰ ἐνδυθεῖ τὸ ἀγγελικὸ σχῆμα τοῦ μοναχοῦ. Ἔτσι ἄφησε τὴ γενέτειρά του καὶ μετέβη στὸ Ἅγιον Ὄρος, στὴ μονὴ Φιλοθέου, ὅπου ἐκάρη μοναχός.

Μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ ἀφήνει τὴ μονὴ καὶ ἀναχωρεῖ, γιὰ νὰ μονάσει σὲ ἀσκητήριο καὶ νὰ ἀφιερωθεῖ περισσότερο στὴν προσευχή. Πῆγε, λοιπόν, κοντὰ σὲ κάποιον ἀσκητὴ ποὺ τὸν ἔλεγαν Δομέτιο. Ἔμεινε πλησίον του σχεδὸν τρία χρόνια καὶ ὁ μοναχὸς Δαμιανὸς πρόκοψε σὲ ὅλες τὶς ἀρετὲς καὶ τὰ πνευματικὰ ἀγαθά. Μάλιστα δέ, ἀξιώθηκε κάποτε νὰ ἀκούσει τὴ φωνὴ τοῦ Κυρίου ποὺ τοῦ ἔλεγε: «Δαμιανέ, δὲν πρέπει νὰ ζητᾶς μόνο τὸ δικό σου πνευματικὸ συμφέρον, ἀλλὰ καὶ τῶν ἄλλων».

Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ ὁ Μοναχὸς Δαμιανὸς ἐγκαταλείπει τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ πηγαίνει στὴν περιοχὴ τοῦ Ὀλύμπου. Ἐκεῖ κήρυττε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, παρακινοῦσε τοὺς Χριστιανοὺς νὰ μετανοήσουν, νὰ ἀποφεύγουν τὶς ἀδικίες καὶ τὶς κακίες καὶ τοὺς προέτρεπε νὰ ἐφαρμόζουν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὁ λόγος του ὅμως ἐνόχλησε κάποιους, οἱ ὁποῖοι τὸν κατηγόρησαν ὅτι εἶναι λαοπλάνος καὶ ψεύτης. Ὁ Ὅσιος δὲν ἔδωσε σημασία στὶς κατηγορίες αὐτὲς καὶ ἀναχωρεῖ γιὰ τὴν περιοχὴ τῆς Λάρισας καὶ τοῦ Κισσάβου. Μετὰ ἀπὸ ἐκεῖ φθάνει στὰ Ἄγραφα. Ἐκεῖ, στὴν Καρύτσα Δοπόλων, ἱδρύει τὴ μονὴ τῆς Παναγίας Πελεκητῆς, ποὺ ἦταν τὸ ἱεραποστολικὸ ὁρμητήριό του. Οὐσιαστικὰ ἀνακαίνισε τὴ μονὴ ποὺ εἶχε ὑποστεῖ μεγάλες καταστροφὲς καὶ ἔτσι πέρασε στὴ συνείδηση τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ ὡς κτήτορας αὐτῆς. Δυστυχῶς, καὶ ἐκεῖ, ἄνθρωποι δυσσεβεῖς τὸν κατηγόρησαν ὡς λαοπλάνο καὶ ψευδοκαλόγερο. Ἔτσι φεύγει καὶ πηγαίνει στὸν Κίσσαβο καὶ δίπλα στὸ χωριὸ Ἀνατολή, κτίζει ἕνα νέο μοναστήρι πρὸς τιμὴ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Πλῆθος πιστῶν τὸν ἐπισκέπτεται, γιὰ νὰ ἀκούσει τὸ κήρυγμά του καὶ τὶς πνευματικές του νουθεσίες.

Κάποια στιγμὴ ὁ Δαμιανὸς πηγαίνει γιὰ δουλειὲς τῆς μονῆς στὸ γειτονικὸ χωριὸ Βουλγαρινή. Ἐκεῖ συλλαμβάνεται ἀπὸ τὸν Τοῦρκο διοικητὴ τῆς Λάρισας, μὲ τὴν κατηγορία ὅτι παρεμποδίζει τὴν ἀγοραπωλησία  ἐμπορευμάτων κατὰ τὶς Κυριακὲς καὶ παρακινεῖ τοὺς Ἕλληνες νὰ μένουν σταθεροὶ στὴν πίστη τους.

Τὸν ὁδηγοῦν στὴν φυλακὴ καὶ τὸν βασανίζουν. Τοῦ δένουν τὰ πόδια καὶ τὸν τράχηλο μὲ βαριὲς ἁλυσίδες καὶ τὸν ἀπειλοῦν γιὰ τὴ ζωή του. Μάταια ὅμως. Ὁ Ἅγιος ὁμολογεῖ τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ καὶ ὁ Τοῦρκος διοικητὴς προστάζει νὰ θανατωθεῖ καὶ μετὰ νὰ ριχθεῖ στὴ φωτιά. Οἱ στρατιῶτες τὸν πῆραν καὶ τὸν κτύπησαν δυνατὰ στὸ κεφάλι μὲ τὸν πέλεκυ. Ὁ Ἅγιος, ἡμιθανὴς ὅπως ἦταν, ἔπεσε στὸ ἔδαφος. Τότε ἐβλήθη στὴν κάμινο τοῦ πυρὸς καὶ ὅτι ἀπέμεινε ἀπὸ τὸ ἱερὸ λείψανό του τὸ ἔριξαν στὸν Πηνειὸ ποταμό.
Ὁ Ὁσιομάρτυς Δαμιανὸς ἔλαβε τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου τὸ ἔτος 1568 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Νεομάρτυρας ἐκ Μυτιλήνης

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Γεώργιος, ὁ ἐπικαλούμενος Παϊζάνος, κατὰ τὴν κρατοῦσα παράδοση γεννήθηκε στὸ χωριὸ Πλαγιὰ τῆς περιφέρειας Πλωμαρίου τῆς νήσου Λέσβου. Ἦταν ράφτης στὸ ἐπάγγελμα καὶ μαρτύρησε στὴν Κωνσταντινούπολη, τὸ ἔτος 1693, ἐπειδὴ ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ καὶ ἀρνήθηκε νὰ ἀλλαξοπιστήσει.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Ἱερομάρτυρας ἐκ Τραπεζούντας 

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Νικόλαος καταγόταν ἀπὸ τὴν Τραπεζούντα καὶ ἔζησε στὴν πόλη Κατίγογι τοῦ Πόντου τῆς ἐπαρχίας Ἀμασείας καὶ Ἀμισοῦ. Ἀπὸ μικρὴ ἡλικία ποθοῦσε νὰ ἀφιερωθεῖ στὸν Θεό, ἀλλὰ οἱ ἀδελφοί του δὲν τὸν ἄφηναν. Μετὰ ἀπὸ πιέσεις, γιὰ νὰ μὴν γίνει μοναχός, νυμφεύθηκε ἀλλὰ γρήγορα ἡ γυναῖκα του πέθανε μαζὶ μὲ τὸ ἕνα παιδί του, ἐνῷ τὸ ἄλλο τὸ πῆρε ὑπὸ τὴν προστασία του κάποιος συγγενής. Ὁ Ἅγιος τότε ἀφιερώθηκε στὴ μελέτη καὶ στὴν προσευχή.

Ἦλθε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἔμαθε τὴν ἰατρικὴ τέχνη καὶ θεράπευσε πολλοὺς ἀσθενεῖς. Λίγο ἀργότερα ἐκάρη μοναχὸς καὶ χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος στὴν περιοχὴ τῆς Ἀμισοῦ. Ὁ Ἅγιος Θεός, ποὺ ἔβλεπε τὸν πνευματικὸ ἀγῶνα τοῦ Ἁγίου, τὸν ἀξίωσε καὶ τοῦ προορατικοῦ χαρίσματος.
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Τούρκους καὶ μετὰ ἀπὸ πολλὰ μαρτύρια παρέδωσε τὴν ἁγία του ψυχὴ στὸν Θεὸ τὸ ἔτος 1920.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στην διδακτική παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου, την οποία ο Κύριος διηγήθηκε, προκειμένου να διδάξει την αρετή της ταπεινώσεως και να στηλιτεύσει την έπαρση.

 Ο ευαγγελιστής Λουκάς, με τρόπο λιτό, αλλά σαφέστατο, διέσωσε την παραβολή αυτή ως εξής:

 «Εἶπε δὲ καὶ πρός τινας τοὺς πεποιθότας ἐφ᾿ ἑαυτοῖς ὅτι εἰσὶ δίκαιοι, καὶ ἐξουθενοῦντας τοὺς λοιπούς, τὴν παραβολὴν ταύτην· ἄνθρωποι δύο ἀνέβησαν εἰς τὸ ἱερὸν προσεύξασθαι, ὁ εἷς Φαρισαῖος καὶ ὁ ἕτερος τελώνης. ὁ Φαρισαῖος σταθεὶς πρὸς ἑαυτὸν ταῦτα προσηύχετο· ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης· νηστεύω δὶς τοῦ σαββάτου, ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι. Καὶ ὁ τελώνης μακρόθεν ἑστὼς οὐκ ἤθελεν οὐδὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐρανὸν ἐπᾶραι, ἀλλ᾿ ἔτυπτεν εἰς τὸ στῆθος αὐτοῦ λέγων· ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ. Λέγω ὑμῖν, κατέβη οὗτος δεδικαιωμένος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ ἢ γὰρ ἐκεῖνος· ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται». (Λουκ.18,10-14).

Η τάξη των Φαρισαίων εκπροσωπούσε την υποκρισία και την εγωιστική αυτάρκεια και έπαρση. Τα μέλη της απόλυτα αποκομμένα από την υπόλοιπη ιουδαϊκή κοινωνία, αποτελούσαν, λαθεμένα, το μέτρο σύγκρισης της ευσέβειας και της ηθικής για τους Ιουδαίους. Αντίθετα οι τελώνες ήταν η προσωποποίηση της αδικίας και της αμαρτωλότητας . Ως φοροεισπράκτορες των κατακτητών Ρωμαίων διέπρατταν αδικίες, κλοπές, εκβιασμούς, τοκογλυφίες και άλλες ειδεχθείς ανομίες και γι' αυτό τους μισούσε δικαιολογημένα ο λαός. Δύο αντίθετοι τύποι της κοινωνίας, οι οποίοι εκπροσωπούσαν τις δύο αυτές τάξεις, ανέβηκαν στο ναό να προσευχηθούν. Ο πρώτος ο νομιζόμενος ευσεβής, έχοντας την αυτάρκεια της δήθεν ευσέβειάς του ως δεδομένη, στάθηκε με έπαρση μπροστά στο Θεό και άρχισε να απαριθμεί τις αρετές του, οι οποίες ήταν πραγματικές. Τις εξέθετε προκλητικότατα εις τρόπον ώστε απαιτούσε από το Θεό να τον επιβραβεύσει γι' αυτές. Για να εξαναγκάσει το Θεό έκανε και αήθη σύγκρισή του με άλλους ανθρώπους και ιδιαίτερα με τον συμπροσευχόμενό του τελώνη.

Αντίθετα ο όντως αμαρτωλός τελώνης συναισθάνεται τη δεινή του κατάσταση και με συντριβή και ταπείνωση ζητεί το έλεος του Θεού. Αυτή η μετάνοιά του τον δικαιώνει μπροστά στο Θεό. Γίνεται δεκτή η προσευχή του, σε αντίθεση με τον υποκριτή Φαρισαίο, ο οποίος όχι μόνο δεν έγινε δεκτή η προσευχή του, αλλά σώρευσε στον εαυτό του περισσότερο κρίμα, εξαιτίας της εγωπάθειάς του.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας όρισαν να είναι αφιερωμένη η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου στη διδακτική αυτή παραβολή του Κυρίου για να συνειδητοποιήσουν οι πιστοί πως η υπερηφάνεια είναι η αγιάτρευτη ρίζα του κακού στον άνθρωπο, η οποία τον κρατά μακριά από την αγιαστική χάρη του Θεού και πως η ταπείνωση είναι το σωτήριο αντίδοτο της καταστροφικής πορείας, που οδηγεί τον άνθρωπο η εγωπάθεια.



Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Φαρισαίου φύγωμεν ὑψηγορίαν, καὶ Τελώνου μάθωμεν, τὸ ταπεινὸν ἐν στεναγμοῖς, πρὸς τὸν Σωτῆρα κραυγάζοντες· Ἵλαθι μόνε ἡμῖν εὐδιάλλακτε.

Ὁ Ἅγιος Μαρτινιανός

Ὁ Ἅγιος Μαρτινιανὸς καταγόταν ἀπὸ τὴν Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου τοῦ Μικροῦ (408 – 450 μ.Χ.). Ἀπὸ μικρὸς ποθοῦσε τὸν βίο τῆς ἀσκήσεως καὶ τῆς ἡσυχίας. Σὲ ἡλικία 18 ἐτῶν ἀποσύρθηκε στὸ ὄρος τοῦ Κιβωτοῦ καὶ ζοῦσε ἐκεῖ ἀσκούμενος στὴν προσευχὴ καὶ τὴν νηστεία. Κάποια γυναίκα ἁμαρτωλὴ ἐμφανίστηκε μὲ δολιότητα στὴ θύρα τοῦ κελιοῦ τοῦ Ἁγίου καὶ παρακαλοῦσε νὰ τὴν δεχθεῖ γιὰ διανυκτέρευση μέσα στὸ κελί, διότι ἔχασε, ὅπως ἔλεγε, τὸ δρόμο καὶ κινδύνευε νὰ κατασπαραχθεῖ ἀπὸ τὰ θηρία κατὰ τὴν διάρκεια τῆς νύχτας.

Ὁ Ἅγιος ἐνεργώντας μὲ φιλανθρωπία τὴν φιλοξένησε στὸ ἐξωτερικὸ μέρος τοῦ ἐρημητηρίου του. Ἡ γυναίκα αὐτὴ ὅμως ἀπέβαλε τὸ προσωπεῖο καὶ ποικιλοτρόπως προκαλοῦσε τὸν Ἅγιο. Ὁ γενναῖος τοῦ Χριστοῦ ἀθλητὴς πρὸς κατανίκηση τῆς ἐμπαθοῦς ἐπιθυμίας, ἄναψε φωτιὰ καὶ ἔριξε τὸν ἑαυτό του ἐντὸς αὐτῆς. Μόλις ἡ γυναίκα εἶδε αὐτό, τὰ μάτια τοῦ πνεύματός της ποὺ ἔβλεπαν μόνο τὴν διαφθορά, ἀνέβλεψαν γιὰ πρώτη φορά. Ἡ ἁμαρτωλὴ γυναίκα μετανόησε καὶ ἀφοῦ ἔφυγε ἔγινε μοναχὴ μὲ τὸ ὄνομα Παύλα καὶ σώθηκε ζώντας ὁσιακὰ στὴ Βηθλεέμ.

Ὁ Ἅγιος Μαρτινιανὸς ἀναχώρησε ἀπὸ τὸν τόπο ἐκεῖνο καὶ μετέβη σὲ ὕφαλο, μέσα στὴν θάλασσα, ἀσκούμενος ἐκεῖ ἐπὶ δέκα ὁλόκληρα χρόνια. Ἐπειδὴ ἔφθασε στὸν ὕφαλο μία γυναίκα ναυαγός, ὁ Ὅσιος ἀπέφυγε τὸν πειρασμὸ καὶ ἀσκούμενος περιπλανιόταν σὲ διαφόρους τόπους. Ἔτσι ἔφθασε στὴν Ἀθήνα, ὅπου καὶ κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη σὲ βαθιὰ γεράματα περὶ τὰ τέλη τοῦ 5ου ἢ τὶς ἀρχὲς τοῦ 6ου αἰῶνα μ.Χ. Ἐνταφιάσθηκε μὲ τιμὴ ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο τῆς πόλεως καὶ τὸ λαό.
Ἡ Σύναξη τοῦ Ὁσίου ἐτελεῖτο στὸ Ἀποστολεῖο τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου, ποὺ ἦταν κοντὰ στὴν Μεγάλη Ἐκκλησία.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Τὴν φλόγα τῶν πειρασμῶν, δακρύων τοῖς ὀχετοῖς, ἐναπέσβεσας μακάριε, καὶ τῆς θαλάσσης τὰ κύματα, καὶ τῶν θηρῶν τὰ ὁρμήματα, χαλινώσας, ἐκραύγαζες· Δεδοξασμένος εἶ Παντοδύναμε, πυρὸς καὶ ζάλης ὁ σώσας με

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Ὡς ἀσκητήν, τῆς εὐσεβείας δόκιμον, καὶ ἀθλητήν, τῇ προαιρέσει τίμιον, καὶ ἐρήμου καρτερόψυχον, πολίτην ἅμα καὶ συνίστορα, ἐν ὕμνοις ἐπαξίως εὐφημήσωμεν, Μαρτινιανὸν τὸν ἀεισέβαστον· αὐτὸς γὰρ τὸν ὄφιν κατεπάτησε.

 

Μεγαλυνάριον.
Ὁ διὰ γυναίου ἐπιβαλών, πάλαι τῷ Γενάρχῃ, καὶ συλήσας αὐτὸν οἰκτρῶς, οὕτω καὶ σοὶ Πάτερ, ὑπούλως ἐπετέθη, ἀλλ’ ἥττηται εἰς τέλος, τῇ καρτερίᾳ σου.

Οἱ Ἅγιοι Ἀκύλας καὶ Πρίσκιλλα οἱ Ἀπόστολοι

Οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι Ἀκύλας καὶ Πρίσκιλλα ἦσαν Ἰουδαῖοι οἱ ὁποῖοι ἐκδιώχθηκαν  ἐπὶ αὐτοκράτορος Κλαυδίου (41 – 54 μ.Χ.) καὶ κατέφυγαν στὴν Κόρινθο. Κατάγονταν ἀπὸ τὸν Πόντο, ὁ δὲ Ἀκύλας ἐξασκοῦσε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ σκηνοποιοῦ. Ἦσαν δὲ ἄνθρωποι ἐνάρετοι καὶ εὐσεβεῖς. Ὅταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐπισκέφθηκε τὴν Κόρινθο γιὰ νὰ διδάξει τὴν ὀρθόδοξη πίστη, τὸ ζεῦγος τοῦ προσέφερε θερμὴ φιλοξενία καθὼς εἶχε ἐντυπωσιαστεῖ μὲ τὸ κήρυγμά του. Τόσο τοὺς ἄγγιξε ὁ φλογερὸς καὶ σωτήριος λόγος τοῦ Ἀποστόλου, ὥστε ἀφοῦ κατηχήθηκαν καὶ ἐβαπτίσθηκαν ἀπὸ αὐτόν, ἀποφάσισαν νὰ τὸν ἀκολουθήσουν στὶς περιοδεῖες του ὡς βοηθοί του. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τοὺς ἀγάπησε τόσο πολὺ γιὰ τὴν ἀρετή τους καὶ γιὰ τὴ θερμουργὸ πίστη τους στὸ Χριστό, ὥστε τοὺς μνημονεύει καὶ στὶς ἐπιστολές του.

Ὅταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἦλθε στὴ Νικόπολη τῆς Ἠπείρου, ἀπέστειλε ἀπὸ ἐκεῖ στὸ νησὶ τῆς Λευκάδος τὸ συνεργάτη του Ἀπόστολο Ἀκύλα. Ὁ νέος κήρυκας τῆς πίστεως ἀποβιβάσθηκε στὸ τότε ρωμαϊκὸ λιμάνι, ποὺ ἐξυπηρετοῦσε τὴν ἐπικοινωνία μὲ τὸν Ἀμβρακικό, στὴ σημερινὴ παραλία τοῦ Ἅη – Γιάννη. Σὲ ἕνα σπήλαιο τῆς παραλίας, λόγῳ τοῦ χειμῶνος, ὁ Ἅγιος Ἀκύλας συγκέντρωσε τὸ πλῆθος τῶν ἀνθρώπων, ποὺ ἐποθοῦσαν νὰ διδαχθοῦν τὴ νέα διδασκαλία. Σύντομα ὁ Ἅγιος Ἀκύλας ἀνεχώρησε ἀπὸ τὴ Λευκάδα γιὰ τὴν Ἔφεσο καὶ τὸν διαδέχθηκε ὁ Ἀπόστολος Ἡρωδίων.

Ἔτσι λοιπόν, οἱ Ἅγιοι Ἀκύλας καὶ Πρίσκιλλα ἐργάσθηκαν γιὰ τὴν διάδοση τοῦ λόγου τοῦ Κυρίου καὶ μὲ τὴ μεγάλη τους πίστη στὸν Χριστὸ ἐπιτέλεσαν πολλὰ θαύματα. Κατὰ τὴν παράδοση ἔλαβαν καὶ αὐτοὶ μαρτυρικὸ τέλος, καταδικασθέντες στὸν διὰ ἀποκεφαλισμοῦ θάνατο. Ἄλλοι Συναξαριστὲς θεωροῦν, ὅτι ἐτελείωσαν τὸ βίο τους μὲ εἰρήνη.
Ὁ Ἅγιος Ἀκύλας τιμᾶται ἰδιαίτερα στὴ νῆσο τῆς Λευκάδος.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Χριστὸν ἀγαπήσαντες καὶ φωτισθέντες τὸν νοῦν, τῇ πίστει ἐνούμενοι καὶ συζυγίᾳ σεμνῇ, Ἀκύλας καὶ Πρισκίλλα ἦσαν μὲν προεστῶτες ἐκκλησίας κατ’ οἶκον, Παύλου δὲ τοῦ φωστῆρος συνεργοὶ καὶ προστᾶται. Διὸ αὐτοὺς τιμήσωμεν καὶ μιμησώμεθα.

Οἱ Ἅγιοι Πατὴρ καὶ Υἱὸς οἱ Μάρτυρες

Οἱ δύο αὐτοὶ Μάρτυρες ἐτελειώθησαν ἐπὶ σταυροῦ.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Μαρτύρων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Εὐλόγιος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξάνδρειας 

Ὁ Ὅσιος Εὐλόγιος ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τῆς βασιλείας τῶν αὐτοκρατόρων Τιβερίου Α’ τοῦ Θρακὸς (578 – 582 μ.Χ.), Μαυρικίου (582 – 602 μ.Χ.) καὶ Φωκᾶ (602 – 610 μ.Χ.). Καταγόταν ἀπὸ τὴν Συρία καὶ διακόνησε ὡς Πρεσβύτερος στὴν Ἀντιόχεια. Διετέλεσε Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας (579 – 607 μ.Χ.) λίγο πρὶν ἀπὸ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Ἐλεήμονα (609 – 620 μ.Χ.) καὶ διῆλθε τὴν ἀρχιερατική του διακονία μὲ εὐσέβεια καὶ φόβο Θεοῦ. Ἐργάσθηκε μὲ θέρμη ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καὶ κατὰ τῶν αἱρετικῶν ποὺ ταλάνιζαν τὴν Ἐκκλησία. Ἔτσι ἔγραψε κατ’ αὐτῶν. Τὸ δὲ 588 μ.Χ. συγκρότησε τοπικὴ Σύνοδο κατὰ τῶν αἱρετικῶν Σαμαρειτῶν. Ἦταν στενὸς φίλος τοῦ Πάπα Ρώμης Γρηγορίου Α’ (590 – 604 μ.Χ.) καὶ συνέπραξε μὲ αὐτὸν σὲ πολλὲς ἐνέργειες, οἱ ὁποῖες ἀπέβλεπαν στὴν καταπολέμηση τῶν αἱρετικῶν δοξασιῶν τοῦ Νεστορίου καὶ τοῦ Εὐτυχοῦς, κατὰ τῶν ὁποίων ἀποφάσισαν, ἡ Γ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ποὺ συνῆλθε στὴν Ἔφεσο τὸ 431 μ.Χ. καὶ ἡ Δ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ποὺ συνῆλθε στὴ Χαλκηδόνα τὸ 451.

Σύμφωνα μὲ τὸ Συναξάρι, ὅταν ὁ Ἅγιος Εὐλόγιος διάβασε τὴν περίφημη ἐπιστολή, μὲ τὴν ὁποία ὁ Πάπας Λέων Α’, τὸ ἔτος 449 μ.Χ., διατύπωσε ὀρθοδόξως τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὶς δύο φύσεις τοῦ Χριστοῦ, τὴ θεία καὶ τὴν ἀνθρώπινη καὶ τὴν ὁποία εἶχε ἀποστείλει πρὸς τὸν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Φλαβιανὸ (446 – 449 μ.Χ.), ὄχι μόνο τὴν ἐπαίνεσε καὶ τὴν ἀποδέχθηκε, ἀλλὰ καὶ διακήρυξε τὸ περιεχόμενό της πρὸς ὅλους. Ὁ Θεός, λοιπόν, θέλοντας νὰ τιμήσει καὶ τοὺς δύο αὐτοὺς θεράποντες, τὸν Λέοντα καὶ τὸν Εὐλόγιο, ἔστειλε ἕναν ἄγγελό του στὸν Εὐλόγιο, μὲ τὴν μορφὴ τοῦ ἀρχιδιακόνου τοῦ Λέοντος, ὁ ὁποῖος εὐχαριστοῦσε τὸν Ἅγιο Εὐλόγιο ποὺ ἀγωνίσθηκε γιὰ τὴν ἐφαρμογὴ καὶ τήρηση τῆς δογματικῆς διδασκαλίας τῆς ἐπιστολῆς τοῦ Λέοντος.
Ὁ Ἅγιος Εὐλόγιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 607 μ.Χ. Σῴζονται ἑπτὰ κεφάλαια ἀπὸ τὸ δογματικὸ ἔργο αὐτοῦ «Περὶ τῶν δύο φύσεων τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ», ἀποσπάσματα ἀπὸ λόγο «Περὶ τριάδος καὶ τῆς Θείας Οἰκονομίας». Σῴζεται, ἐπίσης, λόγος «Εἰς τὰ Βαΐα καὶ εἰς τὸν πῶλον», ἀμφιβόλου ὅμως γνησιότητας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῶν χαρίτων τὴν αἴγλην οὐρανόθεν δεξάμενος, τῆς Ἀλεξανδρείας προέστης, Ἱεράρχα Εὐλόγιε, θυσίας ἀναιμάκτους τῷ Θεῷ, προσάγων αἰς ἀνάπλασιν ψυχῶν, καὶ οἰκείωσιν θεόφρον τῷ Λυτρωτῇ, τῶν πίστει προσιόντων σοι· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ σταφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Ποιμάνας καλῶς, λαὸν τὸν περιόσιον, ὡς μύστης Χριστοῦ, καὶ μιμητὴς πανάριστος, οὐρανίου λήξεως, κληρονόμος ἐδείχθης Εὐλόγιε, λειτουργῶν τῇ Τριάδι ἀεί, ἐν ἀδύτῳ φωτί.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Ἐκκλησίας θεῖος φωστήρ, καὶ Ἀλεξανδρείας, ὁ σοφώτατος ὁδηγός· χαίροις μυροθήκη, τῶν θείων χαρισμάτων, Εὐλόγιε παμμάκαρ, Πατέρων καύχημα.

Ὁ Ὅσιος Συμεὼν ὁ Μυροβλήτης Κτήτορας τῆς Μονῆς Χιλανδαρίου Ἁγίου Ὄρους 

Ὁ Ἅγιος Συμεών, κατὰ κόσμο Στέφανος Α’ Νεμάνια (στὶς Βυζαντινὲς πηγὲς Νεεμᾶν), ἦταν ἡγεμόνας τῆς Σερβίας.

Ἡ ἵδρυση καὶ ἡ ὀργάνωση τοῦ πρώτου Σερβικοῦ κράτους ἀπὸ τὸν Στέφανο (1167 – 1169) εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὴ συνένωση ὅλων σχεδὸν τῶν Σέρβων σὲ ἑνιαῖο καὶ ἀνεξάρτητο ἀπὸ τὴ Βυζαντινὴ κυριαρχία κράτος μὲ ἐπίκεντρο τὴ Ρασκία. Ὁ αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου Ἰσαάκιος Β’ Ἄγγελος (1185 – 1195) σύνηψε, τὸ ἔτος 1190, εἰρήνη μὲ τὸν ζουπάνο τῶν Σέρβων. Ἡ ἵδρυση τοῦ κράτους ἀνέδειξε τὴν ἀνάγκη ἀναδιοργανώσεως καὶ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας, ἡ ὁποία ὑπέφερε ἀπὸ τὴν ἀνεξέλεγκτη δράση τῶν αἱρετικῶν Βογομίλων. Ὁ υἱὸς τοῦ ζουπάνου τῶν Σέρβων Στέφανου ἀποσύρθηκε σὲ ἡλικία μόλις δέκα ἕξι ἐτῶν στὸ Ἅγιο Ὄρος. Ἐκάρη μοναχὸς στὴ Μονὴ Βατοπαιδίου καὶ ἔλαβε τὸ ὄνομα Σάββας. Ἀργότερα, περὶ τὸ 1195, ἵδρυσε μαζὶ μὲ τὸν πατέρα του Στέφανο, ποὺ ἔγινε μοναχὸς καὶ ὀνομάσθηκε Συμεών, τὴ Μονὴ τοῦ Χιλανδαρίου μὲ χρυσόβουλλο τοῦ αὐτοκράτορα Ἀλεξίου Γ’ τοῦ Ἀγγέλου (1195 – 1203).

Ὁ Ὅσιος Συμεὼν κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1200 καὶ ἐνταφιάσθηκε στὴ νότια πλευρὰ τοῦ καθολικοῦ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Χιλανδαρίου. Κατὰ τὸ ἔτος 1208, ὁ Ὅσιος Σάββας ἀποφασίζει νὰ προβεῖ στὴν ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ πατέρα του καὶ τὴ μετακομιδὴ αὐτῶν στὴν πατρίδα του. Τὴν ἡμέρα τῆς ἀνακομιδῆς ἐκχύθηκε ἀπὸ τὰ ἱερὰ λείψανα ἄφθονο καὶ εὐῶδες μύρο, συνέχισε δὲ νὰ ρέει καὶ γιὰ λίγες ἀκόμη ἡμέρες μετὰ τὴν ἀνακομιδή, ἀπὸ τὸν κενὸ πλέον τάφο. Ἦταν καὶ αὐτὸ τρανὸ δεῖγμα τῆς ἁγιότητας τοῦ Ὁσίου Συμεών, ὁ ὁποῖος ἔκτοτε ἐπονομάζεται «Μυροβλήτης». Ὁ Ἅγιος Σάββας ἐναπέθεσε τὰ ἱερὰ λείψανα στὴ μονὴ τῆς μετανοίας τοῦ πατρός του, τὴ μονὴ Στουντένιτσα, ὅπου καὶ φυλάσσονται μέχρι σήμερα.
Ὁ τάφος τοῦ Ὁσίου Συμεὼν τοῦ Μυροβλήτου, φέρει σήμερα ἀργυρὸ ἐπικάλυμμα μὲ ἀνάγλυφες παραστάσεις. Ἀπὸ τὸν τάφο, μετὰ τὴν ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων, φύτρωσε μόνο του μὲ θαυματουργικὸ τρόπο, ἄνευ σπορᾶς, ἕνα κλῆμα γιὰ παρηγοριὰ τῶν Πατέρων τῆς Μονῆς. Τὰ σταφύλια τοῦ κλήματος αὐτοῦ θεραπεύουν θαυματουργικὰ τὴν στείρωση τῶν ἀτέκνων γυναικῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείαν ἄσκησιν, ἐπιποθήσας, τὴν βασίλειον, ἔλιπες δόξαν, Συμεὼν καὶ ἰσαγγέλως ἐβίωσας, τῶν ἐν τῷ Ἄθῳ Ὁσίων ὡράϊσμα, καὶ τῆς Σερβίας κλεινὸν σεμνολόγημα. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Βασιλείαν πρόσκαιρον, λιπὼν ἐμφρόνως, Συμεὼν ὡς ἄγγελος, ἐπολιτεύσω ἐπὶ γῆς·  διὸ καὶ βλύζειν ἠξίωσαι, ἀπὸ τοῦ τάφου σου μύρα πανεύοσμα.

 

Μεγαλυνάριον.
Μυροβλύτα Ὅσιε Συμεών, σκέπε τὴν Μονήν σου, ἀπὸ πάσης ἐπιβουλῆς, καὶ τοῖς ἐν Σερβίᾳ, Χριστιανοῖς βοήθει, παρέχων αὐτοῖς Πάτερ, τὴν εὐλογίαν σου.

Ὁ Ἅγιος Γεώργιος Ἀρχιεπίσκοπος Λευκορωσίας

Ὁ Ἅγιος Γεώργιος, κατὰ κόσμο Γρηγόριος Ἰωσήφοβιτς Κονίσκϊυ, καταγόταν ἀπὸ ἐπιφανὴ οἰκογένεια καὶ γεννήθηκε στὶς 20 Νοεμβρίου 1717 στὴν πόλη Νεζίν. Σπούδασε στὴ θεολογικὴ ἀκαδημία τοῦ Κιέβου καὶ ἔγινε μοναχὸς στὴ Μεγάλη Λαύρα τοῦ Κιέβου. Ἐξελέγη Ἀρχιεπίσκοπος τῆς Λευκορωσίας καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1795.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἡ Ὁσία Σεραφείμα ἐκ Ρωσίας

Ἡ Ὁσία Σεραφείμα, κατὰ κόσμο Εὐθυμία Ἐφίμοβα Μοργκατσέβα, γεννήθηκε στὶς 14 Σεπτεμβρίου 1806 στὸ χωριὸ Νίνζε – Λομὼφ τῆς ἐπαρχίας Ριαζὰν καὶ ἀσκήτεψε σὲ μονὴ τοῦ Σεζένοβο τῆς Ρωσίας. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1877.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἐγκαίνια Ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Θεοτόκου καὶ τῆς Ἁγίας Θέκλας ἐν τῷ ὄρει Ποσαλέως 

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr